Έχει περάσει ένας χρόνος από την ημέρα που ο ΣΥΡΙΖΑ πέρασε στον χώρο της αντιπολίτευσης και αδυνατεί ακόμα να συγκροτήσει έναν ουσιαστικό αντιπολιτευτικό λόγο. Η παρουσία των στελεχών του εξαντλείται είτε σε καταστροφολογικές ρητορείες είτε σε υστερικές κραυγές είτε σε έναν λόγο στείρο και καταγγελτικό.
Με άλλα λόγια η ηγετική ομάδα του κόμματος αδυνατεί να αντιληφθεί πως δεν βρίσκεται στο 2013 ή στο 2014, όταν ερχόταν προς την εξουσία καβάλα στο αντιμνημονιακό κύμα. Πέρασαν 54 μήνες διακυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ που αποδοκιμάστηκαν πανηγυρικά από τους πολίτες σε τέσσερις εκλογικές αναμετρήσεις.
Μάλιστα οι ΑΝΕΛ έπαψαν να υφίστανται.
Έτσι σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ αδυνατεί να ανταποκριθεί στα καθήκοντα του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ποια είναι αυτά;
Ένα κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης εκτός από το να ελέγχει, πρέπει και να προτείνει. Ελέγχει την εξουσία και με τις συγκεκριμένες προτάσεις του δηλοί πως είναι έτοιμο να ξανακυβερνήσει.
Η πολιτική είναι σε τελική ανάλυση η τέχνη του συγκεκριμένου. Πολιτική είναι η παραγωγή πολιτικών. Γενικόλογες προτάσεις και ευχολόγια δεν μπορεί να δημιουργήσουν πλειοψηφικό ρεύμα. Ούτε ο καταγγελτικός λόγος, πολύ δε περισσότερο όταν το κόμμα που τον εκφέρει μόλις έχει εγκαταλείψει, ηττημένο, την εξουσία.
Υπάρχει εγγενές πρόβλημα αξιοπιστίας.
Είναι αυτονόητο πως ένα σοβαρό κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης αποτελεί παράγοντα σταθερότητας του πολιτικού συστήματος, καθώς με τις συγκεκριμένες προτάσεις του όχι μόνον δίνει το πολιτικό στίγμα του, αλλά φανερώνει και τον σεβασμό του στους θεσμούς της φιλελεύθερης δημοκρατίας.
Τον τελευταίο καιρό το ΚΙΝΑΛ έχει δημιουργήσει την ευχάριστη έκπληξη με τον τρόπο που αντιπολιτεύεται την κυβέρνηση. Χωρίς υστερικές κραυγές, κάνει προτάσεις ουσιαστικές. Παράγει πολιτική, καθώς υποχρεώνει την κυβέρνηση, στην προσπάθεια της να πετύχει την μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση, να υιοθετεί κάποιες από αυτές.
Αυτό έγινε στο νομοσχέδιο για τις διαδηλώσεις. Εκεί συγκρούστηκαν δύο αντιπολιτευτικές φιλοσοφίες.
Από την μια μεριά ο στείρος αντιπολιτευτικός λόγος του ΣΥΡΙΖΑ, με τις πεζοδρομιακές πρακτικές και από την άλλη μεριά οι στοχευμένες προτάσεις του ΚΙΝΑΛ. Ποια πολιτική ήταν πιο αποτελεσματική; Ποια πολιτική παρέμβαση τροποποίησε το κυβερνητικό νομοσχέδιο; Ποιο από τα δύο κόμματα φάνηκε πιο χρήσιμο στην δημοκρατία μας;
Είναι ολοφάνερο πως το ΚΙΝΑΛ έχει χαράξει με σαφήνεια τις διακριτές γραμμές του. Επιτίθεται με σφοδρότητα στον παραπαίοντα, λόγω αποκαλύψεων, ΣΥΡΙΖΑ και αντιπολιτεύεται με ουσιαστικό λόγο την κυβέρνηση. Συμπράττει με την κυβέρνηση, εφόσον οι προτάσεις του Κινήματος γίνονται στα βασικά τους σημεία αποδεκτές.
Δηλαδή το ΚΙΝΑΛ ασκεί σήμερα καθήκοντα αξιωματικής αντιπολίτευσης. Καλύπτει το κενό που αφήνει η αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ να ανταποκριθεί με επιτυχία στις νέες πολιτικές συνθήκες.
Έτσι, μόνον τυχαίες δεν είναι οι επιθέσεις που δέχεται τον τελευταίο καιρό από τα έντυπα της Δεξιάς συνιστώσας του ΣΥΡΙΖΑ.
Νομίζω και η κυβέρνηση βλέπει με θετικό μάτι τον τρόπο με τον οποίο πολιτεύεται τον τελευταίο καιρό το ΚΙΝΑΛ. Κάθε κυβέρνηση επιθυμεί να έχει απέναντι της μιαν εποικοδομητική αντιπολίτευση. Να δέχεται κριτική, αλλά και συγκεκριμένες προτάσεις.
Κάποιοι φίλοι της Νέας Δημοκρατίας δυσανασχετούν κάθε φορά που η κυρία Γεννηματά ασκεί οξεία κριτική στην κυβέρνηση. Αγνοούν πως το ΚΙΝΑΛ είναι κόμμα της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας με τις δικές του προγραμματικές θέσεις. Ο διμέτωπος αγώνας απορρέει από την θέση του στην πολιτική γεωγραφία και είναι επιβεβλημένος.
Πάντως τον τελευταίο καιρό το ΚΙΝΑΛ δείχνει πως βρίσκει τον βηματισμό του, αποκτώντας πολιτική δυναμική μεγαλύτερη του εκλογικού ποσοστού του.