Του Αλέξανδρου Σκούρα
Μήνας ευρωεκλογών ο Μάιος και χρονιά εθνικών εκλογών το 2019. Παρά τα όσα λέγονται αυτές τις μέρες από δεξιά και αριστερά, το κύριο πολιτικό διακύβευμα είναι η απάντηση στο εξής ερώτημα:
Που θέλουν οι ψηφοφόροι τη λιτότητα, στο κράτος ή στην τσέπη τους;
Το Μάιο του 2015 το Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών φιλοξένησε στην Αθήνα τον νομπελίστα οικονομολόγο Τόμας Σάρτζεντ στο Έκτακτο Συνέδριο για την Ελλάδα.
Ανάμεσα στους ομιλητές ήταν και ο τέως υπουργός Γιάνης Βαρουφάκης που εκείνη την περίοδο ήταν ο κύριος εκφραστής της οικονομικής και διαπραγματευτικής πολιτικής της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ. Στο πλαίσιο του συνεδρίου, οι δύο άνδρες αντάλλαξαν απόψεις και εξέθεσαν αυτό που πίστευαν ως ορθό για το μέλλον της χώρας. Ο Γιάνης Βαρουφάκης, χαρισματικός ομιλητής, σε άπταιστα αγγλικά κατήγγειλε την επιβεβλημένη λιτότητα και ζήτησε από το φιλελεύθερο ακροατήριο να αναγνωρίσει τα αγαθά κίνητρα της τότε κυβέρνησης. Στην καταληκτική ομιλία του, ο νομπελίστας Σάρτζεντ, ένας καλοσυνάτος καθηγητής στο NYU, είπε ότι ο κ. Βαρουφάκης φαίνεται πως έχει μπερδέψει την λιτότητα στο κράτος με την λιτότητα στην οικονομία.
Ο Τόμας Σάρτζεντ, ένας από τους κορυφαίους οικονομολόγους των τελευταίων 100 ετών, ήθελε να αναδείξει κάποιες βασικές και αδιαπραγμάτευτες αλήθειες που πηγάζουν από την οικονομική επιστήμη, την πολιτική και την κοινή λογική:
Δεν υπάρχει λεφτόδεντρο όσο και αν κάτι τέτοιο αποτελεί κατάρα για τους λαϊκιστές και τους κρατιστές. Όταν κάθε μήνα έρχονται λογαριασμοί που πρέπει να πληρωθούν, ή θα μειώσουμε τα έξοδα ή θα αυξήσουμε τα έσοδα. Στη χώρα μας αποφασίσαμε να αυξήσουμε τη φορολογία, αυξάνοντας έτσι τα έσοδα του κράτους και μειώνοντας το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών. Ως αποτέλεσμα, η ανάπτυξη που θα μπορούσε να μας βοηθήσει να ακολουθήσουμε το παράδειγμα των Κυπρίων ή των Ιρλανδών δεν ήρθε ποτέ και ακόμα την περιμένουμε.
Η αντίστροφη σχέση κρατικών δαπανών και βιοτικού επιπέδου δεν είναι δεδομένη για κάθε χώρα. Η Δανία ή η Σουηδία καταφέρνουν να έχουν υψηλές κρατικές δαπάνες και αξιοθαύμαστο βιοτικό επίπεδο για τους πολίτες τους. Αυτό βέβαια δεν επιτυγχάνεται μόνο μέσω των συντάξεων αλλά και με την ταυτόχρονη αποχή του κράτους από την υπόλοιπη οικονομική δραστηριότητα. Στη Σκανδιναβία, το κράτος στην οικονομία θυμίζει πολύ περισσότερο έναν νυχτοφύλακα παρά την άμεση δράση που θυμίζει στην Ελλάδα.
Αυτή η αποχή του κράτους (σχετικά πάντα) είναι που επιτρέπει στον ιδιωτικό τομέα των σκανδιναβικών χωρών να δημιουργήσει τον πλούτο που έξυπνα και αποτελεσματικά αναδιανέμουν οι κυβερνήσεις τους. Στη χώρα μας, αντίθετα, το κράτος ούτε απέχει από την οικονομική δραστηριότητα ούτε έχει κανένα σοβαρό κράτος πρόνοιας. Αλλεπάλληλες μελέτες δείχνουν ότι οι μεσαίοι και πλουσιότεροι απολαμβάνουν περισσότερες κρατικές υπηρεσίες πρόνοιας από το κράτος παρά οι φτωχοί που τις έχουν πραγματικά ανάγκη.
Έτσι, μη έχοντας ούτε παραγωγή πλούτου ούτε και κάποιο σοβαρό κράτος πρόνοιας, οι κυβερνήσεις μας εξαντλούνται σε ρητορικές υπερβολές κατά του νεοφιλελευθερισμού και παροχολογία δίχως αύριο. Το θετικό στην όλη υπόθεση είναι ότι σιγά σιγά οι ψηφοφόροι έχουν καταλάβει ότι η λιτότητα στην τσέπη είναι διαφορετική από τη λιτότητα στο κράτος. Υπάρχουν κράτη που ευδοκίμησαν με λιτότητα μόνο στο κράτος και πλούτο στις τσέπες των πολιτών τους. Καλό θα ήταν να σκεφτούν οι 'φωστήρες' μας πως αν κάποιος χρειάζεται λιτό βίο, αυτός είναι ο κρατικός προϋπολογισμός.