Τα σύννεφα επιβράδυνσης στην Ευρωζώνη έχουν αρχίσει να εμφανίζονται και πάνω από την ελληνική οικονομία, όπως η κάμψη του τουρισμού, η επιβράδυνση των εξαγωγών και ο μηδενικός σχεδόν πληθωρισμός, ενώ θα γίνουν ακόμη πιο αισθητά στην Ελλάδα από το 2020 και μετά, εκτιμά ο καθηγητής Οικονομικών στο ΕΚΠΑ Παναγιώτης Πετράκης, σε συνδυασμό και με τις επιπτώσεις από τους χειρισμούς Τραμπ στο διεθνές εμπόριο.
Πιστεύει παρ' όλα αυτά, ότι αν η κυβέρνηση επιμείνει στην μεταρρυθμιστική ορμή, μπορεί η Ελλάδα να πετύχει την διαφορά σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, και να αυξηθεί θεαματικά η προσέλκυση επενδύσεων, προσθέτοντας ωστόσο ότι αυτό δεν θα γίνει αυτόματα, από την μία ημέρα στην άλλη, παρά θα αρχίσει να ξεδιπλώνεται σταδιακά από το 2020, και εφόσον η κυβέρνηση φανεί συνεπής στις εξαγγελίες της.
"Τότε θα αρχίσουμε να βλέπουμε και τις πρώτες θετικές επιπτώσεις της πολιτικής Μητσοτάκη. Από εκεί και πέρα όμως για να δούμε, για παράδειγμα, ξένες επιχειρήσεις πληροφορικής να μεταφέρουν στην Ελλάδα μεγάλα τμήματα έρευνας και ανάπτυξης, απαιτείται να γίνουν πράξη σαρωτικές μεταρρυθμίσεις, μετά τις οποίες θα έρθει και η ποθούμενη ανάπτυξη", επισημαίνει με νόημα.
Όσο για την μείωση του στόχου 3,5% στα πλεονάσματα, επαναλαμβάνει ότι το αίτημα προς τους εταίρους θα αποκτήσει γερές βάσεις, μόνο όταν αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη τους προς την ελληνική οικονομία, μέσω των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και μιας αξιόπιστης οικονομικής πολιτικής, η οποία χρειάζεται τον καιρό της για να αποδώσει.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
- Κάντε μας καταρχήν μια αποτίμηση του πρώτου μήνα της διακυβέρνησης Μητσοτάκη, την ταχύτητα, το παραχθέν έργο, και κυρίως τα θετικά μηνύματα από αγορές και επενδυτές. Δικαιολογούν όλ' αυτά αισιοδοξία για το μέλλον;
Ένας μήνας είναι πολύ μικρός χρόνος για να κάνει κάποιος αποτιμήσεις και μάλιστα μιας νέας κυβέρνησης. Όμως πρέπει να συμφωνήσουμε ότι οι κινήσεις της κυβέρνησης δείχνουν πολύ σοβαρή προετοιμασία, αποφασιστικότητα και πολιτική συνέπεια προεκλογικών λόγων και μετεκλογικών έργων.
Είναι βέβαιο ότι έτσι βελτιώνεται η αποτελεσματικότητα της οικονομικής πολιτικής. Παράλληλα οι αγορές έχουν προεξοφλήσει μια θετικότερη στάση απέναντι τους και με βάση την δημιουργία ενός συγκυριακά, ευνοϊκού διεθνούς κλίματος που αφορά στα ομόλογα, επαναξιολογούν μειωτικά (και σωστότερα) τον κίνδυνο του ελληνικού δημοσίου χρέους. Έτσι θεμελιώνεται μια αυξημένη αισιοδοξία για το μέλλον παρόλο που υπάρχουν εστίες προβληματισμού.
- Το ρωτώ γιατί το πρώτο εξάμηνο της φετινής χρονιάς έχει χαθεί, επομένως βασικός στόχος είναι να κερδηθεί το στοίχημα του 2020 με μοχλό την έναρξη επενδύσεων, όπως για παράδειγμα το Ελληνικό. Βλέπετε του χρόνου, η ανάπτυξη να "ξεκολλάει" από την περιοχή του 2%;
Ο προεκλογικός κύκλος κινήθηκε στα όρια αντοχών της οικονομίας . Πάντως από μια άποψη τροφοδότησε με ενεργή ζήτηση την οικονομία σε μια κρίσιμη στιγμή όπου ο ρυθμός μεγέθυνσης είχε απομειωθεί στο ανησυχητικό 1, 4% (α' τρίμηνο).
Λόγω όμως του καταναλωτικού χαρακτήρα των εισοδηματικών ενισχύσεων που ενίσχυσαν το διαθέσιμο εισόδημα, και της επιβράδυνσης στην ζήτηση των εξαγωγών ασκούνται πιέσεις στο ισοζύγιο πληρωμών, που με την σειρά του ασκεί μειωτικές επιδράσεις στο ρυθμό μεγέθυνσης.
Τέλος Αυγούστου θα έχουμε μια πιο καθαρή εικόνα για την πορεία αυτού του χρόνου και τις πρώτες εκτιμήσεις για τον επόμενο χρόνο που θα συμπεριλαμβάνουν τις επιδράσεις της νέας πολιτικής. Προς το παρόν οι εκτιμήσεις για το τρέχον έτος κυμαίνονται γύρω στο 1,8% με 1.9%. Τις επιδράσεις της τρέχουσας οικονομικής πολιτικής θα τις δούμε να εξελίσσονται από το 2020 και έπειτα.
- Ας πάμε στον στόχο για μείωση των πλεονασμάτων, δηλαδή για λιγότερη λιτότητα, που είναι καθοριστικός παράγοντας υποβοήθησης της ανάπτυξης. Μπορεί η ραγδαία αποκλιμάκωση στις αποδόσεις των ομολόγων να αναθεωρήσει επί τα βελτίω τη νέα ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους από την Κομισιόν, και άρα να ανοίξει τον δρόμο για μείωση των στόχων για τα πλεονάσματα;
Να υπενθυμίσω ότι ο Πρωθυπουργός μιλούσε και μιλά κατ' αρχήν για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης από τους εταίρους μέσω των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και της αξιόπιστης οικονομικής πολιτικής οι οποίες θα θεμελιώσουν το αίτημα της μείωσης του στόχου του 3.5%.
Βεβαίως η μείωση των επιτοκίων έρχεται επικουρικά να ενισχύσει το αίτημα αυτό. Όμως η υποστήριξη του αιτήματος βρίσκεται περισσότερο στα δικά μας χέρια αφού έτσι θα υποστηριχθεί και η επενδυτική μας αναβάθμιση (που πρέπει να διαφυλάξουμε ως κόρη οφθαλμού) γεγονός που θα αλλάξει σημαντικά την εικόνα μας.
Εδώ να προσθέσουμε και τον πολιτικό παράγοντα στις σχέσεις με τους εταίρους και την παγκόσμια διαφαινόμενη ανάγκη ενίσχυσης της δημοσιονομικής ενεργητικότητας (fiscal stance)που διαφαίνεται να προκύπτει ως αναγκαιότητα.
- Στα της φετινής χρονιάς τώρα, σε μια στιγμή που η κυβέρνηση επιδιώκει να πετύχει ένα μεταρρυθμιστικό σοκ, πόσο επηρεάζει την οικονομία και τον ρυθμό ανάπτυξης η επιβράδυνση στην Ευρωζώνη;
Η κατάσταση στην διεθνή οικονομία και την Ευρωζώνη αρχίζει να απαιτεί γερά νεύρα. Όλοι γνωρίζαμε ότι τέλος του 2019 αναμέναμε μια επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας. Όμως οι χειρισμοί Τραμπ στο διεθνές εμπόριο και οι συναλλαγματικές εξελίξεις διόγκωσαν υπέρμετρα την αβεβαιότητα.
Δυστυχώς η νομισματική πολιτική, στην φάση αυτή, είναι αδύναμη να δράσει αποτελεσματικά. Εξ άλλου στην Ευρωζώνη η δημοσιονομική πολιτική παρόλο που θα επιστρατευθεί, όσο αυτό είναι δυνατόν, έχει περιορισμένη εμβέλεια.
Η παρατηρούμενη επιβράδυνση θα γίνει αισθητή στην Ελληνική οικονομία κυρίως στον επόμενο χρόνο (2020) όποτε και θα βρίσκεται σε εξέλιξη η αναδιοργάνωση των τραπεζών, άρα ως ένα βαθμό δεν θα έχουμε ακόμα εξοπλιστεί αρκετά.
Παρολ' αυτά εάν επιμείνουμε στην μη δημοσιονομική μεταρρυθμιστική ορμή, μπορεί να επιτύχουμε την διαφορά σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη. Εάν αυτό επιτευχθεί, μπορεί να συμβούν εντυπωσιακές μεταβολές στην εικόνα και την οικονομική μας πραγματικότητα. Ας μην ξεχνάμε ότι την διαφορική ανάπτυξη κυνηγάμε. Αυτός μπορεί να είναι ο καταλύτης που θα αλλάξει την εικόνα μας.
- Σας ρωτώ για την επιβράδυνση της Ευρωζώνης, γιατί κάποιες πρώτες επιπτώσεις στην Ελλάδα είναι ήδη ορατές, όπως για παράδειγμα ο πληθωρισμός που τον Ιούνιο διαμορφώθηκε σε μόλις 0,2%, αλλά και οι εξαγωγές που επιβραδύνθηκαν το πεντάμηνο με ρυθμό 6,1% έναντι 10,7% το 2018…
Έχετε δίκιο. Το ελληνικό διαρθρωτικό παραγωγικό κενό παρότι κλείνει, εντούτοις απέχει από το να απασχολούνται πλήρως οι παραγωγικοί συντελεστές.
Αυτό δεν είναι κάτι νέο αλλά σχετίζεται με τα παραγωγικά χαρακτηριστικά της Ελληνικής οικονομίας.
Το κλείσιμο του θα είναι μια επίμονη διαδικασία. Επιπροσθέτως οι εξελίξεις στον τουριστικό τομέα λόγω κυρίως του τοπικού (Τουρκία και Μ Βρετανία) και διεθνούς νομισματικού πολέμου, δεν μας ευνοούν. Προφανώς η προσοχή πέφτει στα ξένα κεφαλαία και τις δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις.
Ασφαλώς και η συγκυρία είναι αρκετά θετική για την προσέλκυση επενδύσεων, αλλά αυτό δεν θα γίνει αυτόματα, από την μία ημέρα στην άλλη. Θα αρχίσει να ξεδιπλώνεται από το 2020 και μετά, και εφόσον η κυβέρνηση φανεί συνεπής στις εξαγγελίες της. Από εκεί και πέρα για να δούμε για παράδειγμα ξένες επιχειρήσεις πληροφορικής να μεταφέρουν στην Ελλάδα μεγάλα τμήματα έρευνας και ανάπτυξης, απαιτείται να γίνουν πράξη σαρωτικές μεταρρυθμίσεις, μετά τις οποίες θα έρθει και η ποθούμενη ανάπτυξη.