Στο πρώτο φύλλο του «Φιλελεύθερου» θέλαμε να δώσουμε ένα διαφορετικό στίγμα. Δεν θέλαμε να κάνουμε πρώτο θέμα κάποιο πολιτικό ή οικονομικό ρεπορτάζ. Συζητήσαμε πολύ γι'' αυτό με την Αγγελική Κώττη και καταλήξαμε στον Μάνο Ελευθερίου. Κάναμε την κρούση και ο σπουδαίος αυτός άνθρωπος είπε το «ναι». Ήμασταν χαρούμενοι, επειδή έτσι θέλαμε να ξεκινήσουμε. Με τον Μάνο Ελευθερίου, έναν από τους τελευταίους μεγάλους που βρίσκονταν ακόμη στην ελληνική γη. Ήμουν σίγουρος ότι δεν θα ενθουσιάζαμε τα πλήθη. Άλλωστε δεν ήταν αυτός ο σκοπός. Θέλαμε να αφήσουμε το δικό μας αποτύπωμα.
Είμαστε φτωχότεροι. Επειδή η ψυχή ενός λαού «φτιάχνεται» και πρωτομάστορας στο μεγάλο αυτό έργο είναι οι άνθρωποι του πνεύματος. Άνθρωποι σαν τον Μάνο Ελευθερίου. Πόσοι, άραγε, βρίσκονται ακόμη ανάμεσά μας και μας ανέχονται;
Είμαι υπερήφανος που ο «Φιλελεύθερος» ξεκίνησε με πρώτο του θέμα τη συνέντευξη του Μάνου Ελευθερίου. Θυμάμαι ότι πολλοί φίλοι μας δεν είδαν με καλό μάτι την ρεαλιστική ματιά του. Διότι ο Μάνος Ελευθερίου ήταν ένας άνθρωπος με καθαρή ματιά. Μπορεί να είχε τις δικές του πολιτικές πεποιθήσεις. Αλλά έπειτα από μια τόσο μεγάλη διαδρομή όσο αυτή που έκανε ο ίδιος, οι υποκειμενικές απόψεις «σβήνουν» σιγά σιγά και εκείνο που μένει είναι μια τρυφερότητα, ένα χάδι πάνω από μια συλλογικότητα με την οποία συνδέθηκαν με έρωτα μεγάλο: Τη συλλογικότητα του ελληνικού λαού.
Το δελτίο Τύπου που βγάλαμε εκείνη την πρώτη ημέρα της έκδοσης της εφημερίδας έλεγε μεταξύ άλλων: «"Το μέλλον θα ''ρθει σαν τη γάγγραινα στη φτέρνα", δηλώνει ο Μάνος Ελευθερίου, σε συνέντευξη που παραχωρεί στο σημερινό πρώτο φύλλο της εφημερίδας "Φιλελεύθερος". Ο σπουδαίος στιχουργός και συγγραφέας προβλέπει ότι θα χρειαστούν 30 χρόνια για να ανασάνουν πραγματικά οι γενιές στην Ελλάδα, ενώ ο ίδιος αρκείται -όπως λέει- στην ευλογία της τέχνης.
Αναφέρει ότι στο νέο του μυθιστόρημα γράφει για τη σημερινή απάθεια. "Μας οδηγεί σε μια συντηρητικότητα απελπιστική", τονίζει. Σχολιάζει και τη μετανάστευση νέων, μορφωμένων ανθρώπων, λέγοντας ότι "φεύγει ο ανθός της Ελλάδας και η χώρα συρρικνώνεται"».
Όταν κυκλοφόρησα τον «Φιλελεύθερο» ήξερα ότι θα ήταν ένα δύσκολο εγχείρημα. Κι έτσι αποδείχτηκε. Όλοι εδώ προσπαθούμε σκληρά για να επιβιώσει το φύλλο σε συνθήκες πραγματικά δύσκολες. Πιστεύω ότι στο τέλος θα τα καταφέρουμε. Μόνο και μόνο επειδή οι περισσότεροι από εμάς κουβαλάμε το χούι: Κάνουμε τη δουλειά που μας αρέσει.
«Πρώτο θέμα ο Μάνος Ελευθερίου; Γιατί να μη βάλετε έναν φιλελεύθερο;» ακούω ακόμη την γκρίνια ενός καλού φίλου. «Ναι», του απάντησα. «Δεν είναι φιλελεύθερος, αλλά είναι Έλληνας. Είναι ένας δάσκαλος, μια φωτεινή ύπαρξη. Είναι ένας άνθρωπος του πνεύματος. Είναι ένας ελεύθερος άνθρωπος. Και ξέρω ελάχιστους ελεύθερους ανθρώπους να βρίσκονται ακόμη ανάμεσά μας. Είμαι απλώς ένας φίλος της ελευθερίας. Πώς μπορώ να κρίνω κάποιον που το πνεύμα του βρίσκεται ήδη στο τοπίο εκείνο που εγώ απλώς θαυμάζω;».
Λυπάμαι. Λυπάμαι βαθιά. Όπως λυπήθηκα και για άλλους σπουδαίους Έλληνες που μας άφησαν μόνους. Αλλά δεν τους κακίζω. Ξέρω ότι τους κουράσαμε. Όπως ξέρω και ότι μας αγάπησαν πολύ...
Καλό ταξίδι...
Θανάσης Μαυρίδης
* Αναδημοσίευση από τη στήλη «Πετριές» του Φιλελεύθερου που κυκλοφόρησε στις 23 Ιουλίου