Του Γιάννη Κουτσομύτη
Στα πρόθυρα πολεμικής σύρραξης βρίσκονται πλέον οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ιράν μετά την κατάρριψη την Πέμπτη αμερικανικού κατασκοπευτικού drone από τους Φρουρούς της Επανάστασης και την παρ'' ολίγο πυραυλική επίθεση των ΗΠΑ τα ξημερώματα της Παρασκευής κατά στόχων της ιρανικής αεράμυνας. Η ένταση που κλιμακώθηκε την προηγούμενη εβδομάδα με τις επιθέσεις κατά δυο δεξαμενοπλοίων κοντά στα Στενά του Ορμούζ, ήρθε ως αποτέλεσμα των πολύ σκληρών κυρώσεων που έχει επιβάλλει οι ΗΠΑ στο Ιράν για να το αναγκάσει να επαναδιαπραγματευθεί το πυρηνικό του πρόγραμμα αλλά και συνολικά τη στάση του στη Μέση Ανατολή.
Παρότι δεν είναι ακόμη απολύτως σαφείς οι συνθήκες υπό τις οποίες έγιναν οι επιθέσεις στα δυο δεξαμενόπλοια, οι ενδείξεις συγκλίνουν στο ότι πίσω από το κτύπημα βρίσκονται οι Φρουροί της Επανάστασης του Ιράν, οι οποίοι διατηρούν ένα παράλληλο στρατιωτικό σώμα και έχουν την ευθύνη φύλαξης των χερσαίων και θαλασσίων συνόρων της χώρας. Εκπρόσωπος του επίσημου στρατού του Ιράν απέρριψε τις κατηγορίες των ΗΠΑ αλλά η διφορούμενη δήλωση του Ιρανού Υπουργού Εξωτερικών Τζαβάντ Ζαρίφ ότι «όταν υπάρχει μεγάλη ένταση, όλα είναι δυνατά», έχει τη σημασία της. Το σενάριο της προβοκάτσιας φαίνεται ελάχιστα πιθανό, καθώς το κτύπημα είχε τα χαρακτηριστικά της προειδοποίησης, καθώς τα δεξαμενόπλοια χτυπήθηκαν σε εμφανώς μη κρίσιμα σημεία που θα προκαλούσαν τη βύθισή τους, αλλά και διότι έναντι του Ιράν, οι αραβικές χώρες , το Ισραήλ και οι ΗΠΑ δεν έχουν την ανάγκη προφάσεων για να ξεκινήσουν μια πολεμική επιχείρηση.
Η κατάρριψη του κατασκοπευτικού drone δεν είναι σαφές εάν έγινε στο διεθνή εναέριο χώρο, όπως ισχυρίζεται το αμερικανικό Ναυτικό, ή εντός της επικράτειας του Ιράν, όπως ισχυρίζεται η Τεχεράνη, αλλά στο σημείο που έχουν φτάσει τα πράγματα, το που χτυπήθηκε το drone έχει μάλλον δευτερεύουσα σημασία. Από τη στιγμή που ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε τον Μάιο του 2018 την αποχώρηση των ΗΠΑ από τη διεθνή συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν, η πορεία των πραγμάτων προς μια σύγκρουση, πιθανότατα και πολεμική, ήταν προδιαγεγραμμένη. Οι προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Ένωσης να διασώσει τη συμφωνία με το Ιράν μέσω ενός παράλληλου συστήματος συναλλαγών που θα παρέκαμπτε υπό τη δαμόκλειο σπάθη των αμερικανικών κυρώσεων τη χρήση δολλαρίων και εμπορικών Τραπεζών, δεν κατάφερε να φέρει απτά αποτελέσματα για το καθεστώς του Ιράν καθώς οι εξαγωγές ιρανικού πετρελαίου σχεδόν μηδενίστηκαν μετά την επιβολή των αμερικανικών κυρώσεων και τη λήξη των κάθε μορφής εξαιρέσεων από αυτές. Αυτή είναι μια κατάσταση που δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή από το καθεστώς της Τεχεράνης και κυρίως από τον σκληρό πυρήνα που αποτελείται από τον θρησκευτικό ηγέτη Αγιατολάχ Χαμενεΐ και τους Φρουρούς της Επανάστασης. Ο μηδενισμός των εξαγωγών πετρελαίου θα σημάνει την κατάρρευση σε σύντομο διάστημα της ιρανικής οικονομίας, καθώς η πετρελαϊκή βιομηχανία του Ιράν προσφέρει το 60% των κρατικών εσόδων, και μια πιθανή εσωτερική χρεοκοπία είναι πολύ πιθανό να οδηγήσει σε λαϊκή εξέγερση, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για αλλαγή καθεστώτος. Αυτό το σενάριο αποτελεί τον εφιάλτη της θρησκευτικής ηγεσίας του Ιράν και είναι ακριβώς το σενάριο που προωθεί εδώ και χρόνια ο σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του αμερικανού Προέδρου Τζον Μπόλτον.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Τεχεράνη δεν μπορεί να ανεχθεί για μεγάλη διάστημα τη διαιώνιση του καθεστώτος των αμερικανικών κυρώσεων και έχει απόλυτη ανάγκη από κάποια διέξοδο. Είναι λοιπόν πιθανό ο Χαμενεΐ και ο ηγετικός κύκλος των μουλάδων του Ιράν να έχουν αποφασίσει ότι ένας πόλεμος με τις ΗΠΑ να αποτελεί ένα αναγκαίο κακό για να αποφευχθεί ένα μεγαλύτερο κακό που είναι η κατάρρευση του καθεστώτος. Με βάση αυτό το σενάριο, το Ιράν δείχνει να προσπαθεί να σύρει τις ΗΠΑ σε πόλεμο, γνωρίζοντας ότι οι ΗΠΑ δεν μπορούν να διεξαγάγουν έναν απόλυτο πόλεμο κατά του Ιράν, όπως έγινε κατά του Σαντάμ Χουσεΐν στο Ιράκ, με την αποστολή εκατοντάδων χιλιάδων αμερικανών στρατιωτών και μάχες σώμα με σώμα σε ένα κράτος που μπορεί με μια απλή επιστράτευση να εμφανίσει ένα στρατό άνω των τριών εκατομμυρίων οπλιτών και εφέδρων. Στην Τεχεράνη επίσης γνωρίζουν ότι ο πόλεμος του Ιράκ άφησε βαθιά τραύματα στην αμερικανική κοινωνία, δεν είναι καθόλου δημοφιλής στους αμερικανούς πολίτες ένας νέος πόλεμος στη Μέση Ανατολή και η διεξαγωγή του θα μπορούσε να αποβεί μοιραία για την επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην Προεδρία των ΗΠΑ τον Νοέμβριο του 2020. Και είναι βέβαια σαφές ότι για τον Τραμπ είναι πολύ πιο σημαντική η επανεκλογή του από τα τηρήσει τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει απέναντι στους πανίσχυρους αμερικανοϊσραηλινούς χορηγούς της προεκλογικής του καμπάνιας.
Ο αμερικανός Πρόεδρος αντέδρασε με ένα τρόπο αρκετά επικοινωνιακό στην κατάρριψη του drone, αφού διέταξε συγκεκριμένα πλήγματα κατά στόχων της ιρανικής αεράμυνας αλλά «ανακάλεσε» το πλήγμα λίγα λεπτά πριν συμβεί λόγω «φιλευσπλαχνίας» επειδή κάποιος στρατηγός του είπε ότι θα σκοτώνονταν περίπου 150 Ιρανοί. Δηλώνει δε έτοιμος να συναντηθεί με τον Αγιατολλάχ Χαμενεΐ ή τον Ιρανό Πρόεδρο Ρουχανί για συνομιλίες «χωρίς προϋποθέσεις», αλλά το Ιράν δεν είναι διατεθειμένο να συζητήσει εάν δεν έχει υπάρξει πρώτα τουλάχιστον μερική άρση των κυρώσεων. Είναι δε αμφίβολο εάν ο Χαμενεΐ θα αποδεχθεί οποιοδήποτε διάλογο με τις ΗΠΑ, καθώς έχει μια παθολογική καχυποψία κατά των Αμερικανών από την εποχή που ήταν Πρόεδρος του Ιράν στις αρχές της δεκαετίας του ''80 και το αμερικανικό Ναυτικό κτύπησε μονάδες του ιρανικού Ναυτικού την ώρα ακριβώς που εκείνος μιλούσε στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη.
Και στη μέση η Τουρκία
Και ενώ κλιμακώνεται η ένταση ανάμεσα στις ΗΠΑ και το Ιράν, η Τουρκία μέσω του Υπουργού Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου δηλώνει κατά τη διάρκεια συνάντησής του με τον Ιρανό ΥπΕξ Ζαρίφ, ότι επιδιώκει τη σύσφιξη των διμερών της σχέσεων με το Ιράν, ενώ παράλληλα σοβεί η δική της κρίση στις σχέσεις με τις ΗΠΑ για την αγορά των ρωσικού αντιπυραυλικού συστήματος S-400 και τις διαφαινόμενες αμερικανικές κυρώσεις στην Άγκυρα.
«Απαιτούνται χαλύβδινα νεύρα»
Είναι προφανές ότι η αμερικανοϊρανική κρίση βρίσκεται μόνο στην αρχή της, καθώς καμία από τις δυο πλευρές δεν μπορεί να υποχωρήσει σε αυτήν τη φάση, ενώ σε μεγαλύτερη πίεση βρίσκεται η Τεχεράνη που γνωρίζει ότι δεν μπορεί να επιβιώσει για πολύ χωρίς εξαγωγές πετρελαίου. Πρόκειται για ένα πολύ σκληρό γεωπολιτικό παίγνιο, για το οποίο απαιτούνται «χαλύβδινα νεύρα», όπως εύστοχα είπε ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες.