Το ισχύον μεταναστευτικό σύστημα με τις «ad hoc» λύσεις δεν λειτουργεί και το αναγνωρίζουν όλοι. Για αυτό -και μετά τις αποτυχημένες προσπάθειες το 2016 και 2018-, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε ένα «νέο Σύμφωνο για την Μετανάστευση και το Άσυλο», το οποίο είναι πιο κοντά στις ελληνικές θέσεις για δίκαιη διαδικασία επιμερισμού των βαρών μέσω της οποίας θα βρεθεί ένας τρόπος για κάθε χώρα να αναλάβει ένα μέρος της ευθύνης.
Βασικό σημείο κατά την άποψή μου αποτελεί το «σύστημα των ευέλικτων συνεισφορών» από τα κράτη μέλη σε διάφορες καταστάσεις όπως πχ. η αποβίβαση ατόμων μετά από επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης. Οι συνεισφορές μπορεί να κυμαίνονται από τη μετεγκατάσταση αιτούντων άσυλο από τη χώρα πρώτης εισόδου, έως την ανάληψη της ευθύνης για την επιστροφή ατόμων που δεν έχουν δικαίωμα παραμονής, ή διάφορες μορφές επιχειρησιακής στήριξης. Με αυτό τον τρόπο η Επιτροπή καθησυχάζει τις χώρες που αρνούνται επίμονα να δεχτούν υποχρεωτική μετεγκατάσταση αιτούντων άσυλο.
Επίσης σημαντικό είναι πως προτείνεται η αναθεώρηση της αρχής που συνίσταται στο να ανατίθεται στην πρώτη χώρα εισόδου ενός μετανάστη στην ΕΕ η ευθύνη της επεξεργασίας του αιτήματός του για άσυλο. Στην πρόταση της Επιτροπής, η χώρα που είναι υπεύθυνη για το αίτημα ασύλου θα μπορεί να είναι εκείνη στην οποία ένας μετανάστης έχει αδελφό/ή, ο οποίος έχει εργαστεί ή σπουδάζει εκεί. Επίσης η χώρα που έχει χορηγήσει βίζα σε έναν μετανάστη θα είναι εκείνη που θα πρέπει να επιφορτισθεί με την αίτηση ασύλου. Μόνο σε διαφορετική περίπτωση, αυτές οι χώρες πρώτης εισόδου θα παραμείνουν υπεύθυνες για την αίτηση ασύλου.
Η Επιτροπή πρότεινε επίσης την εξέταση τρόπων για τη βελτίωση της συνεργασίας με τις χώρες καταγωγής και διέλευσης, τη διασφάλιση αποτελεσματικών διαδικασιών, την επιτυχή ένταξη των προσφύγων και την επιστροφή όσων δεν έχουν δικαίωμα παραμονής, ορίζοντας μάλιστα και έναν Ευρωπαίο Συντονιστή.
Προς τη σωστή κατεύθυνση κινείται η πρόταση για θέσπιση ολοκληρωμένης διαδικασίας στα σύνορα, η οποία περιλαμβάνει για πρώτη φορά έλεγχο διαλογής πριν από την είσοδο, ο οποίος συνεπάγεται την ταυτοποίηση όλων των ατόμων που διέρχονται τα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ χωρίς άδεια ή έχουν αποβιβαστεί μετά από επιχείρηση έρευνας και διάσωσης.
Ο εν λόγω έλεγχος διαλογής συνεπάγεται επίσης υγειονομικό έλεγχο και έλεγχο ασφαλείας, λήψη δακτυλικών αποτυπωμάτων και καταχώριση στη βάση δεδομένων Eurodac. Μετά τον έλεγχο διαλογής, τα άτομα μπορούν να κατευθυνθούν στη σωστή διαδικασία, είτε στα σύνορα για ορισμένες κατηγορίες αιτούντων, είτε σε συνήθη διαδικασία ασύλου. Στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας στα σύνορα, θα λαμβάνονται ταχείες αποφάσεις σχετικά με το άσυλο ή την επιστροφή, οι οποίες θα παρέχουν άμεση βεβαιότητα στα άτομα των οποίων οι υποθέσεις μπορούν να εξεταστούν ταχέως.
Στο δια ταύτα, το πρώτο βήμα έγινε. Εναπόκειται πλέον στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο να εξετάσουν και να εγκρίνουν το σύνολο της νομοθεσίας που είναι αναγκαία για την υλοποίηση μιας πραγματικά κοινής ενωσιακής πολιτικής ασύλου και μετανάστευσης. Ήδη ορισμένες πλευρές, όπως οι χώρες Vizegrad, η Σλοβενία και η Αυστρία εκφράζουν σοβαρές επιφυλάξεις για το σχέδιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι προτάσεις ωστόσο αποτελούν μία καλή βάση και δεν πρέπει να χαθεί πολύτιμος χρόνος.
Όπως πολύ σωστά ανέφερε η Πρόεδρος της Επιτροπής κα Ursula Gertrud von der Leyen, «η ΕΕ έχει ήδη αποδείξει σε άλλους τομείς ότι μπορεί να λάβει έκτακτα μέτρα για να συμβιβάσει αποκλίνουσες απόψεις. Είναι πλέον καιρός να αντιμετωπίσουμε την πρόκληση της από κοινού διαχείρισης της μετανάστευσης, με τη σωστή ισορροπία μεταξύ αλληλεγγύης και ευθύνης». Στην αναζήτηση λύσεων όμως, πρέπει να θυμόμαστε ότι οι συγκρούσεις για τη μετεγκατάσταση και τη διαδικασία επεξεργασίας ασύλου θα χρησιμοποιηθούν από λαϊκιστές και ξενόφοβους και είναι δική μας ευθύνη να μην επιτρέψουμε να διακυβευτεί η ευρωπαϊκή συνοχή.
*Η Μαριέττα Γιαννάκου είναι Βουλευτής Επικρατείας της ΝΔ, πρώην Υπουργός.