Του Αλέξανδρου Σκούρα
Πριν λίγες μέρες έτυχε να συνομιλήσω με ανθρώπους από τη Βενεζουέλα προκειμένου να ενημερωθώ την πηγή της εξουσίας του δικτάτορα Μαδούρο. Σύμφωνα με τα λεγόμενά τους, ο Μαδούρο βρίσκεται ακόμα στην εξουσία διότι ελέγχει πλήρως τη διανομή φαγητού στη χώρα του. Το φαγητό στη Βενεζουέλα μοιράζεται από τα κομματικά στελέχη του σοσιαλιστή ηγέτη και όπως μπορεί εύκολα να φανταστεί κανείς, οι πολέμιοί του δεν είναι ψηλά στη λίστα των αποδεκτών.
Όταν το κράτος ή ένας δικτάτορας έχει τη δύναμη να αποφασίσει για το αν και πόσο θα φας, λογικό είναι να τον ανέχεσαι περισσότερο από ότι θα τον ανεχόσουν αν ήξερες ότι το να έχεις ένα πιάτο φαγητό στο τραπέζι σου είναι άσχετο από τις πολιτικές σου πεποιθήσεις. Η εικόνα αυτή, του παντοδύναμου πολιτικού με τέτοιου είδους ισχύ μοιάζει μακρινή στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όμως ίσως και να μην είναι.
Ας πάρουμε για παράδειγμα τους Έλληνες συνταξιούχους. Από την έναρξη της κρίσης μέχρι και σήμερα, οι συντάξεις τους έχουν περικοπεί από όλες τις μνημονιακές κυβερνήσεις. Οι περικοπές αυτές δεν προέκυψαν από την κακία ή το μίσος των πολιτικών μας έναντι των συνταξιούχων αλλά επειδή ο τρόπος με τον οποίο καθορίζεται το ύψος των συντάξεων ικανοποιεί δύο βασικές συνθήκες.
Πρώτον, το ύψος των συντάξεων έχει αποκοπεί πλήρως από το ύψος των συνολικών εισφορών των συνταξιούχων στα ασφαλιστικά τους ταμεία. Στην πραγματικότητα, κανένας δεν γνωρίζει πόσα ακριβώς χρήματα έχει συνεισφέρει στο σύστημα, ποια είναι η παρούσα αξία των εισφορών του και πόσα «δικαιούται» να λάβει από το σύστημα που χρηματοδότησε. Ως γνωστόν, οι συντάξεις μας σήμερα προκύπτουν από ένα αμιγώς αναδιανεμητικό σύστημα που σημαίνει πως κανένας συνταξιούχος δεν έχει την παραμικρή διασφάλιση για το πόση σύνταξη θα λάβει στο μέλλον.
Η δεύτερη συνθήκη είναι ότι σε ένα σύστημα αναδιανεμητικό, το ύψος των συντάξεων αποτελεί προϊόν πολιτικής απόφασης. Τι σημαίνει στην ουσία αυτό; Ότι ο εκάστοτε πρωθυπουργός και η εκάστοτε κυβέρνηση έχουν την εξουσία να αυξάνουν και να μειώνουν τις συντάξεις κατά το δοκούν, με κύρια ανησυχία τους το πολιτικό κόστος ή το πολιτικό όφελος. Προηγουμένως, είδαμε ότι ο Μαδούρο ελέγχει τις πολιτικές εξελίξεις άμεσα, μέσω των δικτύων διανομής φαγητού, το ποιος θα ταΐσει ΄την οικογένειά του και ποιος υποστεί την λεγόμενη δίαιτα του Μαδούρο - δηλαδή την πείνα και την στέρηση. Στην Ελλάδα, και αυτό δεν αφορά μόνο την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, οι συνταξιούχοι είναι εμμέσως πλην σαφώς όμηροι μιας αντίστοιχης διαδικασίας. Αντί για τον Μαδούρο έχουμε την εκάστοτε κυβέρνηση και αντί για το φαγητό στο τραπέζι έχουμε το ύψος των συντάξεων.
Όπως απέδειξε τα τελευταία χρόνια ο πρωθυπουργός και η κυβέρνησή του, το ύψος των συντάξεων μπορεί να αυξομειώνεται ανάλογα με το τι πρέπει να πράξει η κυβέρνηση προκειμένου να διατηρηθεί στην εξουσία. Αν αυτό που χρειάζεται είναι η επίτευξη δημοσιονομικών στόχων προκειμένου να συνεχιστεί η παροχή δανεικών, οι συντάξεις μπορούν να μειωθούν. Αν αυτό που κρίνεται απαραίτητο είναι περιορισμός της ήττας στις Ευρωεκλογές και στη συνέχεια στις εθνικές, τότε οι συντάξεις μπορούν να αυξηθούν.
Δεν αμφιβάλλω, αυτού του είδους η σχέση μπορεί να έχει αρκετά συχνά κάποιους ανθρώπους που κερδίζουν. Όμως, είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι όταν το επίπεδο διαβίωσης δεν εξαρτάται από την παραγωγικότητα, την αποταμίευση, ή την επιτυχημένη επένδυση αλλά εξαρτάται από τα κέφια ή τις μικροπολιτικές σκοπιμότητες των κυβερνώντων, οι πολίτες δεν ζουν ελεύθερα αλλά σε καθεστώς ομηρίας. Αυτό άλλωστε υποννόησε ο κ. Τσίπρας όταν μίλησε και για δώρο Χριστουγέννων αν φυσικά παραμείνει στη θέση του μέχρι τότε, δηλαδή κερδίσει τις επόμενες εκλογές.
Λύσεις για το πρόβλημα υπάρχουν πολλές. Οι σκανδιναβοί το έχουν λύσει βγάζοντας από τα χέρια των πολιτικών την εξουσία καθορισμού του ύψους των συντάξεων. Πώς το έκαναν; Συνδέοντας τις συντάξεις με τις επιδόσεις της οικονομίας και φυσικά το προσδόκιμο ζωής. Υπάρχουν κι άλλες μέθοδοι αλλά πρωτίστως πρέπει οι Έλληνες ψηφοφόροι να απορρίψουν την ομηρία τους.