Το μεταναστευτικό αποτελεί τη μέγιστη πρόκληση της δεκαετίας δηλώνει στο liberal.gr ο καθηγητής Κώστας Λάβδας, σημειώνοντας πως οι άμεσες δράσεις που ανακοινώθηκαν από την κυβέρνηση αποτελούν, καταρχήν, ένα σαφές και περιεκτικό πλαίσιο. Παράλληλα εκφράζει την ανησυχία του για τη στάση της Τουρκίας που φιλοξενεί 4 εκατομμύρια πρόσφυγες
Η ενίσχυση της φύλαξης των συνόρων, η αναμόρφωση του πλαισίου χορήγησης ασύλου και η βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης προσφύγων και μεταναστών αποτελούν προτεραιότητες που πράγματι πρέπει να υλοποιηθούν, σημειώνει ο καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής τονίζοντας όμως ότι ορισμένες από τις απαραίτητες ενέργειες εμπίπτουν στη δικαιοδοσία της Ευρώπης
Ιδιαίτερη σημασία δίνει πάντως στην ορθή εφαρμογή της συμφωνίας ΕΕ - Τουρκίας υπογραμμίζοντας ότι σήμερα η Τουρκία φιλοξενεί περίπου 4 εκατομμύρια πρόσφυγες και προειδοποιώντας πως «ριζική αποσταθεροποίηση των σχέσεων ΕΕ – Τουρκίας που θα καταργούσε το πλαίσιο συνεννόησης αναφορικά με αυτούς τους ανθρώπους και τις μελλοντικές τύχες και διαδρομές τους, θα μπορούσε να έχει εκρηκτικές επιπτώσεις στην Ευρώπη και βέβαια πρώτιστα σε εμάς στην Ελλάδα».
Συνέντευξη στον Ανδρέα Ζαμπούκα:
- Κύριε Λάβδα, πώς κρίνετε τον προσανατολισμό της κυβερνητικής πολιτικής στο Μεταναστευτικό, μετά την χθεσινή σύσκεψη στο Μαξίμου;
Όπως δήλωσε χθες ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης στη σύσκεψη με τον Ευρωπαίο Επίτροπο Μετανάστευσης, Εσωτερικών Υποθέσεων και Ιθαγένειας Δ. Αβραμόπουλο και τους αρμόδιους υπουργούς της ελληνικής κυβέρνησης, οι προτεραιότητες πρέπει να περιλαμβάνουν την βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης προσφύγων και μεταναστών, με ιδιαίτερη μέριμνα στις ευάλωτες ομάδες και στην προστασία των ασυνόδευτων παιδιών, αλλά και την ενίσχυση της φύλαξης συνόρων και την αναμόρφωση του πλαισίου χορήγησης ασύλου. Οι άμεσες δράσεις που ανακοινώθηκαν για το μεταναστευτικό αποτελούν καταρχήν ένα σαφές και περιεκτικό πλαίσιο. Μερικές από αυτές εξαρτώνται σε σημαντικό βαθμό από την Ελλάδα, άλλες όμως όχι. Στην πρώτη κατηγορία ανήκει η ολοκλήρωση των εργασιών για το κέντρο υποδοχής και ταυτοποίησης στη Σάμο, με στόχο τη διασφάλιση ανθρώπινων συνθηκών διαβίωσης για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες. Επίσης εδώ ανήκει η ενσωμάτωση των κοινοτικών Οδηγιών για την πολιτική ασφάλειας.
Αυτές που δεν εξαρτώνται με τρόπο καταλυτικό από ελληνικές ενέργειες, θα υλοποιηθούν στο βαθμό που συγκλίνουν παράμετροι ευρωπαϊκές και γενικότερα εξωγενείς, στις οποίες έχουμε διαφόρους βαθμούς επιρροής. Έτσι π.χ. η ορθή εφαρμογή της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας για τη διαχείριση του μεταναστευτικού και την αποσυμφόρηση των νησιών δεν εξαρτάται, βέβαια, πρώτιστα από την Αθήνα.
Είναι αξιοσημείωτη η δήλωση του Επιτρόπου Δ. Αβραμόπουλου, ότι έχει τη διαβεβαίωση της νέας κυβέρνησης πως σε συνεργασία με την ΕΕ, η Ελλάδα θα είναι καλύτερα προετοιμασμένη από το παρελθόν.
- Η πολιτική του ασύλου όπως έχει διαμορφωθεί μέχρι σήμερα είναι επαρκής;
Το μεταναστευτικό είναι κατά πάσα πιθανότητα η μέγιστη πρόκληση της δεκαετίας σε παγκόσμιο επίπεδο. Παρότι η καταλυτική σημασία του δεν γίνεται πάντοτε κατανοητή, πρέπει να επισημάνουμε ότι ελάχιστα θέματα έχουν τόσο κρίσιμη επίδραση σε πολλαπλά επίπεδα ταυτόχρονα. Σε επίπεδο οικονομικό, κοινωνικό, ασφάλειας, ανθρωπιστικό, δημογραφικό, πολιτισμικό, πολιτικό. Είναι γεγονός ότι στο πλαίσιο των λεγόμενων «μικτών μεταναστευτικών ροών», οι έννοιες του πρόσφυγα και του μετανάστη δεν είναι πάντοτε διακριτές, και όμως κάθε κατηγορία απαιτεί διαφορετική αντιμετώπιση. Ως γνωστόν, οι πρόσφυγες προστατεύονται από τη Σύμβαση της Γενεύης για το Καθεστώς των Προσφύγων και άλλα διεθνή και ευρωπαϊκά κείμενα.
Στην Ευρώπη έγινε προσπάθεια να υπάρξει ένα σύστημα συντονισμού που αναγνωρίζει (βάσει των αρχών του ΟΗΕ) ένα δικαίωμα στο άσυλο για τους πρόσφυγες, αλλά θα αποθαρρύνει δυο τακτικές που εφάρμοζαν πολλοί μετανάστες: τις τακτικές αναζήτησης του κράτους με το ευνοϊκότερο σύστημα (το λεγόμενο 'asylum shopping') και τις τακτικές ταυτόχρονης ή διαδοχικής υποβολής αιτήσεων ασύλου σε περισσότερα κράτη (οι λεγόμενοι 'refugees in orbit').
Αλλά το λεγόμενο «Σύστημα του Δουβλίνου» όπως εξελίχθηκε με τροποποιήσεις από το 1990 μέχρι σήμερα, βασίστηκε στον κανόνα ότι υπεύθυνο κράτος μέλος για την εξέταση της αίτησης ασύλου είναι καταρχήν η πρώτη χώρα εισόδου του αιτούντος στην ΕΕ. Οπότε τα συνοριακά κράτη της ΕΕ, όπως η Ελλάδα και η Ιταλία, σηκώνουν μεγάλο βάρος. Επίσης, η αργή πρόοδος στην κατεύθυνση μιας ενιαίας διαδικασίας ασύλου στην ΕΕ με την παροχή κοινών εγγυήσεων και την υιοθέτηση ενός ενιαίου καθεστώτος για τους πρόσφυγες δεν έχει ολοκληρωθεί.
- Θεωρείτε ότι υπάρχουν οι δυνατότητες ώστε να υπάρξουν σοβαρές αλλαγές στην πολιτική του ασύλου;
Το 2017-18 επτά στις δέκα αιτήσεις ασύλου στην ΕΕ (περίπου 510.000 αιτήσεις) υποβλήθηκαν σε τέσσερις χώρες: Γερμανία, Ιταλία, Γαλλία, Ελλάδα. Είναι προφανές ότι αυτές οι χώρες έχουν συμφέρον να ενισχυθεί η αλληλεγγύη μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών, ώστε να κατανέμονται δικαιότερα τα βάρη.
Βάσει των νέων προτάσεων της Επιτροπής, οι χώρες πρώτης γραμμής (χώρες άφιξης) δεν θα είναι πλέον αυτόματα υπεύθυνες για τους αιτούντες άσυλο. Η ανάθεση ευθύνης θα βασίζεται σε «γνήσιους δεσμούς» του αιτούντος άσυλο με ένα κράτος μέλος, όπως πχ. η οικογένεια, η προηγούμενη κατοικία ή οι σπουδές.
Αλλά το ζήτημα του δικαιότερου επιμερισμού της ευθύνης αποτελεί ένα από τα εκρηκτικότερα σημεία ανάδειξης πολιτικών διαφορών στην ΕΕ. Με άλλα λόγια, οι επερχόμενες ευρωεκλογές του 2019 και ο φόβος των ευρωσκεπτικιστών ανέκοψαν την μεταρρύθμιση της πολιτικής ασύλου και τις αλλαγές στο Σύστημα του Δουβλίνου που θα πρέπει να ολοκληρωθούν. Πρέπει να πιάσουμε πάλι το νήμα.
Μόλις το περασμένο Σάββατο, 13 Ιουλίου, στο Βερολίνο ο ΥπΕΞ Heiko Maas δήλωσε ότι υπάρχει ανάγκη για μια «συμφωνία των προθύμων» μεταξύ των μελών της ΕΕ ώστε να ξεκινήσει ένα σύστημα δικαιότερης κατανομής των προσφύγων. Την επομένη, στη Βιέννη ο Sebastian Kurz έσπευσε να απορρίψει την ιδέα.
- Ανησυχείτε για την στάση της Τουρκίας στο Προσφυγικό, αν της επιβληθούν κυρώσεις για την παραβατική συμπεριφορά της στην ΑΟΖ της Κύπρου;
Η συμφωνία ΕΕ – Τουρκίας του 2016 είχε απτά αποτελέσματα, αλλά φαίνεται ότι το τελευταίο διάστημα παρατηρούνται πάλι σημαντικές ροές, όπως επισημάνθηκε και από τον αρμόδιο Επίτροπο.
Η νέα μορφή της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής που τέθηκε σε λειτουργία τον Οκτώβριο του 2016 πρέπει να ενισχυθεί σε εξαιρετικό βαθμό, ενώ και στην Ελλάδα αναλογεί σημαντική ευθύνη του ελέγχου των συνόρων. Η έννοια των συνοριακών κρατών της Ένωσης πρέπει να ενισχυθεί με κάθε τρόπο. Αλλά παράλληλα οι επαφές με την Άγκυρα πρέπει να συνεχιστούν σε αυτό το πεδίο, ανεξαρτήτως του τι γίνεται -και πρέπει να γίνεται- σε άλλα πεδία. Ακούγεται ίσως περίεργο, αλλά είναι ο μόνος τρόπος: εύθραυστος και σε καθεστώς συνεχούς επαγρύπνησης. Είναι δύσκολο να υιοθετήσουμε αυτή τη στιγμή ως ΕΕ μια απολύτως συνολική πολιτική απέναντι στην Τουρκία.
Σήμερα η Τουρκία φιλοξενεί περίπου 4 εκατομμύρια πρόσφυγες. Μια ριζική αποσταθεροποίηση των σχέσεων ΕΕ – Τουρκίας που θα καταργούσε το πλαίσιο συνεννόησης αναφορικά με αυτούς τους ανθρώπους και τις μελλοντικές τύχες και διαδρομές τους, θα μπορούσε να έχει εκρηκτικές επιπτώσεις στην Ευρώπη και βέβαια πρώτιστα σε εμάς στην Ελλάδα.
*Ο κ. Κώστας Α. Λάβδας είναι Καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και έχει διατελέσει, μεταξύ άλλων, Senior Research Fellow στο London School of Economics και Καθηγητής στην Έδρα Ελληνικών και Ευρωπαϊκών Σπουδών «Κωνσταντίνος Καραμανλής» στο Fletcher School of Law and Diplomacy του Πανεπιστημίου Tufts στις ΗΠΑ.