Του Αντώνη Δαρζέντα*
Στην Ελλάδα το ποσοστό των Φιλελεύθερων, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγω και τον εαυτό μου, δεν είναι πάνω από 5 % του πραγματικού εκλογικού σώματος. Δηλαδή όχι πάνω από 250 χιλιάδες ανθρώπους. Μιλάμε γι αυτούς που είναι και οικονομικά αλλά και κοινωνικά φιλελεύθεροι. Δηλαδή σταθερά ταγμένοι υπέρ της ελεύθερης αγοράς αλλά και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των δικαιωμάτων των μειονοτήτων όπως εκφράζονται στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες.
Δεν φτάνει που είμαστε λίγοι, λιγότεροι από τους Ορθόδοξους κομμουνιστές της χώρας είμαστε και χωρισμένοι ακριβώς όπως αυτοί. ΚΚΕ (μ-λ), Μ-Λ ΚΚΕ και τα συν αυτώ κομματίδια. Αλλά και στην ίδια παράταξη να είμαστε, οι μισοί δεν χωνεύουμε τους άλλους μισούς. Άλλοι φιλελεφτ, άλλοι φίλε-right άλλοι φιλελέδες.
Κατά καιρούς έχουμε ψηφίσει από Τζημερο στην αρχή του, μέχρι Φώτη Κουβέλη στα τελευταία του. Μεταξύ αυτών Δράση, ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, Ποτάμι. Οι περισσότεροι ΜενουμεΕυρώπηδες οι μισοί στο Παραιτηθείτε οι άλλοι μισοί όχι.
Οι πιο παλιοί από εμάς είδαμε μια προσπάθεια από τον πατέρα του Κυριάκου Κωνσταντίνο Μητσοτάκη η οποία πνίγηκε στην βία των ΣταμουλοΚολαδων και το κύμα του Παπανδρεϊσμού που σάρωνε την Ελλάδα για πολλά χρόνια και που η ουρά της ζει ακόμα.
Οι πιο καινούριοι σκύψαμε με απογοήτευση το κεφάλι όταν στο δημοψήφισμα είδαμε την πλειοψηφία του 62 % να προτιμά να παίξει στα ζάρια την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας. Είδαμε τον λαϊκισμό να μας σαρώνει και την ελληνική κοινωνία να δείχνει πως μετά από δέκα χρόνια κρίσης να μην έχει καταλάβει τα αίτια της.
Σκύψαμε ταπεινωμένοι το κεφάλι και το ρίξαμε στους λούγκους εσπρεσους και στα Απερολ σπριτζ αμπελοφιλοσοφώντας και αλληλοσπαρασόμενοι χειρότερα από τις κομμουνιστικές φράξιες.
Κάναμε όμως την κρίσιμη στιγμή οι περισσότεροι από εμάς κάτι άξιο θαυμασμού. Είδαμε στον Κυριάκο Μητσοτάκη την τελευταία μας ευκαιρία. Και σηκωθήκαμε από τον καναπέ, αφήσαμε τον εσπρέσο να κρυώνει και το Άπερολ να παλιώνει και την κρίσιμη στιγμή αλλάξαμε την Νέα Δημοκρατία. Και από ένα Δεξιό μουστακαλίδικο σόσιαλ- συνέχεια του ΠΑΣΟΚ - μόρφωμα, της δώσαμε λίγη φιλελεύθερη ορμή.
Και παρότι συνεχίσαμε να πλακωνόμαστε μεταξύ μας, οι περισσότεροι τον ψηφίσαμε και στις εκλογές. Και κάναμε την διαφορά. Όχι μόνο με την ψήφο μας αλλά και με την επιρροή μας στην μεσαία τάξη. Μάλλιασε η γλώσσα μας αλλά πες, πες, άλλαξε το κλίμα. Βοήθησε βέβαια σε αυτό και η απομυθοποίηση της Πρώτης Φοράς Αριστεράς που ξεβράκωθηκε πλήρως τόσο ιδεολογικά όσο και στο μέτωπο της καθημερινότητας.
Είχαμε την τύχη λοιπόν να δούμε για πρώτη φορά μια κυβέρνηση στην χώρα να βγαίνει χωρίς να υπόσχεται διορισμούς αλλά συγκράτηση τους. Είδαμε για πρώτη φορά κυβέρνηση να υπόσχεται δουλειές στον ιδιωτικό τομέα και επενδύσεις. Είδαμε για πρώτη φορά στελέχη με υψηλές θέσεις στον ιδιωτικό τομέα να αναλαμβάνουν νευραλγικες θέσεις διοίκησης. Είδαμε ανθρώπους με ένσημα και πραγματικά μεροκάματα στον ιδιωτικό τομέα και όχι συνδικαλες και κρατικοδίαιτους να γίνονται υπουργοί.
Και εμείς οι ταπεινωμένοι φιλελεύθεροι για πρώτη φορά σηκώσαμε το κεφάλι, ελπίζουμε και νιώθουμε νικητές.
Βέβαια ως γνήσιοι φιλελεύθεροι τα θέλουμε όλα και τα θέλουμε τώρα, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε πως εγγύηση του κοινωνικού φιλελευθερισμού είναι η εμπέδωση του οικονομικού και η άνεση που αυτός δίνει. Οι χώρες της Δύσης είναι κοινωνικά φιλελεύθερες γιατί η οικονομική ελευθερία εμπέδωσε την ελευθερία του ατόμου και την επεξέτεινε στα ατομικά δικαιώματα. Κοινωνική ελευθερία με φτώχεια δεν γίνεται και αυτό το ξέρουν πολύ καλά οι μαύροι και οι κόκκινοι φασίστες.
Χάρις λοιπόν την ομόθυμη σχεδόν στήριξη του φιλελεύθερου κόσμου ήρθε μια μοναδική ευκαιρία σε μια καλή συγκυρία για τον Κυριάκο να αλλάξει την χώρα.
Και αν δεν τα καταφέρει εμείς οι φιλελεύθεροι παλιά μας τέχνη κόσκινο.
Θα χαρίσουμε-χαραμίσουμε την ψήφο μας πάλι στον επόμενο ΦΩΤΗΚΟΥΒΕΛΗ, μιας και η χώρα παράγει περισσότερους Κουβεληδες από όσους μπορεί να καταναλώσει, θα κλείσουμε τα μάτια και θα ονειρευτούμε ότι ζούμε σε μια πολυπολιτισμική Νέα Υόρκη όπου Λοατκι αστυνομικοί πάνω σε άλογα μονόκερους επιβάλλουν την τάξη σε ένα χαρούμενο Pride.
Και τριάντα χρόνια μετά θα διηγούμαστε στα εγγόνια μας, πως η χώρα έχασε την τελευταία της ευκαιρία να γίνει κανονική χώρα όταν αυτά θα καλούνται να ψηφίσουν πρωθυπουργό ανάμεσα στους Ερνέστο Τσίπρα και Κωνσταντίνο Μητσοτάκη τον νεώτερο.
Και θα κλείσουμε για πάντα τα μάτια με ένα πικρό χαμόγελο, ξέροντας ότι τουλάχιστον προσπαθήσαμε, αφήνοντας δίπλα μας ένα μισοάδειο ποτήρι άπερολ σπριτζ.
* Ο κ. Αντώνης Δαρζέντας είναι παιδίατρος.
Πηγή Φωτογραφίας: Eurokinissi