Του Κυριάκου Αθανασιάδη
Κατά ένα ποσοστό της τάξεως του 90%, χρησιμοποιώ το Twitter για να ενημερώνομαι σχετικά με τις διεθνείς εξελίξεις στους τομείς των ενδιαφερόντων μου: πολιτική, βιβλίο, κινηματογράφος, κόμικς. Ακολουθώ 120 λογαριασμούς όλους κι όλους, εκ των οποίων οι 100 είναι ποικίλα μίντια ή εκδοτικοί οίκοι. Έχω κρατήσει μόνο καμιά δεκαριά Έλληνες σχολιαστές της επικαιρότητας, κυρίως για να βλέπω τα trend στη Νεφελοκοκκυγία αυτή του διαδικτύου ή/και για να παίρνω καμιά ιδέα για την παρούσα στήλη. Και λέω, «Έχω κρατήσει», γιατί πράγματι προ εννέα ετών που πρωτομπήκα στο Twitter και για τα επόμενα ένα-δυο χρόνια ακολουθούσα μερικές εκατοντάδες. Πράγμα ηλίθιο: μην το κάνετε, είναι χάσιμο χρόνου, κάτι παρόμοιο με τον θάνατο αλλά με τη δυνατότητα να σε αποβλακώνει κι από πάνω.
Λοιπόν, οι περίπου δέκα αυτοί είναι αρκετοί — και με το παραπάνω. Με τα retweet που κάνουν, ή τον σχολιασμό τους σε διάφορα thread, σου προσφέρουν μία αρκετά καλή θέα σχεδόν σε ό,τι γίνεται εκεί μέσα. Στους καβγάδες δηλαδή και στα ξεμπροστιάσματα. (Δεν έχει κάτι άλλο το Twitter, αν δεν ακολουθείς λογαριασμούς σαν αυτούς που προείπα — και αν φυσικά δεν διαβάζεις και τα σχόλια επ' αυτών, γιατί κι εκεί το επίπεδο είναι γκιουλιβερικά χαμηλό).
Εν πάση περιπτώσει, διαπιστώνω πως το καινούργιο κοσκινάκι τού ΣΥΡΙΖΑ, που οι φιλότιμοι εργατοϋπάλληλοι του των 60 λεπτών ανά tweet (τι δουλειά κι αυτή!) έχουν βγάλει στη λαϊκή και διαφημίζουν 24/7, είναι το «Η Χρυσή Αυγή δεν ήταν στην Πλατεία των Αγανακτισμένων».
ΝΑΙ, το ξέρω, γελάει ο κόσμος, μιας και όλοι ξέρουν, και όλοι ξέρουμε, την αλήθεια. Οι ναζί ήταν το ήμισυ του σκληρού πυρήνα της Πλατείας, μάγουλο με μάγουλο με την Αριστερά, και φιλιόνταν με τους ριζοσπάστες Αριστερούς στο στόμα μουτζώνοντας αντάμα, χεράκι-χεράκι, τη Βουλή και κάνοντας τους αφελείς (εντέλει εννοώ ηλιθίους) πολίτες να λένε και να πιστεύουν πως «Όλοι οι πολιτικοί είναι ίδιοι» και πως οι κακοί ξένοι απεργάζονται τον αφανισμό των Ελλήνων, και πως τα Μνημόνια ήρθαν για να μας πεθάνουν, και «Αέρα, αέρα» κλπ. Αυτά τα ξέρουμε, και δεν τα ξέρουμε επειδή μάς τα 'πε κάποιος ή επειδή τα διαβάσαμε στο βιβλίο, αλλά γιατί έγιναν χτες, όχι προπολεμικά. Χτες, και εδώ.
Βέβαια, υπάρχουν και εκείνοι οι χρήστες που, γελώντας, απαντούν στους πληρωμένους γελοίους με στοιχεία, με φωτογραφίες, με κείμενα, με βίντεο, δείχνοντας του λόγου το αληθές. Όμως οι άλλοι εκεί: επιμένουν. Δεν ιδρώνει το αυτί τους και δεν τους καίγεται καρφί.
Γιατί; Μήπως επειδή είναι ανόητοι; Ναι, ανόητοι είναι, ασφαλώς —είναι παροιμιωδώς ανόητοι—, αλλά δεν το κάνουν γι' αυτό. Το κάνουν γιατί έτσι τούς είπαν. Το κάνουν γιατί αυτή είναι η γραμμή (μεταξύ άλλων, παρομοίων) που έδωσε η Κουμουνδούρου και μετέφεραν οι Αϊνστάιν της πολιτικής επικοινωνίας που σιτίζονται από αυτήν. Το κάνουν γιατί έχουν καταλάβει (όχι ότι δεν το ήξεραν από πριν, βέβαια) ότι στηρίζουν την όποια πολιτική αυριανή τους επιβίωση στους Απολύτως Βλαμμένους. Δηλαδή όχι στα βαμμένα στελέχη τους — που πόσα να είναι πια; σιγά τη στρατιά. Ούτε στους μετακλητούς — που κι αυτοί είναι κάτι μετρημένες χιλιάδες αχρήστων όλοι κι όλοι, δεν είναι δα και προς πανικό. Αλλά στους Απολύτως Βλαμμένους. Στους ευεπίφορους στα πάντα. Στους επιρρεπείς στη μαλ… συγγνώμη: στους επιρρεπείς στο λάθος. Στους αναποφάσιστους των δημοσκοπήσεων —κάμποσες εκατοντάδες χιλιάδες κοσμάκης δηλαδή— που αποφασίζουν την τελευταία συνήθως στιγμή με ποιους θα πάν' (και ποιους θ' αφήσουν), ανάλογα με το πού φυσάει ο άνεμος, ανάλογα με το συμφέρον τους της στιγμής —όπως το κρίνουν με τα ελλιπή και παντελώς λάθος στοιχεία που μπορούν να συλλέξουν, και με το λιγοστό τους μυαλό—, ανάλογα με το ποιος θα τους κολακέψει καλύτερα, ανάλογα με το ποιος θα τους κοροϊδέψει πιο εύστοχα κλπ. κλπ.
Έχουν λοιπόν εδώ και καναδυό μήνες ξεκινήσει (με το μυαλό τους) μία αποδόμηση του Μητσοτάκη και της Νέας Δημοκρατίας, όχι γενικώς και αορίστως, όχι στη βάση του διπόλου μνημόνιο-αντιμνημόνιο και άλλα τέτοια προϊστορικά, όχι για δέκατους τρίτους μισθούς και συντάξεις, που δεν τους παίρνει, όχι μιλώντας για… σκάνδαλα, Λίστες Λαγκάρντ, Novartis, και όλο το άλλο τζούφιο και παροπλισμένο πλέον οπλοστάσιό τους (που εμπιστεύτηκαν στον πιο μπούφο και πιο κωμικό όλων των υπαλλήλων τους, τον ανθυποαυριανιστή Βαξεβάνη), αλλά «πολιτικά», χαρακτηρίζοντας ακροδεξιό αυτόν, και ακροδεξιά εκείνην. Και κεντροαριστερό τον στρατάρχη Καμμένο, αύριο-μεθαύριο.
Στο πλαίσιο αυτό ξεκίνησαν κι αυτή τη νέα παραχάραξη της (ξαναλέμε: χθεσινής!) ιστορίας, με τις Πλατείες και τη δήθεν απουσία από εκεί, ΑΠΟ ΔΙΠΛΑ ΤΟΥΣ, των νεοναζί. Δεν είναι (μόνο) που πασχίζουν να φανούν καλά καγαθά παιδιά, συνεπείς αγωνιστές στον δρόμο της λαϊκής πάλης και άλλα τέτοια καραγκιοζιλίκια: είναι που επιχειρούν, και καλά αποκαθαρμένοι, να συγκεντρώσουν διά της αντιδιαστολής καθετί αρνητικό (βλ. Ακροδεξιά!) στο πρόσωπο του Κυριάκου. Τα παπαγαλάκια τους στο Twitter, άνθρωποι χωρίς αιδώ, χωρίς τσίπα, έχουν επιδοθεί σε έναν μέχρις εσχάτων γκεμπελίστικο αγώνα — έναν επιθεωρησιακό θρίαμβο.
Μιλάμε πραγματικά για τον επιθανάτιο ρόγχο του Καθεστώτος.
Βλέποντας το ναυάγιο που έρχεται και ακούγοντας τα νερά που ήδη βράζουν στο τρύπιο αμπάρι, προσπαθούν από τώρα να πιαστούν από τα μαλλιά τους. Μέχρι τις εκλογές δεν θα τους έχει μείνει τρίχα. Και θα αποτύχουν, όπως απέτυχαν και όλα τα άλλα που επιχείρησαν. Γιατί ακόμη και οι Απολύτως Βλαμμένοι έχουν αρχίσει και κουνάνε το κεφάλι τους με απορία και δέος. Και, αύριο, με οργή.