Την τελευταία περίοδο, έχουμε τονίσει σε αρκετές περιπτώσεις τους κινδύνους που διατρέχει μία οικονομία σαν την Ελλάδα, εξαρτημένη σχεδόν αποκλειστικά από τις «εξαγωγές» υπηρεσιών –τουρισμός, ναυτιλία, εμβάσματα, ξένα κεφάλαια χρηματιστηριακού χαρακτήρα– μπροστά σε μια κρίση που πλήττει κατ’ εξοχήν τις διεθνείς οικονομικές σχέσεις, ιδιαίτερα τις μετακινήσεις ανθρώπων. Πράγματι, η Ελλάδα κινδυνεύει να πληγεί θανάσιμα εάν, σε πρώτο επίπεδο, δεν προσπαθήσει να περιορίσει την έκταση της επιδημίας. Και αν, σε δεύτερο και μονιμότερο επίπεδο, δεν αναπροσαρμόσει την οικονομική της πολιτική προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης της ενδογενούς παραγωγής – και όχι μόνο της πρωτογενούς αλλά και της δευτερογενούς, που έχει πληγεί από 10 χρόνια κρίσης και 30 χρόνια αποβιομηχάνισης.
Ωστόσο, σήμερα, ζούμε μέσα στην κρίση και τα μέτρα που αφορούν μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες στρατηγικές δεν μπορούν να απαντήσουν άμεσα στα καίρια προβλήματα που αντιμετωπίζουμε, παρά μόνο δευτερευόντως. Διότι η πραγματικότητα είναι πως, σήμερα, η ελληνική οικονομία κρατιέται σε μεγάλο βαθμό από τον τουρισμό και τις εξωτερικές εισροές. Γι’ αυτό και οι προοπτικές εμφανίζονται απολύτως καταστροφικές εάν κλείσει εντελώς ο τουριστικός τομέας.
Κατά συνέπεια, λοιπόν, είμαστε υποχρεωμένοι να καταβάλουμε κάθε προσπάθεια ώστε να περιοριστεί η διάρκεια της επιδημίας για να διασωθεί ό,τι είναι δυνατόν από την ελληνική οικονομία. Και, δεδομένου ότι μέχρι σήμερα η Ελλάδα τα έχει πάει καλύτερα από όλους σχεδόν στην αντιμετώπιση της επιδημίας, θα μπορούσε βάσιμα να προσδοκά έναν σύντομο σχετικά περιορισμό της. Κάτι τέτοιο θα επέτρεπε στην παραγωγική μηχανή να επανεκκινήσει το συντομότερο δυνατό, και ακόμα περισσότερο να περιοριστούν οι καταστροφικές εξελίξεις στον τουρισμό, τόσο εφέτος όσο και για τον επόμενο χρόνο.
Η συρρίκνωση του διεθνούς τουρισμού θα πλήξει συντριπτικά, μέχρι σημείο μηδενισμού, τις τουριστικές ροές σε χώρες όπως η Ισπανία η Ιταλία και η Τουρκία. Η τελευταία, με τον τρόπο που (δεν) αντιμετωπίζει την κρίση, δείχνει να επιστρέφει πλησίστια στο τριτοκοσμικό παρελθόν της. Ο Ερντογάν, ακριβώς από τον φόβο των οικονομικών επιπτώσεων, συμπεριφέρθηκε εντελώς ανεύθυνα και κατέστρεψε χιλιάδες ζωές ενώ παράλληλα μια κρίση τέτοιων διαστάσεων δεν θα μπορέσει να αποκρυβεί και θα βουλιάξει την τουρκική οικονομία και τον τουρισμό της.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, είναι δυνατό η Ελλάδα να κρατήσει ένα σημαντικό ποσοστό των διεθνών τουριστικών μετακινήσεων της Μεσογείου, που δεν πρόκειται να μηδενιστούν, ιδιαίτερα στην γκάμα του ακριβού και του νεανικού τουρισμού· παράλληλα, θα μπορούσε να επανεκκινήσει την οικονομία της πολύ νωρίτερα από όλους τους άλλους. Έτσι, το ασχημόπαπο της ευρωπαϊκής και παγκόσμιας οικονομίας θα μπορούσε να μεταβληθεί σε κύκνο! Η Ελλάδα, μέσα από μια υπερπροσπάθεια, μπορεί να «κερδίσει» (πάντα συγκριτικά) σε όλα τα αζιμούθια: όχι μόνο στη μείωση της οικονομικής ζημιάς αλλά και στην ενίσχυση της διεθνούς οικονομικής και γεωπολιτικής αξιοπιστίας της χώρας. Έτσι, και η όποια εκτίναξη της οικονομίας μετά την κρίση θα είναι ισχυρότερη και θα μπορούμε να έχουμε μεγαλύτερο βάρος στις όποιες διαπραγματεύσεις και πιθανές συγκρούσεις.
Όλα αυτά, και πολλά άλλα, τα οποία δεν είναι δυνατόν να αναφέρουμε σε ένα συνοπτικό άρθρο, έχουν μία προϋπόθεση. Ότι οι Έλληνες, αρχίζοντας από την πολιτεία μέχρι τον τελευταίο πολίτη, θα κατανοήσουν, και κάτι ακόμα: Όσο ταχύτερα περιορίσουμε μέχρις εξαλείψεως, ει δυνατόν, την επιδημία τόσο ταχύτερα θα επιστρέψουμε στις δουλειές μας, θα ξανανοίξουν οι επιχειρήσεις μας, θα αποφύγουμε το φάσμα της ανεργίας και της εξαθλίωσης. Αυτό που ήδη έχει αρχίσει να κάνει η Κίνα. Η αυστηρή τήρηση των μέτρων ασφαλείας, πέρα από τις ανθρωπιστικές και ηθικές διαστάσεις της –δηλαδή να μη θέσουμε σε κίνδυνο τη ζωή μας, εκείνη των συμπολιτών, των συγγενών μας και ούτω καθεξής–, ενέχει και μια αποφασιστικής σημασίας οικονομική διάσταση.
Η επιμονή μας μάλιστα σε αυτή την παράμετρο, μπορεί να αποδειχθεί καθοριστική για εκείνα τα τμήματα του πληθυσμού, και κατ’ εξοχήν τους νέους, που παίρνουν λίγο ή πολύ αψήφιστα τις συνέπειες της επιδημίας για την υγεία τους, ή ακόμα και ένα μέρος των δημοσίων υπαλλήλων και των συνταξιούχων που θεωρούν εξασφαλισμένο το εισόδημά τους. Πρέπει όλοι να συνειδητοποιήσουν ότι μία διαιώνιση της επιδημίας και των περιορισμών θα πλήξει θανάσιμα όχι μόνο την αλληλεγγύη μεταξύ μας αλλά την ελληνική οικονομία και την «τσέπη» όλων. Οι κρατικές επιδοτήσεις, με τα 800ρια, δεν θα συνεχιστούν επ’ αόριστον αλλά ούτε οι μισθοί και οι συντάξεις θα μπορέσουν να παραμείνουν αλώβητοι. Οι δε νεότεροι δεν θα έχουν καμία δυνατότητα να βρουν δουλειά, ίσως σε μεγαλύτερη κλίμακα από ό,τι με την κρίση των μνημονίων· και τώρα δεν θα υπάρχει Ευρώπη ως καταφύγιο.
Δυστυχώς, οι αρμόδιοι –προφανώς όχι τόσο οι γιατροί αλλά οι κυβερνητικοί υπεύθυνοι–, παρότι μέχρι τώρα έχουν πάρει τις σωστές αποφάσεις και στη σωστή στιγμή, έχουν αποσιωπήσει εδώ και ένα σχεδόν μήνα αυτή την ουσιώδη παράμετρο, ίσως από φόβο. Και όμως, θα έπρεπε να την τονίζουν αδιάκοπα –κυριολεκτικά από το πρωί μέχρι το βράδυ–, όπως σωστά κάνουν με όλα τα υπόλοιπα. Και είναι όντως ηλίου φαεινότερο και αρκετοί άνθρωπο το έχουν επισημάνει, προσπαθώντας μάλιστα να ευαισθητοποιήσουν βουλευτές και υπουργούς. Προσωπικώς, το επαναλαμβάνω εδώ και δεκαπέντε ημέρες χωρίς ανταπόκριση. Να υποθέσω ότι τις δικές μου επισημάνσεις τις αγνόησαν γιατί προέρχονταν... από εμένα, επειδή δεν καταγράφομαι στους φίλους της κυβέρνησης; Ελπίζω πως όχι, γιατί θα ήταν απολύτως βλακώδες, καθώς, σε μία τέτοια στιγμή, αυτό που προέχει είναι το συμφέρον της χώρας. Τέλος πάντων…, ελπίζω να ακούσουν τους άλλους που τα λένε… και, στο εξής, τα γρήγορα αντανακλαστικά που έδειξε η πολιτεία, και η υπευθυνότητα που επέδειξε το μεγαλύτερο μέρος των Ελλήνων, να συμπεριλάβουν και αυτή τη ουσιαστική παράμετρο:
Μένουμε, λοιπόν, στο σπίτι σήμερα για να έχουμε δουλειά και εισόδημα αύριο!
*Επισημαίνω, λίγο σκωπτικά, την επιστημονική μου ιδιότητα, η οποία έχει αποτυπωθεί σε πλήθος οικονομικών βιβλίων και άρθρων, μια και τα τελευταία δέκα χρόνια αναρίθμητοι «αν-οικονόμητοι οικονομολόγοι» αποστράβωσαν τον ελληνικό λαό. Μη ξεχνάμε πως και ο Βαρουφάκης οικονομολόγος δηλώνει!