Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου
Αμέσως μετά από το κραχ του 2008, τόσο οι πολιτικοί όσο και οι τραπεζίτες, αποφάσισαν να σχεδιάσουν και να εκτελέσουν ένα κοκτέιλ από επεκτατικές νομισματικές πολιτικές. Αυτό το κοκτέιλ περιείχε χαμηλά επιτόκια δανεισμού, απεριόριστα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης, καθώς και εκτεταμένες κρατικές δαπάνες που χρηματοδοτήθηκαν μέσω της υπερβολικής αύξησης των κρατικών χρεών.
Αυτό ήταν το status quo της τελευταίας δεκαετίας και καθώς φτάνει η στιγμή του απολογισμού, θα πρέπει να παραδεχθούμε πως το πάρτι αυτό δεν θα μπορούσε να κρατήσει για πολύ. Έτσι από το τέλος του 2018 άρχισε να φαίνεται στο βάθος του ορίζοντα η έναρξη μιας νέας κρίσης, με τις τράπεζες να έχουν χάσει την δύναμη του πυρός τους και να αποτυγχάνουν να ωθήσουν τις οικονομίες σε αναπτυξιακή τροχιά.
Η αποτυχία αυτού του δεκαετούς προγράμματος, όχι μόνο οδήγησε την οικονομία στην παγίδα της υπερβολικής ρευστότητας, αλλά συνέβαλε στην πλήρη αλλαγή του τρόπου λειτουργίας της οικονομίας και του τρόπου συμπεριφοράς των καταναλωτών. Λόγω των υπερβολικά χαμηλών επιτοκίων, η πίστωση έχει ελάχιστο κόστος, με αποτέλεσμα η κατανάλωση να μην οδηγείται από τα εισοδήματα και τις αποταμιεύσεις, αλλά από την χρήση των πιστωτικών καρτών και των πληθωριστικών τιμών. Ουσιαστικά οι κεντρικές τράπεζες, αντί να στοχεύουν στον έλεγχο των πληθωριστικών πιέσεων, καθοδηγούν την μεγέθυνση της οικονομίας χρησιμοποιώντας ως πρόφαση τον πληθωρισμό.
Αρκετοί αναλυτές επιχειρηματολογούν υπέρ της πολιτικής που ακολουθήθηκε, λόγω της απογείωσης των αποδόσεων των χρηματιστηρίων. Όμως αυτή η ανοδική πορεία των χρηματιστηρίων βασίστηκε περισσότερο στις επιλογές των κεντρικών τραπεζών και λιγότερο στα μακροοικονομικά δεδομένα. Τα προγράμματα της ποσοτικής χαλάρωσης και το περιβάλλον των χαμηλών επιτοκίων, αποτέλεσαν την πηγή της ανάπτυξης και όχι οι πολιτικές και οι πρωτοβουλίες της επιχειρηματικότητας που παραδοσιακά αυξάνουν το παγκόσμιο Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν.
Επομένως λόγω των επιλογών των κεντρικών τραπεζών, η οικονομία έχει αλλάξει, τα χρηματιστήρια έχουν αλλάξει και με ενδιαφέρον αναμένουμε την προσαρμογή τους στα νέα γεωπολιτικά δεδομένα, που διαμορφώνουν ένα εντελώς διαφορετικό περιβάλλον. Τα χνώτα από την εμπορική σύγκρουση ΗΠΑ – Κίνας, υπερθερμαίνουν το σύστημα των συναλλαγών. Οι προκλήσεις ήδη μεταφέρονται στις σχέσεις των HΠA με τη NAFTA και την ΕΕ. Η αναμονή του Brexit και η επιβράδυνση της Γερμανικής Οικονομίας επιτείνουν ακόμα περισσότερο την διόγκωση της έλλειψης συνεργασίας ανάμεσα στις εθνικές οικονομίες.
Αυξάνεται ταυτόχρονα, το ρίσκο και οι πιέσεις στα χρηματιστήρια. Όμως σχεδόν όλοι εκτιμούν, πως οι κεντρικές τράπεζες θα εξακολουθούν να κάνουν αυτό που έχουν συνηθίσει τα τελευταία χρόνια και πως η Fed θα συνεχίσει να τυπώνει για πάντα. Έχει αλλάξει η πραγματικότητα, αλλά όχι ο τρόπος σκέψης.
Ας ανακεφαλαιώσουμε τα κομμάτια αυτού του παζλ. Γεωπολιτικές εντάσεις, κλιμακούμενος εμπορικός πόλεμος, νέα χαμηλότερα επιτόκια, νέα προγράμματα QE στον ορίζοντα, κατανάλωση μέσω πιστωτικών καρτών και χρηματιστήρια που απορροφούν την ρευστότητα από τους καρπούς των χαλαρών νομισματικών πολιτικών των κεντρικών τραπεζών. Συμπληρώνοντας το παζλ, βλέπουμε τις λέξεις “αυξημένο ρίσκο” να αναβοσβήνουν πολύ έντονα.
* * *
Ο αρθρογράφος είναι οικονομικός αναλυτής, με ειδίκευση στο σχεδιασμό σύνθετων επενδυτικών στρατηγικών.
Αποποίηση Ευθύνης: Το περιεχόμενο της στήλης, είναι καθαρά ενημερωτικό και πληροφοριακό και δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση επενδυτική συμβουλή, ούτε υποκίνηση για συμμετοχή σε οποιαδήποτε συναλλαγή. Ο αρθρογράφος δεν ευθύνεται για τυχόν επενδυτικές και λοιπές αποφάσεις που θα ληφθούν με βάση τις πληροφορίες αυτές.