Ήδη από το καλοκαίρι του 2020, η επικεφαλής οικονομολόγος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Γκίτα Γκίπιναθ, είχε αναφερθεί στο παγκόσμιο οικονομικό ρίσκο, από την τεχνητή διατήρηση στη ζωή των μη βιώσιμων επιχειρήσεων, μέσω των κρατικών προγραμμάτων στήριξης.
Μια στις πέντε επιχειρήσεις, επιβιώνουν όχι λόγω του κερδοφόρου επιχειρηματικού μοντέλου τους, αλλά λόγω της ρευστότητας μηδενικού κόστους και των κρατικών ενισχύσεων.
Έχουν περάσει σχεδόν δύο χρόνια και με βάση τις εκθέσεις των κεντρικών τραπεζών, το πρόβλημα αυτό παραμένει. Οι πόροι που διοχετεύονται μέσω των μηχανισμών στήριξης και ανασυγκρότησης των οικονομιών και των επιχειρήσεων δεν είναι απεριόριστοι. Ούτε είναι δωρεάν. Έχουν κόστος, διότι οι πηγές τους είναι δανεικά κεφάλαια. Οπότε πρέπει να αποπληρωθούν.
Η αποπλήρωση αυτών των δανείων μπορεί να γίνει μόνο μέσω της μεγέθυνσης της οικονομικής πίτας. Δηλαδή της ανάπτυξης. Τι όμως μπορούν να προσφέρουν στην ανάπτυξη οι εταιρείες ζόμπι; Τίποτα απολύτως.
Τι είναι οι εταιρείες ζόμπι; Είναι οι εταιρείες που βρίσκονται σε καθεστώς τραπεζικής τεχνητής αναπνοής. Που δεν ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους απέναντι στις χρηματοδοτήσεις που έχουν δεχθεί.
Είναι εταιρείες που δεν παράγουν ανταγωνιστικά προϊόντα και δεν προσφέρουν ανταγωνιστικές υπηρεσίες. Δρουν και επιβιώνουν με κεφάλαια τρίτων, όπως είναι τα τραπεζικά δάνεια και οι προκαταβολές πελατών.
Και τα ταμειακά διαθέσιμα τους προέρχονται από τις υποχρεώσεις προς τους προμηθευτές, προς τα ασφαλιστικά ταμεία και προς τις φορολογικές αρχές, τις οποίες καθυστερούν ή και δεν πληρώνουν.
Με τη συμπεριφορά τους προκαλούν σημαντικές στρεβλώσεις στην αγορά και δημιουργούν ένα ιδιότυπο ανταγωνισμό, απέναντι στην πραγματική επιχειρηματικότητα.
Ειδικά σήμερα που τα κεφάλαια, που κατευθύνονται σε εταιρείες που επλήγησαν από το lockdown και σε εταιρείες που βάλλονται από το υπέρμετρο ενεργειακό κόστος, έχουν σαν στόχο τη στήριξη τους στην προσπάθεια τους, να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα, να καινοτομήσουν, να εξελιχθούν και να κινηθούν ανταγωνιστικά την επόμενη ημέρα.
Όμως οι μη βιώσιμες εταιρείες, οι εταιρείες ζόμπι, εισπράττουν τις ενισχύσεις, επιβιώνοντας λαθραία, δίχως να μπορούν να μεταβάλλουν το επιχειρηματικό τους μοντέλο. Διότι τα ζόμπι, για χίλιους δυο λόγους, έχουν ισολογισμούς που δεν στέκουν πουθενά και μετόχους που δεν έχουν τη δυνατότητα ή τη βούληση να τις χρηματοδοτήσουν.
Ωστόσο, χρηματοδοτούμενες από το δημόσιο, έστω και με αυτά τα πακέτα στήριξης, αποστερούν πόρους από τις εταιρείες, που έχουν πραγματικές προοπτικές.
Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ, είχε επισημάνει το πρόβλημα από το καλοκαίρι του 2021, αφού είδε τα αποτελέσματα των πακέτων στήριξης που λύγισαν τις περισσότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Βέβαια, η πρόεδρος της ΕΚΤ είχε προσεγγίσει το θέμα από τη τραπεζική σκοπιά. Από τους κινδύνους για το τραπεζικό σύστημα.
Ο πρωταρχικός στόχος των κρατικών επιδοτήσεων ήταν και παραμένει, oι επιχειρήσεις να σταθούν όρθιες. Όμως η παρασχεθείσα ρευστότητα κατευθύνθηκε προς τους πάντες, συμπεριλαμβανομένων και των εταιρειών ζόμπι, που δεν έχουν να προσφέρουν όμως κάτι στην οικονομία και δεν παράγουν ουσιαστικό πλούτο.
Έτσι όχι μόνο δεν θα συμβάλλουν στην ανάπτυξη της χώρας, αλλά δεν θα επιστρέψουν στην κοινωνία και στο δημόσιο, τους απαραίτητους πόρους για την αποπληρωμή των δανείων που έχει λάβει η χώρα για λογαριασμό τους.
Δυστυχώς, η εμφάνιση απανωτών κρίσεων, όπως της πανδημίας, του ενεργειακού σοκ και τώρα του οικονομικού πολέμου, δίνει παράταση ζωής στις εταιρείες ζόμπι, μέσω τω προγραμμάτων στήριξης. Αποστερώντας από τις υγιείς παραγωγικές εταιρίες μερίδιο αγοράς, μερίδιο τραπεζικών πιστώσεων και πραγματικούς ανταγωνισμού όρους ανταγωνισμού.
Διότι οι εταιρείες ζόμπι, ζουν στις παρυφές της επιχειρηματικότητας, παρασιτώντας. Η παράταση της ζωής τους, έστω και σε συνθήκες τεχνητής αναπνοής, δεν επιτρέπει ακόμα και στους εμπλεκόμενους σε αυτές, μετόχους και εργαζόμενους, να προσπαθήσουν και να κυνηγήσουν ένα νέο ξεκίνημα.