Τα παλιά τα χρόνια που οι μετοχές ήταν τυπωμένες σε χαρτί και για τις αγοραπωλησίες έπρεπε κανείς να κάνει τη διαδρομή θυρίδα – Σοφοκλέους, οι άνθρωποι αναγκαστικά βρισκόντουσαν. Στο Χρηματιστήριο, στα χρηματιστηριακά ή ακόμη στον δρόμο και στους καφενέδες της περιοχής. Μία από εκείνες τις μακρινές ημέρες της νιότης, λοιπόν, συνάντησα εκλεκτό φίλο και χρηματιστή, ο οποίος μόλις του είχε επιβληθεί ένα μεγάλο πρόστιμο από τις αρχές. Περιχαρής! Στην έκπληξή μου απάντησε ως εξής: «Έβγαλα 10, πλήρωσα 2. Εξαιρετικά». Θυμήθηκα την ιστορία με αφορμή τις προμήθειες των τραπεζών!
Οι τράπεζες χρέωναν υπερβολικά ακριβά τις υπηρεσίες τους. Δε μιλάμε για συμβουλευτικές υπηρεσίες. Για απλές μεταφορές χρημάτων και πληρωμές λογαριασμών των ΔΕΚΟ γίνεται ο λόγος. Το ήξεραν. Όποιος έκανε μία σύγκριση με τις αντίστοιχες χρεώσεις στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης το καταλάβαινε. Όπως ήξεραν ότι κάποια στιγμή όλο αυτό θα σταματούσε. Ακριβώς επειδή ήταν εξόφθαλμα παράλογο. Αλλά δεν μπορούν να έχουν παράπονο. Κράτησε τόσο όσο χρειαζότανε για να καλυφθούν κάποιες από τις χασούρες του παρελθόντος. Για να πάρει μπροστά η μηχανή. Κι αυτό είναι το θέμα. Να κάνουν, δηλαδή, οι τράπεζες τη δουλειά τους. Και η δουλειά των τραπεζών είναι να πουλάνε τραπεζική πίστη, να βοηθούν την ανάπτυξη.
Το κακό είναι ότι έδωσαν δικαιώματα. Σε επίπεδο διαχείρισης πήραν κακό βαθμό. Έπρεπε να πάρουν οι ίδιες την πρωτοβουλία να φέρουν τα πράγματα σε λογαριασμό. Να μη φτάσει στο μη περαιτέρω. Διότι έτσι όπως το χειρίστηκαν, έδωσαν δικαιώματα και κυρίως σε αυτούς που αναζητούν διαρκώς αφορμές, για να πυροβολήσουν την επιχειρηματικότητα. Έδωσαν πόντους σε αυτούς που για λόγους σκοπιμότητας ή βλακείας δεν μπορούν να καταλάβουν ότι δεν διασώθηκαν οι τράπεζες με τα χρήματα του ελληνικού λαού, αλλά η ίδια η χώρα. Ότι οι σημερινές τράπεζες δεν είναι ίδιες με εκείνες του παρελθόντος. Οι «παλιές τράπεζες» χρεοκόπησαν και μαζί τους και οι μέτοχοι. Οι νέες τράπεζες κράτησαν το όνομα και τις καταθέσεις των πολιτών. Η επιχείρηση διάσωσης αφορούσε τις καταθέσεις, όχι τα χρήματα των μετόχων. Εκείνα πάνε, χαθήκανε! Οι νέοι μέτοχοι στο μεταξύ χρειάστηκε να βάλλουν αρκετές φορές το χέρι στην τσέπη. Δεν τους χαρίστηκε κάτι. Εκτός ίσως από αυτά τα έσοδα από τις χρεώσεις των υπηρεσιών…
Το ζητούμενο είναι η χώρα να αποκτήσει και πάλι τραπεζικό σύστημα. Διότι, φίλοι τραπεζίτες, τραπεζικό σύστημα δεν έχουμε. Απέχουμε πολύ ακόμη από το να φτάσουμε το επίπεδο των «παλαιών τραπεζών». Κι αυτός πρέπει να είναι ο στόχος. Εκείνες οι τράπεζες πρόσφεραν στη χώρα. Και κατέκτησαν τα Βαλκάνια και έδωσαν και πολιτική επιρροή στην Ελλάδα. Δε χρεοκόπησαν οι Τράπεζες. Οι πολιτικοί τις χρεοκόπησαν με την αλόγιστη διαχείριση των οικονομικών της χώρας.
Οι υπερβολικές χρεώσεις (τέτοιες ήταν) πέρασαν. Έγινε, τελείωσε. Ας θυμηθούν οι τραπεζίτες αυτά που έμαθαν στα πρώτα τους βήματα. Πως αναπτύσσεται μία τράπεζα και πως κτίζεται η σχέση εμπιστοσύνης με τους πολίτες. Κάτι στο οποίο δε βοήθησε αυτό που λέμε ότι πέρασε, οι υπερβολικές χρεώσεις. Αλλά, ας πάμε παρακάτω! Ο πέμπτος τραπεζικός πυλώνας θα βοηθήσει στον ανταγωνισμό. Αλλά και να μη συμβεί αυτό, ας μην ανησυχούμε! Επειδή η φύση και η οικονομία δεν ανέχονται το κενό, θα βρεθεί η λύση. Κάποιος θα έρθει από το εξωτερικό και με τη βοήθεια της τεχνολογίας θα θυμίσει σε όσους καθυστερήσουν, ότι η αγορά πάντοτε βρίσκει λύσεις!
Θανάσης Μαυρίδης