Ας μη γελιόμαστε. Η αυστηροποίηση των μηνυμάτων που οι Βρυξέλλες στέλνουν στην Άγκυρα δεν αλλάζουν επί της ουσίας την ευρωπαϊκή στρατηγική απέναντι στην Τουρκία. Απλώς την ευθυγραμμίζουν με την αμερικανική αποσαφηνίζοντας τους όρους υπό τους οποίους θα προωθηθεί η θετική ατζέντα των ευρωτουρκικών διαβουλεύσεων για την αναθέρμανση των ευρωτουρκικών σχέσεων.
Η πόρτα της ενσωμάτωσης της γειτονικής χώρας στην ευρωπαϊκή οικογένεια παραμένει ανοιχτή, έστω και αν κανείς δεν προβλέπει ότι κάτι τέτοιο θα είναι εφικτό ή επιθυμητό στο αμεσότερο μέλλον. Πολύ δε λιγότερο τώρα που η επικείμενη αποχώρηση της Μέρκελ από το ευρωπαϊκό πολιτικό προσκήνιο θα στερήσει από τον Ερντογάν έναν πρόθυμο και επιδραστικό συνήγορο των επιδιώξεών του.
Άλλωστε δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι αν η Καγκελάριος δε βρισκόταν σε αποδρομή η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και ο Σαρλ Μισέλ θα επαναλάμβαναν επί τουρκικού εδάφους τις συστάσεις που έκαναν τόσο περί συμμόρφωσης της Άγκυρας προς το διεθνές δίκαιο και το κράτος δικαίου όσο και περί αποχής από κάθε προκλητική ενέργεια σε βάρος της Ελλάδας και της Κύπρου καθιστώντας σαφές ότι η τουρκική διπλωματία θα πρέπει μάλλον να εγκαταλείψει την προσπάθεια διαχωρισμού των ευρωτουρκικών από τις ευρωτουρκικές σχέσεις.
Σύμφωνα με τις διαρροές από το περιβάλλον τους οι δυο ευρωπαίων πρόεδροι έδωσαν στον Τούρκο ηγέτη να καταλάβει κυρίως τα οικονομικά οφέλη που η Τουρκία θα αποκομίσει συμβάλλοντας στον κατευνασμό των εντάσεων στην περιοχή τονίζοντας κυρίως ότι η ΕΕ είναι έτοιμη να επικαιροποιήσει την τελωνειακή ένωση, πράγμα που θα είναι αδύνατο να συζητηθεί υπό τις συνθήκες ανάλογες με αυτές του περασμένου φθινοπώρου.
Του πρότειναν επίσης την επαναδρομολόγηση του ευρωτουρκικού διαλόγου υψηλού επιπέδου που διακόπηκε το 2019 και αφορούσε συνεργασία σε θέματα προστασίας του περιβάλλοντος και δημόσιας υγείας καθώς επίσης και την ευρωπαϊκή χρηματοδότηση της παραμονής των τεσσάρων εκατομμυρίων προσφύγων επί τουρκικού εδάφους.
Δεν έκαναν, ωστόσο, δημοσίως τουλάχιστον, καμία νύξη ούτε για το εξαιρετικής σημασίας για την Τουρκία ζήτημα της βίζας Σένγκεν, ενώ ξεκαθάρισαν ότι η θετική ατζέντα θα αναιρεθεί εφόσον δεν υπάρξει πρόοδος στην κατοχύρωση των πολιτικών ελευθεριών και των ατομικών δικαιωμάτων.
Το γεγονός μάλιστα ότι στη συνέντευξη τύπου που οι δυο κορυφαίοι εκπρόσωποι των ευρωπαϊκών θεσμών παραχώρησαν αμέσως μετά το τέλος της συνάντησή τους με τον Τούρκο Πρόεδρο, δεν άφησαν περιθώρια παρερμηνειών του πνεύματος που χαρακτήριζε τις συνομιλίες τους με τον Τούρκο Πρόεδρο και έφεραν τον τελευταίο σε ακόμα δυσκολότερη θέση.
Ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου επιβεβαίωσε ότι «η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει στρατηγικό συμφέρον να αναπτύξει μια αμοιβαία επωφελή σχέση με την Τουρκία» γιαυτό και «της απλώνει το χέρι προτείνοντας μια θετική ατζέντα», αλλά, πρόσθεσε με νόημα, «εξαρτάται από την Τουρκία να αδράξει την ευκαιρία που η ατζέντα αυτή της δίνει».
Η δε Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής διευκρίνισε ότι "δεν είμαστε παρά μόνο στην αρχή αυτού του δρόμου. Οι μήνες και οι εβδομάδες που ακολουθούν θα δείξουν μέχρι πού μπορούμε να πάμε".
Όπως ήταν αναμενόμενο οι τούρκοι αξιωματούχοι δεν έκρυψαν στις αντιδράσεις τους την ενόχλησή τους από την εξέλιξη της πολυαναμενόμενης επίσκεψης των εκπροσώπων της ΕΕ. Είχαν προφανώς μείνει με την εντύπωση ότι η σπουδή με την οποία οι εκπρόσωποι των ευρωπαϊκών θεσμών έσπευσαν να κομίσουν στην Άγκυρα δια ζώσης τα «καλά νέα» από τη Συνόδου Κορυφής της 25ης Μαρτίου που άναψε το πράσινο φως στην θετική ατζέντα, έστελνε το μήνυμα ότι η ηγεσία της ΕΕ δεν ήθελε να κρατήσει τον Ερντογάν σε αγωνία για το μέλλον των ευρωτουρκικών σχέσεων.
Και πράγματι η σημειολογία της επίσκεψης στο παλάτι του Τούρκου ηγέτη θύμιζε τις εποχές κατά τις οποίες οι βασιλικές αυλές της χριστιανικής Ευρώπης έστελναν τους φορτωμένους με δώρα εκπροσώπους τους στην Υψηλή Πύλη για να κερδίσουν την εύνοια των Σουλτάνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας εναντίον των αντίπαλων δυναστειών στη Γηραιά Ήπειρο και στις θάλασσες όπου τότε διακυβευόταν η παντοκρατορία του κόσμου.
Ήταν σίγουρο ότι ο Ερντογάν δε θα έχανε την ευκαιρία να σκηνοθετήσει την υποδοχή των Ευρωπαίων αξιωματούχων στο νέο Τοπ Καπί ως τη συμβολική μεν, αλλά πανηγυρική, αναγνώριση του ρόλου του ως του νέου Σουλτάνου της περιοχής, ώστε να μη μείνει σε κανέναν εκ των υπηκόων του αμφιβολία ότι μαζί του θα αναβιώσει και θα προβληθεί στη διεθνή σκηνή το οθωμανικό μεγαλείο.
Η παράσταση, όμως, χάλασε κι ίσως να είναι αυτό το πρώτο σοβαρό πλήγμα που δέχεται το καθεστώς Ερντογάν πριν καν αρχίσει η μετά-Μέρκελ εποχή. Η ειρωνεία μάλιστα της ιστορίας είναι ότι το δεύτερο πλήγμα προήλθε, έστω και κατά λάθος, από την Ούρσουλα φον ντερ Λάιν, την γυναίκα που η Γερμανίδα καγκελάριος έδωσε μεγάλη μάχη για να επιλεγεί ως αντικαταστάτρια του Ζαν-Κλωντ Γουνκέρ.
Οι δηλώσεις του εκπροσώπου της για τη «γκάφα του πρωτοκόλλου» που την άφησε χωρίς την αρμόζουσα θέση στη συνάντηση με τον Τούρκο Πρόεδρο πρέπει να διαβάστηκαν από τους ιθύνοντες της Άγκυρας ως το καλύτερο δώρο στην τουρκική αντιπολίτευση.
Σίγουρα πάντως αφήνουν ανοιχτό το ενδεχόμενο να έχει τεθεί σε εφαρμογή για τον Ερντογάν ο νόμος του Murphy.