Μεταρρύθμιση σημαίνει «αλλάζω τον τρόπο με τον οποίο έκανα κάτι μέχρι χθες».
Όσοι παρακολουθούμε και διαβάζουμε τα Μνημόνια, γνωρίζουμε ότι πολλές μεταρρυθμίσεις που ψηφίστηκαν την τελευταία 10ετία, την εποχή των Μνημονίων, στην πραγματικότητα έμειναν στα χαρτιά. Γι’ αυτό και δεν είχαν τη θετική επίπτωση που μπορούσαν και έπρεπε να έχουν -γι’ αυτό άλλωστε δρομολογήθηκαν- στην ελληνική οικονομία.
Με άλλα λόγια, στον τομέα των μεταρρυθμίσεων συνέβη το αντίθετο απ’ ό,τι στον τομέα της δημοσιονομικής προσαρμογής, τομέα στον οποίο η Ελλάδα έχει επιτύχει στο 100% καταφέρνοντας τη μεγαλύτερη δημοσιονομική προσαρμογή συγκριτικά με κάθε άλλο κράτος στη Δύση κατά τη μεταπολεμική περίοδο.
Όσον αφορά όμως τις μεταρρυθμίσεις -αναφέρομαι στην υλοποίηση, όχι την ψήφιση-, η χώρα μας έχει μείνει πάρα πολύ πίσω. Και επειδή εμείς οι Έλληνες είμαστε γενικά άνθρωποι της συνήθειας, δηλαδή δεν μας αρέσει να αλλάζουμε, αλλά και -κυρίως- επειδή όταν επιχειρούνται αλλαγές, συνήθως προσκρούουν σε συμφέροντα, τα οποία έχουν αποδειχθεί πολύ πιο ανθεκτικά απ’ ό,τι κανείς θα ανέμενε.
Βεβαίως, είναι άδικο να είμαστε απαξιωτικοί. Στο τέλος της δεκαετίας των Μνημονίων, η Ελλάδα είναι μια χώρα σε πολύ καλύτερη θέση απ’ ό,τι ήταν στην αρχή της δεκαετίας όταν, για παράδειγμα, το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο ανερχόταν σε 32 δισ. ευρώ. Είναι αλήθεια, όμως, ότι σε πολλούς δείκτες -όπως τους επισημαίνει και στην ενδιάμεση έκθεσή της η επιτροπή Πισσαρίδη, στην οποία μετέχουν κορυφαίοι Έλληνες οικονομολόγοι- υστερούμε.
Τώρα έχουμε λοιπόν την ιστορική ευκαιρία να προχωρήσουμε σε ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις για να μπορέσουμε να μετασχηματίσουμε την ελληνική οικονομία σε μοντέρνα, ανοιχτή και ανταγωνιστική και να την εδραιώσουμε σε γερά θεμέλια για τις επόμενες δεκαετίες.
Κι είναι τώρα η ευκαιρία διότι η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη
- πιστεύει στις μεταρρυθμίσεις, αναλαμβάνοντας, όπως συνηθίζουμε να λέμε, την «ιδιοκτησία» τους,
- έχει λάβει ισχυρή εντολή από τον ελληνικό λαό, ακριβώς στη βάση αυτής της μεταρρυθμιστικής της ατζέντας,
- έχει τη βούληση να αξιοποιήσει το -ισχυρό- πολιτικό της κεφάλαιο για να προχωρήσει τις μεταρρυθμίσεις που είναι αναγκαίες, αλλά δεν έγιναν τα προηγούμενα χρόνια.
- εξασφάλισε από την Ευρωπαϊκή Ένωση το μεγαλύτερο στην Ιστορία χρηματοδοτικό εργαλείο συνολικού ύψους 72 δισ. ευρώ έως το 2027.
Είναι εξαιρετικά σημαντικό ότι ως χώρα έχουμε στη διάθεσή μας αυτό το τεράστιο χρηματοδοτικό εργαλείο, γιατί πολλές μεταρρυθμίσεις χρειάζονται και χρήματα για να προχωρήσουν. Δεν αρκεί, όμως, να το λέμε. Πρέπει να το κάνουμε πράξη.
Κι εμείς στο υπουργείο Ανάπτυξης & Επενδύσεων κινούμαστε με ταχύτητα -κάναμε ήδη την πρώτη σύσκεψη την περασμένη Τετάρτη- ώστε μέχρι τις 24 Αυγούστου να έχουμε καταθέσει τις προτάσεις μας στην Εκτελεστική Επιτροπή του Ταμείου Ανασυγκρότησης, όπως προβλέπεται στο χρονοδιάγραμμα που έχει τεθεί.
Οι προτάσεις όλων των υπουργείων, μετά και τον κοινωνικό διάλογο που θα γίνει, θα πρέπει μέχρι τέλος Σεπτεμβρίου να έχουν ενσωματωθεί σε κείμενο εργασίας συμπληρούμενο από την τελική έκθεση της ομάδος Πισσαρίδη. Το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης της Ελλάδας θα πρέπει μέχρι τέλος Οκτωβρίου να έχει κατατεθεί επίσημα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και μέχρι τον Απρίλιο του 2021 να έχει λάβει την έγκριση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Πρόκειται για ιστορική ευκαιρία, μεγάλη πρόκληση και εθνικό στοίχημα, το οποίο πρέπει να το κερδίσουμε.
* Ο Άδωνις Γεωργιάδης είναι υπουργός Ανάπτυξης & Επενδύσεων.
Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο του σαββατοκύριακου 8-9 Αυγούστου.