Ισαάκ Μπάμπελ: Ο μαρτυρικός θάνατος του «Κόκκινου ιππέα»

Ισαάκ Μπάμπελ: Ο μαρτυρικός θάνατος του «Κόκκινου ιππέα»

Το ημερολόγιο έγραφε 16 Ιανουαρίου 1940, όταν στην φυλακή «Μπουτίρκα» σε κεκλεισμένων των θυρών συνεδρίαση, υπό την προεδρία του δικαστή Ούρλιχ, ξεκίνησε η δίκη του συγγραφέα Ισαάκ Μπάμπελ (1894- 1940).

Ο Ισαάκ Μπάμπελ ήταν στο σπίτι του, στην πολιτεία των συγγραφέων στο Περιντέλκινο, λίγο έξω από την Μόσχα, όταν νωρίς το πρωί της 16ης Μαΐου, στελέχη της Γενικής Διεύθυνσης Κρατικής Ασφάλειας της N.K.V.D. χτύπησαν την πόρτα του. Δείχνοντας το ένταλμα σύλληψης και έρευνας, τον διέταξαν να ντυθεί και να τους ακολουθήσει. 

Αυτή ήταν η αρχή του Γολγοθά για τον συγγραφέα του «Κόκκινου ιππικού», 80 και πλέον διηγημάτων, δύο θεατρικών έργων, πέντε κινηματογραφικών σεναρίων.  Η φιλία του με πολλούς διανοούμενους που έβλεπαν με συμπάθεια τον μεγάλο αποσυνάγωγο της εποχής εκείνες Λεβ Τρότσκι, αλλά και τα «Διηγήματα της Οδησσού», τα οποία κρίθηκαν ακατάλληλα για τον σοβιετικό αναγνώστη επειδή εκθείαζαν τη ζωή των παρανόμων και του οργανωμένου εγκλήματος, αλλά εξέφραζαν συνάμα και μία «αντιπάθεια» για το προλεταριάτο, ήταν  οι αιτίες που βρέθηκε στο στόχαστρο της τρομερής μυστικής αστυνομίας. 

Η δίκη κράτησε μόλις μία ημέρα. Το δικαστήριο επιμέτρησε την εσχάτη των ποινών και οι δήμιοι λίγες ώρες μετά την ανακοίνωσή της, οδήγησαν τον συγγραφέα στο συνήθη τόπο εκτελέσεων, την αυλή της φυλακής και τον δολοφόνησαν με μία σφαίρα στο σβέρκο. 

Λίγο καιρό αργότερα, η σύζυγός του αγωνιούσα για την τύχη του, επισκέφτηκε τον εισαγγελέα. Εκείνος, σκαλίζοντας την καρτοθήκη με τις περαιωμένες δίκες, της ανακοίνωσε: «Ο Μπάμπελ καταδικάστηκε σε 10 χρόνια φυλακή, χωρίς δικαίωμα αλληλογραφίας και δήμευση των περιουσιακών του στοιχείων».

Θα περάσουν πολλές δεκαετίες μέχρι να μάθει η σύζυγός του, μαζί με εκατομμύρια άλλους σοβιετικούς πολίτες πως η φράση «Δέκα χρόνια φυλακή χωρίς δικαίωμα αλληλογραφίας» ήταν απλά μία υπηρεσιακή, κωδικοποιημένη φράση για τους εκτελεσμένους. 

Στο σημερινό σημείωμα δημοσιεύουμε τρία έγγραφα, από τα πολλά, που αφορούν στην υπόθεση Μπάμπελ. 

Τα δύο πρώτα είναι αναφορές του Ειδικού Τμήματος της Κρατικής Ασφάλειας και αναφέρονται στις δραστηριότητες του συγγραφέα αλλά και τις αναφορές πληροφοριοδότη που προσέγγισε τη σύζυγό του, προκειμένου να αποσπάσει επιβαρυντικές πληροφορίες και το τρίτο είναι μία επιστολή που έστειλε ο Μπάμπελ στον Μπέρια, καθ’ υπόδειξη των ανακριτών, σε μία απέλπιδα προσπάθεια να σωθεί. 

Αναφορά

του μυστικού – πολιτικού τμήματος της Γενικής Διεύθυνσης Κρατικής Ασφάλειας του Λαϊκού Κομισαριάτου Εσωτερικών Υποθέσεων της Ε.Σ.Σ.Δ. σχετικά με τις διαθέσεις του Ι. Ε. Μπάμπελ σε σχέση με την ολοκλήρωση της δίκης του επονομαζόμενου «Ενιαίου αντισοβιετικού κέντρου Τροτσκιστών – Ζηνόβιεφ»

21.09.1936

Μετά τη δημοσίευση της απόφασης του Στρατιωτικού Συμβουλίου του Ανωτάτου Δικαστηρίου για τα μέλη του μετώπου Τρότσκι – Ζηνόβιεφ, η πηγή μας, όντας στην Οδησσό, συναντήθηκε με τον συγγραφέα Μπάμπελ παρουσία του σκηνοθέτη κινηματογράφου Αϊζενστάιν.

Η συζήτηση έγινε στο δωμάτιο του ξενοδοχείου, όπου έμεναν ο Μπάμπελ με τον Αϊζεντστάιν. 

Αναφερόμενος κατά κύριο λόγο τα συμπεράσματα της δίκης, ο Μπάμπελ είπε: «Δεν φαντάζεστε και δεν μπορείτε να συνειδητοποιήσετε τι μεγέθους ήταν οι άνθρωποι που σκοτώθηκαν, και τι σημασία έχει το γεγονός αυτό για την ιστορία. Παράξενη υπόθεση. Εμείς, φυσικά, δε γνωρίζουμε τίποτα, υπήρχε και συνεχίζεται ο αγώνας με τον «Αφέντη» εξαιτίας των προσωπικών σχέσεων που έχουν ορισμένοι μαζί του. Ποιος έκανε την επανάσταση; Ποιος ήταν μέλος του Πολιτικού Γραφείου από την αρχή;». 

Λέγοντας αυτά ο Μπάμπελ πήρε ένα φύλλο χαρτί κι άρχισε να γράφει τα ονόματα των μελών της Κεντρικής Επιτροπής του Πανενωσιακό Κομμουνιστικό Κόμματος (Μπολσεβίκων) και του Πολιτικού Γραφείου των πρώτων χρόνων της επανάστασης. Στη συνέχεια, σταδιακά, άρχισε να διαγράφει τα ονόματα που πέθαναν, που έφυγαν στην εμιγρκάτσια και, τέλος, εκείνων που ήταν κατηγορούμενοι στην τελευταία δίκη.

Μετά από αυτό ο Μπάμπελ έσκισε το χαρτί με τις σημειώσεις του και είπε: «Καταλαβαίνετε ποιος σήμερα τουφεκίστηκε ή περιμένει να τον εκτελέσουν: τον Σοκόλνικοφ τον αγαπούσε πολύ ο Λένιν, γιατί είναι ένας πανέξυπνος άνθρωπος. Ο Σοκόλνικοφ, είναι αλήθεια πως είναι «μεγάλος σκεπτικιστής» και άνθρωπος του γραφείου, ο οποίος κυριολεκτικά μισή την μαζική δουλειά. Για τον Σοκόλνικοφ υπήρχε μόνο η αυθεντία του Λένιν και όλος του ο αγώνας ήταν κατά της αύξησης επιρροής του Στάλιν. Να γιατί υπήρχαν αυτές οι σχέσεις μεταξύ του Σοκόλνικοφ και του Στάλιν. 

Πάρτε όμως τον Τρότσκι. Είναι αδύνατον να φανταστώ τη γοητεία και τη δύναμη της επιρροής του στους ανθρώπους, με τους οποίους έρχεται σ’ επαφή. Ο Τρότσκι, αναμφίβολα, θα συνεχίσει τον αγώνα του και πολλοί θα τον υποστηρίξουν. 

Από τους εκτελεσθέντες μια από τις πλέον αξιοσημείωτες μορφές ήταν ο Μρατσκόβσκι. Εργάτης ο ίδιος, οργάνωσε το αντάρτικο κίνημα στη Σιβηρία· άνθρωπος εξαιρετικής δύναμης της βούλησης. Μου έλεγε, λίγο πριν τη σύλληψή του ότι είχε μια συζήτηση διάρκειας 11 ωρών με τον Στάλιν. 

Λυπάμαι πολύ για τους εκτελεσθέντες, γιατί ήταν αληθινοί άνθρωποι. Ο Κάμενεφ, για παράδειγμα, μετά τον Μπελίνσκι είναι ο πιο λαμπρός γνώστης της ρωσικής γλώσσας και λογοτεχνίας. 

Θεωρώ πως αυτό δεν είναι αγώνας κατά των αντεπαναστατών, αλλά αγώνας κατά του Στάλιν στη βάση των προσωπικών διαφορών. 

Μπορείτε να φανταστείτε τι γίνεται στην Ευρώπη και πως θα μας αντιμετωπίζουν τώρα πια. Γνωρίζω πως ο Χίτλερ μετά την εκτέλεση του Κάμενφ, του Ζηνόβιεφ και άλλων, δήλωσε: «Τώρα θα εκτελέσω τον Τέλμαν». 

Τι ταραγμένη εποχή! Έχω πολύ άσχημη διάθεση!» 

Ο Αϊζενστάιν καθ’ όλη τη διάρκεια που μιλούσε ο Μπάμπελ δεν του έφερε καμία αντίρρηση». 

Ο αναπληρωτής διευθυντής

του μυστικού – πολιτικού τμήματος

της Γενικής Διεύθυνσης Κρατικής Ασφάλειας

Αντισυνταγματάρχης Ασφαλείας

Β. Μπέρμαν 

Φυλάσσεται στο Ρωσικό Κεντρικό Αρχείο Φάκελος 57, κατάλογος 1, ντοσιέ 64, φύλλα 93 – 94. Πρωτότυπο. Δαχτυλόγραφο. 

Αναφορά του 1ου τμήματος της Μυστικής - Πολιτικής Διεύθυνσης της Κρατικής Διεύθυνσης Κρατικής Ασφάλειας N.K.V.D. της Ε.Σ.Σ.Δ. για τις διαθέσεις του Ι. Ε. Μπάμπελ σε σχέση με τις συλλήψεις των μελών της πρώην αντιπολίτευσης. 

04/07/1936

27/06 Ο Εμμανουέλ τηλεφώνησε στη δουλειά την Α.Ν. Πιροζκόβαγια (μηχανικός του Μετρό, σύζυγος του Ι. Ε. Μπάμπελ, εξωκομματική). Εκείνη του είπε από τηλεφώνου: «Είμαι τρελή από χαρά ακούγοντας τη φωνή σας. Ήμουν πολύ ανήσυχη για εμάς. Ήθελα να τηλεφωνήσω, αλλά δεν ήθελα να διακινδυνεύσω, αφού ήμουν πεπεισμένη πως θα μου απαντήσουν πως δεν είστε εκεί». Ο Εμμανουέλ συμφώνησε να πάει την ίδια κιόλας ημέρα να την συναντήσει την ώρα που σχολάει. Όντως συναντήθηκαν και τη συνόδευσε σπίτι. Ο Εμμανουέλ την ρώτησε γιατί ήταν ανήσυχη. Η Πιροζκόφα του είπε: «Είναι δυνατόν να μην γνωρίζετε τίποτα; Απορώ ακόμη πως δεν σας έπιασαν. Έχουν συλλάβει πολλούς. Έχω την αίσθηση ότι τους συλλαμβάνουν όλους χωρίς εξαιρέσεις, όλους όσους είχαν την παραμικρή σχέση με τους τροτσκιστές». Στο ερώτημα ποιους συνέλαβαν, η Πιροζκόβα απάντησε: «Από τους φίλους μου την Μαρούσια Σόλντσεβα, τον Εφίμ και τη Σόνια Ντρέιτσερ, την τελευταία σύζυγο του Οχότνικοβα την Σούρα Σολομκό, την Λιάλια Γκαέφσκαγια, και ξανασυνέλαβαν τον Γιάσα Οχότνικοφ». Η Πιροζκόφα είχε την εντύπωση πως συλλαμβάνουν τους πάντες ανεξαιρέτως και φοβόταν για τον εαυτό της και τον Μπάμπελ. 

Η Πιροζκόβα λέει πως ρώτησε τον Μπάμπελ: «Μπορεί να συλλάβουν κι εσείς;» Σε αυτό ο Μπάμπελ απάντησε: «Όσο ζούσε ο γέρος (Γκόρκι) ήταν αδύνατο. Τώρα παραμένει απλά δύσκολο». Για τη σύλληψη του Γιεφίμ Ντρέιτσερ του μίλησε η Σόνια Ντρέιτσε, για τη σύλληψη της Σόνια Πιροζκόβα το έμαθε η ίδια, όταν την επισκέφτηκε και βρήκε το δωμάτιο σφραγισμένο. Για τη σύλληψη της Μαρούσιας Σόλντσεβα τον Μπάμπελ ενημέρωσε ο τωρινός της σύζυγος Τζάνγκ Γκογκλίτζε (Γκογκομπερίτζε). Ο τελευταίος είναι μέλος του κόμματος, έχει δυσανασχετήσει πολύ με τη σύλληψη της Σόλντσεβα και ζήτησε πολλές φορές από τον Μπάμπελ να μεσολαβήσει. Αυτός (Γκογκολίτζε) είπε στον Μπάμπελ: «Θεωρούν πως η Σόλντσεβα είναι παρακολούθημα πότε του Οχότνικοφ και πότε του Λομινάτζε. Είναι όμως αυθύπαρκτη». 

Η Πιροζκόβα είναι πως στο σπίτι τους (στου Μπάμπελ) στις 26 Ιουνίου γευμάτισε ο Αντρέ Ζιντ. Εκτός από αυτόν ήταν ο Αζενστάιν και κάποιος άλλος Γάλλος συγγραφέας. Στο διαμέρισμα του Μπάμπελ ζει ο αδελφός του Αντρέ Μαρλό, Ρολάν Μαρλο, ο οποίος έμεινε στην Ε.Σ.Σ.Δ. για να εργαστεί ως σκηνοθέτης κινηματογράφου. 

Ο Εμμανουέλ ρώτησε: «Και τι γνωρίζει ο Ζιντ και οι άλλοι φίλοι του Μπάμπελ, για αυτές τις συλλήψεις;» Η Πιραζκόβα απάντησε πως νομίζει ότι δεν ξέρουν τίποτα. Ο Αντρέ Ζιντ, κατά την Πιραζκόβα, κατά τη διάρκεια του γεύματος μιλούσε με ενθουσιασμό για όλα όσα είδε στην Ε.Σ.Σ.Δ. Μετά την αναχώρησή του ο Μπάμπελ ρώτησε την Πιραζκόβα αν κατάλαβε για ποιο πράγμα μιλούσε ο Ζιντ (μαθαίνει Γαλλικά). Η Πιραζκόβα απάντησε πως κατάλαβε ότι ήτα ενθουσιασμένος με όλα όσα συμβαίνουν εδώ. Τότε ο Μπάμπελ της είπε: «Μην πιστεύετε αυτόν τον ενθουσιασμό. Είναι πονηρός σαν το διάβολο. Δεν ξέρει κανείς τι πρόκειται να γράψει όταν θα επιστρέψει στην πατρίδα του. Δεν είναι εύκολο να τον ξεγελάσεις. Ο Γκόρκι σε σύγκριση με αυτόν είναι ένα αγροτικός κωδονοκρώστης. Ο Ζιντ επιστρέφοντας στη Γαλλία μπορεί να πετάξει κάποιο διαβολικό κατασκεύασμα». 

Ο Εμμανουέλ και η Πιροζκόβα, συζητώντας στην πλατεία Νογκίν, συνάντησαν αναπάντεχα τον Μπάμπελ που περίμενε το τραμ. Η Πιροζκόβα είπε στον Μπάμπελ: «Είναι ο Ρομάν, ο οποίος, όπως φαίνεται, δεν έχει συλληφθεί. Ο Μπάμπελ ρώτησε τον Εμμανούελ, αστειευόμενος: «Δεν ντρέπεστε που δεν σας έχουν συλλάβει;» Ρώτησε τον Εμμανουέλ αν εργάζεται. Ο Εμμανουέλ απάντησε πως δεν εργάζεται. Τότε τον ρώτησε: «Δεν σας αφήνουν ή δεν ψάχνετε για δουλειά». Ο Εμμανουέλ απάντησε πως δεν μπορεί να βρει δουλειά. Τότε ο Μπάμπελ είπε: «Μήπως αυτό είναι σωτήριο για σας, αφού δεν σας ξέρουν;». Οι τρεις περπάτησαν μέχρι το διαμέρισμα του Μπάμπελ και τότε αυτός κάλεσε τον Εμμανουέλ να ανέβει μαζί τους για να φάνε μαζί. Ο Μπάμπελ άρχισε να ρωτάει τον Εμμανουέλ για τις συλλήψεις. Ο Εμμανουέλ του απάντησε ότι έχει πολύ καιρό να συναντήσει κάποιον, κι έτσι μόλις σήμερα έμαθε από την Πιροζκόβα για τις συλλήψεις. Ο Μπάμπελ τον ρώτησε αν ξέρει κάποιον από τους πρώην τροτσκιστές που να μην έχει συλληφθεί μέχρι τώρα. Ο Εμμανουέλ του απάντησε ότι η γειτόνισσα και παλιά του φίλη Ν. Β. Πολουγιάν τον επισκέπτεται καμιά φορά, αλλά δεν ξέρει αν έχει συλληφθεί. 

Ο Μπάμπελ ρώτησε τον Εμμανουέλ για τον Σμίγκλ, αν ξέρει πού βρίσκεται και πόσα χρόνια φυλακή καταδικάστηκε. Ο Μπάμπελ είπε πως δεν μπορεί να μάθει τίποτα ή να καταλάβει τις αιτίες των τελευταίων μαζικών συλλήψεων, αλλά ακόμη κι αν υπάρχουν κάποιες αιτίες, τι δουλειά μπορεί να είχαν με όλα αυτά άνθρωποι όπως ο Γιάσκα Οχότνικοφ ή ο Νόγια Μπλισκαβίντσκι, ο οποίος τρία χρόνια ήταν φυλακισμένος στην απομόνωση. Για τον Οχότνικοφ και τον Νόγια Μπλισκαβίτσκι η νέα σύλληψη και η νέα καταδίκη σημαίνουν ισόβια, είπε ο Μπάμπελ,. «Ουσιαστικά πρόκειται για μια αργόσυρτη εκτέλεση». 

«Αν πρέπει να εποικήσουμε την Κολιμά, είπε ο Μπάμπελ, τότε θα μπορούσαμε απλά να προτείνουμε στον κόσμο να πάει να εργαστεί εκεί, με τέτοιο τρόπο ώστε να μην μπορούν να αρνηθούν την προσφορά». 

Όταν ο Μπάμπελ πήγε στο δωμάτιό του, η Πιροζκόβα του μετέφερε λόγια του Μπάμπελ, μία σειρά κουτσομπολιών για την ηγεσία του Πανενωσιακού Κομμουνιστικού Κόμματος (Μπολσεβίκοι) σε σχέση με το θάνατο του Γκόρκι. 

Ο Μπάμπελ αμέσως μετά το γεύμα πήγε στο δωμάτιο του για να κοιμηθεί και φεύγοντας ζήτησε από τον Εμμανουέλ να τους επισκέπτεται. 

Στην ερώτηση του Μπάμπελ, αν γνωρίζει κάτι για την τύχη του Α. Κ. Βορόνσκι, ο Μπάμπελ απάντησε: «Φυσικά και ξέρω. Ο Βορίντσκι έχει διαγραφεί από το κόμμα, αλλά δεν έχει συλληφθεί και του άφησαν το διαμέρισμα». 

Βοηθός προϊσταμένου του 1ου τμήματος

Υπολοχαγός της Κρατικής Ασφάλειας

Μπόγκεν

Κεντρικό Αρχείο της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Ασφαλείας (FSB) της Ρωσικής Ομοσπονδίας

Κιβώτιο 3, Κατάλογος 3, Φάκελλος 65, Φύλλα 225- 228

Πρωτότυπο. Δαχτυλόγραφο. 

Κατά του μήνες Ιούλιο και Αύγουστο, η ανάκριση του συγγραφέα δεν προχωρούσε. Είναι πολύ πιθανόν η τρόικα των Σέρικοφ - Κουλεσόφ και Σβάρτμαν, να έκανε διακοπές Στις 11 Σεπτεμβρίου ο φάκελος του Μπάμπελ φεύγει από την ανακριτική διεύθυνση της N.K.V.D. και ανατίθεται στην ανακριτική διεύθυνση της Γενικής Διεύθυνσης Κρατικής Ασφάλειας της N.K.V.D. Μία νέα τρόικα ανακριτών αναλαμβάνει τον ταλαιπωρημένο συγγραφέα, αποτελούμενη από τους Ακόποφ, Κοντσόφ και Ρόντος. Οι τρεις αυτοί ανακριτές έμειναν στην ιστορία ως οι τρομακτικότεροι βασανιστές της εποχής. Μπορούμε, εύκολα, να καταλάβουμε τις μεθόδους ανάκρισης που εφάρμοσαν στην περίπτωση του δύστυχου συγγραφέα. 

Την ίδια ημέρα ο Μπάμπελ, προφανώς καθ’ υπόδειξη των ανακριτών, στέλνει στον Λαβρεντι Μπέρια την παρακάτω επιστολή: 

Προς τον Λαϊκό Κομισάριο Εσωτερικών Υποθέσεων

Ένωσης Σ.Σ.Δ. 

Η επανάσταση άνοιξε το δρόμο για τον ταλέντο μου, ένα δρόμο ευτυχισμένης και χρήσιμης δουλειάς. Ο ατομικισμός που με χαρακτήριζε, οι ψευδείς λογοτεχνικές απόψεις, η επιρροή των τροτσκιστών, υπό την οποία βρισκόμουν στην αρχή της λογοτεχνικής μου δουλειάς, με υποχρέωσαν να αποκλίνω από αυτό το δρόμο. Χρόνο με το χρόνο τα γραπτά μου γινόταν ολοένα και πιο άχρηστα και εχθρικά απέναντι στον σοβιετικό αναγνώστη∙ θεωρούσα όμως πως εγώ έχω δίκιο και όχι αυτός. Εξαιτίας της θανάσιμης ρήξης αυτής, σακάτεψα την πηγή του έργου μου, έκανα προσπάθειες να απαλλαγώ από την αιχμαλωσία της τυφλής αυταρέσκειάς μου∙ οι προσπάθειες αυτές ήταν θλιβερές και αδύναμες. Γνώρισα την απελευθέρωση στη φυλακή. Κατά τους μήνες της κράτησής μου κατάλαβα και αναθεώρησα περισσότερα, ίσως, από όσα είχα κάνει προς αυτή την κατεύθυνσή σε όλη την προηγούμενη ζωή μου. Με τρομακτική καθαρότητα είδα τα λάθη και τα εγκλήματα της ζωής μου, την αθλιότητα και τη σαπίλα του περιβάλλοντός μου, το οποίο ήταν τροτσκιστικό κατά κύριο λόγο. Με όλη μου την ύπαρξη κατάλαβα ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν είναι μόνο εχθροί και προδότες του σοβιετικού λαού, αλλά και φορείς μίας κοσμοαντίληψης, στην οποία όλα είναι σε αντίθεση με την απλότητα, την καθαρότητα, τη χαρά και την ηθική υγεία, είναι σε αντίθεση με όλα όσα αποτελούν την αληθινή ποίηση. Η κοσμοαντίληψη αυτή εκφραζόταν με τον ευτελή σκεπτικισμό, την αλαζονεία της επαγγελματικής δυσπιστίας, στην απεχθή καθυστέρηση και την παρακμή κατά τα πρώτα χρόνια της επανάστασης, την άστατη προσωπική ζωή, την υιοθέτηση της ακολασίας και της νεανίζουσας συμπεριφοράς. Στην μοναξιά, είδε με νέο βλέμμα τη Σοβιετική χώρα έτσι όπως είναι στην πραγματικότητα, - απερίγραπτα όμορφη, πράγμα που κάνει ακόμη πιο βασανιστική την εικόνα των αθλιοτήτων της προηγούμενης ζωής μου.

Πολίτη Λαϊκέ Κομισάριε

Κατά τη διάρκεια της ανάκρισης, χωρίς να λυπάμαι τον εαυτό μου, κυριευμένος μόνο από την επιθυμία της κάθαρσης, της εξιλέωσης, ομολόγησα όλα μου τα εγκλήματα. Θα ήθελα να ενημερώσω και για μία άλλη πλευρά της ζωής μου, τη λογοτεχνική δουλειά, η οποία γινόταν κρυφά από τον υπόλοιπο κόσμο, βασανιστικά, με διακοπές, αλλά αδιάκοπα. 

Σας παρακαλώ, πολίτη Λαϊκέ Κομισάριε, να μου επιτρέψετε να βάλω σε τάξη τα κατασχεμένα χειρόγραφά μου. Περιέχουν προσχέδια διηγημάτων για την κολλεκτιβοποίηση και τα κολχόζ της Ουκρανίας, υλικό για ένα βιβλίο για τον Γκόρκι, σχεδιάσματα μερικών δεκάδων διηγημάτων, μισό θεατρικό έργο, ένα έτοιμο σενάριο. Τα χειρόγραφα αυτά, είναι αποτέλεσμα οκταετούς εργασίας, μέρος των οποίων υπολόγιζα φέτος να αποτελέσουν ένα βιβλίο έτοιμο προς δημοσίευση. 

Σας παρακαλώ επίσης να μου επιτρέψετε να σχεδιάσω έστω το προσχέδιο ενός βιβλίου για τον δρόμο μου, ένα δρόμο εν πολλοίς τυπικό, για το δρόμο που με οδήγησε στην πτώση και τα εγκλήματα κατά της σοσιαλιστικής χώρας. Με βασανιστική και ανελέητη καθαρότητα βρίσκεται μπροστά μου∙ με πόνο νιώθω πως επιστρέφουν η έμπνευση και οι δυνάμεις της νιότης, φλέγομαι από τη δίψα της δουλειάς, τη δίψα της εξιλέωσης για να καταδικάσω τη ζωή που τόσο άσκοπα και εγκληματικά ξόδεψα.