Του Γιάννη Παντελάκη
Παρατηρώντας εκείνους που διεκδικούν τις τηλεοπτικές άδειες, βγάζεις δυο συμπεράσματα: α) δεν πρόκειται για τον ανθό της ελληνικής κοινωνίας (υπόδικοι για κακουργήματα, εργολάβοι, διαπλεκόμενοι κλπ), β) σε μια μικρή πληθυσμιακά χώρα που βρίσκεται σε βαθιά ύφεση και απ'' όπου το προσδοκώμενο διαφημιστικό όφελος είναι μικρό, υπάρχει δυσανάλογα μεγάλο ενδιαφέρον για μια άδεια τηλεοπτικού σταθμού. Έντεκα υποψήφιοι για τέσσερις ή έστω πέντε άδειες.
Παρότι παράδοξα, δεν είναι μη αναμενόμενα. Τηλεοπτικό σταθμό μπορεί να διεκδικήσει μόνο κάποιος με ισχυρή οικονομική (και όχι μόνο) δύναμη, αφού πρόκειται για μια ακριβή επένδυση. Παράλληλα, ένας τηλεοπτικός σταθμός, ακόμα και σήμερα, παραμένει ένας ισχυρισμός μηχανισμός πρόσβασης και επηρεασμού άλλων κέντρων εξουσίας και της κοινωνίας.
Η αλήθεια είναι πως αυτό συμβαίνει σε πολλές άλλες δυτικές χώρες. Ενδεχομένως εκεί να υπάρχουν μερικές ασφαλιστικές δικλείδες (π.χ. ένας υπόδικος για κακουργήματα να αποκλείεται από τη διεκδίκηση μιας τηλεοπτικής άδειας), ωστόσο κοινός παρονομαστής είναι πως τα ισχυρά ΜΜΕ στην πλειονότητά τους ανήκουν σε οικονομικά ισχυρούς. Επίσης αλήθεια ωστόσο είναι πως σε αρκετές χώρες υπάρχουν ισχυροί μηχανισμοί που επιχειρούν και σ'' ένα βαθμό καταφέρνουν όχι να ελέγχουν την παρεχόμενη πληροφόρηση, αλλά να τηρούνται κάποιοι στοιχειώδεις κανόνες δεοντολογίας. Οι μηχανισμοί αυτοί λέγονται συμβούλια ραδιοτηλεόρασης, ενώσεις δημοσιογράφων κ.ο.κ.
Ενδεικτικά ν'' αναφέρουμε ότι στην Ισπανία υπάρχει η Εθνική Επιτροπή για τον Ανταγωνισμό και τις Αγορές (CNMC), που αποτελεί μια ανεξάρτητη αρχή και είναι υπεύθυνη για την παρακολούθηση και τον έλεγχο των καναλιών. Στη Βρετανία, υπάρχει μια ανεξάρτητη αρχή (Ofcom), η οποία δεν συνδέεται με την κυβέρνηση, κάτι ανάλογο συμβαίνει στο Βέλγιο, στη Γερμανία κ.ο.κ. Αυτό, δεν σημαίνει ότι στις χώρες αυτές έχουν εξαλειφθεί τα φαινόμενα διαπλοκής της μιντιακής εξουσίας με τις υπόλοιπες. Ωστόσο, είναι εμφανώς περιορισμένη συγκριτικά με το τοπίο που υπάρχει στη χώρα μας. Και γι'' αυτό βοηθάει σημαντικά το νομοθετικό πλαίσιο τουλάχιστον σε ό,τι αφορά στη συγκέντρωση πολλών ομοειδών Μέσων στο ίδιο πρόσωπο ή στον περιορισμό της δεσπόζουσας θέσης στη διαφημιστική αγορά από ομίλους ΜΜΕ.
Στη χώρα μας, το θέμα των καρτέλ ενημέρωσης αποφεύγουμε να το συζητάμε. Οι περισσότεροι από τους διεκδικητές των τηλεοπτικών αδειών έχουν επίσημα ή ανεπίσημα και άλλα Μέσα, συγκεντρώνοντας υπερβολική δύναμη. Επίσης στην Ελλάδα, οι τηλεοπτικοί σταθμοί δόθηκαν κάποτε σχεδόν διακομματικά σε πανίσχυρους εκδότες, λειτουργούν έως τώρα χωρίς άδεια και οι άδειες που θα δοθούν τώρα θα δοθούν ουσιαστικά από έναν υπουργό. Στην ίδια χώρα, οι ανεξάρτητοι μηχανισμοί που θα μπορούσαν να ελέγχουν τα προϊόντα που παράγονται, την πληροφόρησης που δίνεται (σε ό,τι αφορά την τήρηση δεοντολογίας και ισομέρειας) και του περιορισμού των καρτέλ ή δεν υπάρχουν ή δεν έχουν τις ανάλογες εξουσίες.
Οι κυβερνήσεις –όπως και η σημερινή– επιχειρούν κάθε φορά να προσεγγίσουν τους ισχυρούς μιντιάρχες με σκοπό το αμοιβαίο όφελος και αποφεύγουν να ενισχύσουν τις ανεξάρτητες αρχές. Τους ενδιαφέρει το προσωρινό όφελος που θα τις ενισχύσει και θα τις διατηρήσει στην εξουσία. Αυτό θα συμβεί και τώρα. Ενδεχομένως με κάποιους νέους παίκτες στη συγκεκριμένη αγορά, οι οποίοι θα είναι πιο φιλικά διακείμενοι στη σημερινή εξουσία. Ωστόσο, η ουσία δεν αλλάζει. Το ξαναμοίρασμα της τράπουλα απλά θ'' αναπαράξει ένα νοσηρό φαινόμενο...