Αυτό είναι ένα ιστορικό παράδοξο. Μια κυβέρνηση, ενώ βρίσκεται στην εξουσία σχεδόν δεκαεννιά μήνες, να αντέχει σε όλες τις αντιξοότητες -και δεν ήταν λίγες- και την φθορά να την υφίσταται το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Η κυβέρνηση είναι λογικό να υποστεί φθορά. Το θετικό γι' αυτήν είναι πως δεν την καρπώνεται ο ΣΥΡΙΖΑ και ούτε φαίνεται να υπάρχει παρόμοια προοπτική στο εγγύς μέλλον.
Το αίτιο αυτής της παραδοξότητας βρίσκεται στην ίδια την φυσιογνωμία του ΣΥΡΙΖΑ και στην διαδρομή του προς την εξουσία. Εκεί θα πρέπει να πάμε για να ερμηνεύσουμε τα όσα γίνονται σήμερα και τα όσα θα γίνουν λίαν συντόμως.
Όταν το κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς κατόρθωσε να εκφράσει την αγανάκτηση των πολιτών για την απώλεια των εισοδημάτων τους, ήταν επόμενο να καταστεί ένα κόμμα πολυσυλλεκτικό. Αυτοί που συνέκλιναν στον ΣΥΡΙΖΑ ξεπερνούσαν κατά πολύ την ιστορική βάση του κόμματος. Έτσι ήταν διάχυτη στον σκληρό, αριστερό πυρήνα του ΣΥΡΙΖΑ η ανησυχία μήπως με την απότομη αύξηση της δύναμης του αλλοιωθεί η αριστερή-μαρξιστική φυσιογνωμία του. Τα καθοδηγητικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ με άρθρα τους στην εφημερίδα «Αυγή» τους καθησύχαζαν υποστηρίζοντας πως οι ψηφοφόροι θα προσχωρήσουν στις θέσεις του κόμματος, το οποίο δεν θα κάνει καμιά έκπτωση στις αρχές του. Από τότε υπάρχει αυτή η διάσταση στους κόλπους του ΣΥΡΙΖΑ. Άνθρωποι με σκληρή αριστερή συνείδηση ξαφνικά βρέθηκαν στο ίδιο κόμμα και στα ίδια όργανα με αυτούς που θεωρούσαν υπεύθυνους της οικονομικής κρίσης. Με αυτούς που αποκαλούσαν εκφραστές του παλιού.
Από την άλλη πλευρά υπήρχε και υπάρχει στον ιστορικό πυρήνα του ΣΥΡΙΖΑ μια τάση γύρω από τον Τσίπρα, που έχει συνειδητοποιήσει πως χωρίς αυτούς τους «τυχάρπαστους» Πασόκους κυβέρνηση δεν θα έβλεπαν ούτε με τα κιάλια. Και αν δεν μετακινηθούν σήμερα προς θέσεις που προσεγγίζουν αυτές του σοσιαλδημοκρατικού χώρου, η Νέα Δημοκρατία θα κυβερνά για πολλά χρόνια ακόμα. Εννοείται πως για τους λεγόμενους Μπανιάδες και μόνον η λέξη «σοσιαλδημοκρατία» προκαλεί τάση προς έμετο. Αυτοί βιώνουν ακόμα την σύγκρουση του Λένιν με τον Κάουτσκι.
Αυτή η εντελώς διαφορετική προσέγγιση της τρέχουσας πραγματικότητας από τις δύο τάσεις του ΣΥΡΙΖΑ, έγινε έντονη όταν έπαψε να υφίσταται η συγκολλητική δύναμη της εξουσίας. Σήμερα, σχεδόν με κάθε ευκαιρία γίνονται ορατές αυτές οι διαφορετικές οπτικές. Οι 68 υπογραφές δεν ήταν μόνον πράξη στήριξης στον Κουφοντίνα, ήταν κυρίως 68 πιστολιές στην πλάτη του Τσίπρα. Αυτό το «φυσικά και δεν θα βγάλουμε τον σκασμό για τον Κουφοντίνα» που είπε χθες ο κ. Λάμπρου είχε αποδέκτες πρωτίστως τα στελέχη του δικού του κόμματος που έκανα κριτική στο κείμενο των 15. Τους υπενθύμισε πως ιδεολογικές εκπτώσεις δεν γίνονται στο όνομα της επανόδου στην εξουσία.
Αυτήν την εικόνα διχογνωμίας-- και μάλιστα για θέματα που αφορούν τον μικρόκοσμο της Αριστεράς-- την εισπράττουν και οι πολίτες. Παρατηρούν πως στον ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει λυθεί το πρόβλημα της ομοιογένειας, κάτι που επηρεάζει άμεσα την αποτελεσματικότητα του αντιπολιτευτικού λόγου, καθώς αυτός δεν είναι σαφής και καθαρός.
Νομίζω πως πολύ σύντομα ο Α. Τσίπρας θα κληθεί να λάβει τις αποφάσεις του. Θα πρέπει να έχει αντιληφθεί πως κινδυνεύει η φθορά, οσονούπω να μετατραπεί σε κατάρρευση.