Του Σάκη Μουμτζή
Η κ. Φ. Γεννηματά οικοδόμησε όλη την στρατηγική της πάνω στο άρθρο 37 παρ.3 του Συντάγματος που αναφέρεται στις διερευνητικές εντολές, οι οποίες δίνονται περιοριστικά στα τρία πρώτα κόμματα, αν δεν υπάρξει αυτοδυναμία.
Είναι απολύτως θεμιτό να θέλει η πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ, το κόμμα της να ξεπεράσει την Χρυσή Αυγή και να καταλάβει αυτό την τρίτη θέση. Αυτό, άλλωστε, είναι θετικό και για την δημοκρατία μας.
Όταν όμως αυτή η στρατηγική φέρει μέσα της και την πολιτική αστάθεια, τότε ιχνογραφείται ένα νεφελώδες μετεκλογικό τοπίο.
Αλλά ας δούμε τα πράγματα από την αρχή.
Μετά τις εκλογές, και εφ΄όσον δεν υπάρχει αυτοδυναμία, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας καλεί κατά σειρά τους αρχηγούς των τριών πρώτων κομμάτων να προσπαθήσουν να σχηματίσουν κυβέρνηση.
Είναι δεδομένο πως κυβέρνηση με το δεύτερο και το τρίτο κόμμα δεν σχηματίζεται. Άρα είναι υποχρεωτική η παρουσία του πρώτου κόμματος στην μελλοντική κυβέρνηση.
Στην προκειμένη περίπτωση κυβέρνηση χωρίς την Νέα Δημοκρατία δεν μπορεί να σχηματιστεί.
Παίρνει την εντολή ο Κ.Μητσοτάκης και με δεδομένο πως με τον ΣΥΡΙΖΑ δεν υπάρχει κοινό έδαφος, απευθύνεται στο ΚΙΝΑΛ.
Εννοείται πως σε αυτές τις συζητήσεις γίνονται αμοιβαίες υποχωρήσεις, για να επιτευχθεί η συμφωνία, ανάλογη βέβαια και με τον συσχετισμό των δυνάμεων. Εγκλωβισμένη η κ.Γεννηματά στην θεωρία της τρίτης εντολής απορρίπτει τις προτάσεις του Κ.Μητσοτάκη.
Η απόπειρα του Α.Τσίπρα είναι καταδικασμένη σε αποτυχία εν τη γεννέσει της.
Και ερχόμαστε στην περίφημη τρίτη εντολή.
Τι θα κάνει το ΚΙΝΑΛ; Το αυτονόητο. Θα υποβάλλει στην Νέα Δημοκρατία και στον ΣΥΡΙΖΑ τις δικές του προτάσεις για το κυβερνητικό πρόγραμμα. Με δεδομένο πως την Νέα Δημοκρατία την χωρίζει από τον ΣΥΡΙΖΑ ιδεολογικοπολιτική άβυσσος, είναι επόμενο η πρόταση να απευθύνεται ουσιαστικά μόνον στην Νέα Δημοκρατία.
Κατά ποία δημοκρατική αρχή η Νέα Δημοκρατία των π.χ.147 βουλευτών θα αποδεχθεί ως βάση συνεργασίας το πρόγραμμα του κόμματος των π.χ.25 βουλευτών; Και γιατί στην προκειμένη περίπτωση δεν έγινε προσπάθεια να επιτευχθεί προγραμματική σύγκλιση στην πρώτη διερευνητική εντολή του Κ.Μητσοτάκη, αφού και σε αυτήν συμμετείχαν ουσιαστικά η Νέα Δημοκρατία και το ΚΙΝΑΛ;
Η απάντηση βρίσκεται στο καταστροφικό φάσμα της απλής αναλογικής. Αν αποτύχει και η τρίτη εντολή τότε προκηρύσσονται εκλογές που θα διεξαχθούν με την απλή αναλογική.
Είναι ευνόητο, πως αυτό το εκλογικό σύστημα πολύ δύσκολα θα αλλάξει στην συνέχεια. Θα μας ακολουθεί για πολλές εκλογικές αναμετρήσεις, με ό,τι θα σημαίνει αυτό για την πατρίδα μας.
Συνεπώς, στην τρίτη εντολή ο Κ.Μητσοτάκης θα τεθεί προ του διλήμματος: εκλογές με απλή αναλογική ή αποδοχή των όρων της κ.Γεννηματά, στους οποίους, μετά βεβαιότητος, θα τεθεί και θέμα, πρωθυπουργός να γίνει τρίτο πρόσωπο.
Βέβαια, υπάρχει πάντα το ενδεχόμενο το ΚΙΝΑΛ να θέσει ως όρο συμμετοχής του στην κυβέρνηση και την συμμετοχή του ΣΥΡΙΖΑ. Με απλά λόγια θα ξετυλιχτεί μπροστά μας ένα καταστροφικό σενάριο.
Με αυτό το σκηνικό οι ολιγάρχες θα κάνουν πάρτι. Θα ξεφαντώσουν, καθώς θα έχουν ρίξει στα σχοινιά τον Κ.Μητσοτάκη με τον οποίον δεν μπορούν να ντηλάρουν, ενώ διασώζουν και τον άνθρωπο τους, τον Α.Τσίπρα.
Ο Β.Βενιζέλος στην συνέντευξη του προχθές δήλωσε πως δεν τον θέλουν στο ΚΙΝΑΛ. Αυτό είναι γνωστό τοις πάσι εδώ και καιρό. Το ερώτημα είναι γιατί δεν τον θέλουν.
Δεν τον θέλουν γιατί μπορεί με την παρουσία του να χαλάσει αυτό το σκηνικό που προσπαθούν να στήσουν εξωθεσμικά κέντρα.
Ας αναλογιστεί ο αναγνώστης όλες τις συνέπειες αυτής της πορείας και ας κατανοήσει πως η αυτοδυναμία της Νέας Δημοκρατίας είναι εθνικός στόχος.