Η αλήθεια είναι ότι ο πειρασμός είναι μεγάλος.
Σε μια συγκυρία που οι πολίτες προκρίνουν την αποτελεσματική διακυβέρνηση από την ιδεολογία και η αξιολόγηση για το πως η κυβέρνηση Μητσοτάκη διαχειρίζεται την καθημερινότητα είναι παρά τις αστοχίες της θετική, ειδικά από τότε που ξεκίνησαν οι εμβολιασμοί και κάθε ελληνική οικογένεια έχει πλέον τουλάχιστον ένα μέλος της που τεκμηριώνει ένα «βίωμα διαφορετικού κράτους», η αντιπολίτευση είναι ένας δυσεπίλυτος στρατηγικός γρίφος.
Πόσο μάλλον όταν ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί εκλογικά να μην συνετρίβη αλλά μέχρι σήμερα δεν κατάφερε να επαναλανσάρει την πολιτική του ταυτότητα μετά την τραυματική για την αριστερά αλλά και ολόκληρο τον προοδευτικό κόσμο, συγκυβέρνηση με τους ΑΝΕΛ.
Ο κ. Τσίπρας αντιλαμβάνεται ότι το μέλλον του κόμματός του περνάει μέσα από τον κόσμο του Κέντρου. Υποψιαζόμαστε ότι και ο ίδιος έχει αλλάξει ως πολιτικό ον μετά από την πρωθυπουργική του θητεία που του έδωσε την ευκαιρία να καθίσει στα «μεγάλα τραπέζια» της Δύσης και να νιώσει την έξαψη που προσφέρει η μπάλα στα μεγάλα γήπεδα. Έχει καταλάβει ο κ. Τσίπρας ότι το αριστερόν φολκόρ για το οποίο γράφαμε προ ημερών δε σε βγάζει από το χωριό, σε κρατάει καθηλωμένο στη Β’ Εθνική, τη χειρότερη κατηγορία που μπορεί να βρεθεί μια ομάδα αφού σπανίως μετακινείται από εκεί είτε προς τα κάτω και σίγουρα όχι προς τα πάνω. Ποδοσφαιρόφιλος είναι ο κ.Τσίπρας, τα γνωρίζει αυτά.
Δύσκολο λοιπόν για τον κ. Τσίπρα να αντισταθεί στον πειρασμό και να μην εμπλακεί σε ένα βρώμικο ανταρτοπόλεμο, όταν πιστεύει ότι αυτός μπορεί να αποδομήσει την ταυτότητα του αντιπάλου του. Αφού δεν μπορεί να αντιπολιτευθεί τον αντίπαλο στη διακυβέρνηση, γιατί να μην επιχειρήσει να απαξιώσει την ταυτότητά του κυρίως στα μάτια των οπαδών του;
Γιατί το αντίτιμο του βούρκου στον οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί να τραβήξει την κοινή γνώμη είναι να χάσει ο κ. Τσίπρας τον έλεγχο του ίδιου του του κόμματος.
Ας ουρλιάζουν κάποιοι ότι «Ο βούρκος είναι ο ΣΥΡΙΖΑ». Στοιχειώδης πολιτική ευφυΐα επιβάλλει να αποφεύγονται αυτές οι κρίσεις για ένα κόμμα που το έχει ψηφίσει το 30% του εκλογικού σώματος.
Ακόμα κι αν ενορχηστρωτής της ασχήμιας είναι ο κ. Τσίπρας, η στρατηγική της παράνοιας, η δημιουργία ενός αριστερού QAnon όπως βάφτισαν ήδη κάποιοι την τακτική, όχι μόνο δε θα έχει αποτελέσματα αλλά θα γυρίσει μπούμερανγκ γιατί αυτοί που μπορούν να εφαρμόσουν τη στρατηγική αυτή είναι ό,τι πιο ειδεχθές για το χώρο που ο κ. Τσίπρας γλυκοκοιτάζει και επιθυμεί να ανοίξει μαζί του διαύλους επικοινωνίας.
Ο κ. Τσίπρας χάνει το κόμμα μέσα από τα χέρια του. Πλειοδοτεί στην υστερία, όταν αυτό που χρειάζεται είναι ένα ήπιο πολιτικό κλίμα για να αποκαταστήσει τις σχέσεις εμπιστοσύνης με τον προοδευτικό κόσμο.
Γιατί έστησε τις «Γέφυρες» ο κ. Τσίπρας; Για να τις σαρώσει ο βούρκος που δημιουργούν κάποιοι στο κόμμα του στα σόσιαλ μήντια;
Είναι αυτονόητο ότι δε μας έχει πιάσει κανένας πόνος για το μέλλον του ΣΥΡΙΖΑ. Όμως είναι αφελής ή αδαής όποιος πιστεύει ότι αυτό το κλίμα θα αφήσει την πολιτική ζωή της χώρας αλώβητη.
Αν ο κ.Τσίπρας χάσει το κόμμα μέσα από τα χέρια του, αυτό που θα τον διαδεχθεί θα είναι ό,τι πιο ζοφερό και αντιδημοκρατικό.
Ας αναλάβει ο καθένας τις ευθύνες του.