Του Κωνσταντίνου Σαραβάκου*
Η δομή και η λειτουργία του ελληνικού κράτους χρειάζονται άμεση και ριζοσπαστική αναδιαμόρφωση, αυτό το ξέρουμε και το ακούμε ότι θα συμβεί εδώ και χρόνια. Μία από τις κυριότερες δομές λειτουργίας του κράτους είναι η αστυνομία, το σώμα στο οποίο έχει ανατεθεί μία από τις μεγαλύτερες εξουσίες και ευθύνες του κράτους: η άσκηση της νόμιμης βίας. Για να αποφύγουμε τις θεωρητικές συζητήσεις για την έκταση της βίας, οι οποίες έχουν ενδιαφέρον αλλά δεν χωράνε σε αυτό το άρθρο, μπορούμε να συμφωνήσουμε πως για όσους αποδέχονται τη σύγχρονη δημοκρατία, η άσκηση της βίας πρέπει να περιορίζεται στην προστασία των δικαιωμάτων των πολιτών και στην εφαρμογή του νόμου.
Τώρα που έχουμε έναν, συσταλτικό θα έλεγα, ορισμό για το τι αφορά το μονοπώλιο της βίας, βλέπουμε πόσο δύσκολο είναι ένα τέτοιο εννοιολογικό εργαλείο να βάλει όρια σε ένα κράτος δικαίου όπως η Ελλάδα. Μέσα στα πολλά και τεράστια προβλήματα μη εφαρμογής των ατομικών δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου, η Ελληνική Αστυνομία συχνά καταχράται την εξουσία που της έχει δοθεί.
Από τον τρόπο διαχείρισης των κοινωνικών κινητοποιήσεων, τους ελέγχους στον δρόμο και τη συμπεριφορά των οργάνων της σε ανθρώπους που βρίσκονται στο περιθώριο, μέχρι τη δωροδοκία και τους ελεγκτικούς της μηχανισμούς, η Ελληνική Αστυνομία παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα και τους κανόνες λειτουργίας του κράτους δικαίου. Υπάρχουν φορές που η Ελληνική Αστυνομία βασανίζει για να διασκεδάσει. Υπάρχουν φορές που άνθρωποι πεθαίνουν στα χέρια της και δεν γνωρίζουμε τι συνέβη, πώς και ποιοι έχουν την ευθύνη.
Δεν είναι τυχαίο πως 1 στους 2 Ελληνίδες και Έλληνες θεωρούν πως η δωροδοκία και η κατάχρηση εξουσίας για προσωπικό όφελος είναι ευρέως διαδεδομένα στον θεσμό της Ελληνικής Αστυνομίας (Ειδικό Ευρωβαρόμετρο, Οκτώβριος 2017). Η αναξιοπιστία της Ελληνικής Αστυνομίας είναι καθρέφτης της εν γένει συμπεριφοράς της, καθώς και της άσκησης βίας που ξεπερνά τα όρια επιβολής του νόμου.
Όπως σημειώνει σε εκτενή έκθεσή της η Διεθνής Αμνηστία, η αστυνομική βία στην Ελλάδα δεν αφορά μεμονωμένα περιστατικά (Police violence in Greece: Not Just «IsolatedIncIdents», 2012), ενώ και το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Human Rights Watch) συχνά αναφέρεται σε παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων από πλευράς Ελληνικής Αστυνομίας, κυρίως απέναντι σε μετανάστες και πρόσφυγες.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο οι δηλώσεις ενός θεσμικού οργάνου της Ελληνικής Αστυνομίας, του εκπροσώπου της Πανελλήνιας Συνομοσπονδίας Αστυνομικών Υπαλλήλων (ΠΟΑΣΥ), καταδεικνύουν ότι η Ελληνική Αστυνομία αδυνατεί να κάνει τα στοιχειώδη• να κρατήσει τα προσχήματα. Οι άνθρωποι δεν είναι ενοχλητική σκόνη, δεν είναι σκουπίδια και κακομοίρηδες και δεν χρειάζονται σκούπες να τους μαζέψουν. Σε μία φιλελεύθερη δημοκρατία κάθε άνθρωπος έχει απόλυτα, αναπαλλοτρίωτα φυσικά δικαιώματα που πρέπει να γίνονται σεβαστά πρώτα απ'' όλα από τους αστυνομικούς, αυτές και αυτούς που οφείλουν να τα προστατεύουν. Αυτά τα δικαιώματα είναι ο πυρήνας του φιλελευθερισμού και της δημοκρατίας, και είναι αδιαπραγμάτευτα.
Στη θεωρία, τα σώματα της Αστυνομίας εκπαιδεύονται για να διαχειρίζονται καταστάσεις που μπορεί να ξεφύγουν, για να αμύνονται στον βαθμό που πρέπει και να χρησιμοποιούν τη βία μόνο για να προστατεύσουν και να αποτρέψουν παράνομες ενέργειες. Στην πράξη η Ελληνική Αστυνομία είναι ένα σώμα διαπλεκόμενο, σαθρό, βουτηγμένο στη διαφθορά και την κατάχρηση εξουσίας. Είναι ένα σώμα που μόνο καχύποπτα μπορεί να βλέπει ένας άνθρωπος ο οποίος στηρίζει τα ατομικά δικαιώματα. Ακόμη και όταν δεν κάνει όλα τα παραπάνω, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως απλώς κάνει τη δουλειά της, όχι κάτι θεάρεστο.
Η μεγαλύτερη κατάκτηση της μεταπολεμικής δυτικής δημοκρατίας, το κράτος δικαίου και τα ατομικά δικαιώματα, είναι σήμερα στην Ελλάδα στο έλεος του κράτους και της αστυνομικής εξουσίας. Εάν θέλουν τα αναγνωρίζουν και τα σέβονται, αν δεν το θέλουν είτε δεν υπάρχουν συνέπειες, είτε το κόστος των συνεπειών (καταδίκες πάσης φύσεως από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κ.λπ.) το επωμίζονται οι πολίτες. Το κράτος δικαίου στην Ελλάδα βρίσκεται σε κρίση.
* Ο κ. Κωνσταντίνος Σαραβάκος είναι πολιτικός επιστήμονας, ερευνητής του ΚΕΦίΜ
Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο Παρασκευής 30 Αυγούστου