Του Χρήστου Γεωργιάδη*
Στην πολιτική το ιδανικό είναι το βέλτιστο δυνατό.
Δεν έχει νόημα να κρίνονται οι ενέργειες του οδηγού ενός σκουριασμένου λεωφορείου με σπασμένη ανάρτηση σε κακοτράχαλο δρόμο, όπως θα κρίνονταν εκείνου που οδηγεί καλοσυντηρημένο όχημα σε καινουριο-στρωμένη λεωφόρο. Ο πρώτος θα χρειαστεί να κάνει ελιγμούς που αν έκανε ο δεύτερος, όλοι με το δίκιο τους θα τον θεωρούσαν μεθυσμένο. Θέλουμε φυσικά να βγει το όχημα στην λεωφόρο, θέλουμε να επισκευαστεί, θέλουμε να ανακαινιστεί. Θέλουμε να κινείται με ταχύτητα και άνεση, όπως πάει ο δρόμος. Δεν φέρνουμε όμως αυτή την στιγμή πιο κοντά απαιτώντας απ’ τον οδηγό να οδηγήσει σαν να ήταν ήδη καλή η ανάρτηση και σαν να ήταν ήδη ασφαλτοστρωμένος ο δρόμος.
Θέλουμε να είμαστε κράτος δικαίου βέβαια αλλά δεν θα γίνουμε με το να το παίζουμε ότι είμαστε ήδη.
Οι πολίτες καλούμαστε να κρίνουμε το πολιτικό μας σύστημα και τους πρωταγωνιστές του, όχι από το αν καταφέρνουν το ιδανικό που έχουμε στο μυαλό μας και μάλιστα αντίθετα στην τρέχουσα επικρατούσα κουλτούρα, δηλαδή αντίθετα σ’ εμάς τους ίδιους! Χρειάζεται να τους κρίνουμε από το αν επιχειρούν αυτό που μας πλησιάζει σ' αυτό το ιδανικό απ' τον συντομότερο δρόμο, με τα λιγότερα δυνατά τραντάγματα και με τις μικρότερες δυνατές βλάβες στον πορεία.
Κι αυτό είναι πολύ δύσκολο.
Είναι πολύ δύσκολο για τους πολιτικούς που το επιχειρούν φυσικά. Ταυτόχρονα είναι πολύ δύσκολο και για μας τους πολίτες που τους κρίνουμε. Κι αυτό γιατί μας είναι πολύ δύσκολο ν’ αποφύγουμε τον πειρασμό να κρίνουμε κάποια ενέργεια ως αναγκαίο κακό ή ως ανικανότητα ή υστεροβουλία, με βάση ποιόν οδηγό συμπαθούμε και ποιόν όχι. Στην λεωφόρο και με όχημα σε καλή κατάσταση, πολλά πράγματα είναι δεδομένα που στον χωματόδρομο είναι ζητούμενα. Οπότε; Τον ελιγμό τον έκανε ο οδηγός επειδή χρειαζόταν ή απλώς επειδή είναι ανίκανος; Ή, ακόμα χειρότερα, γιατί οδηγεί με άλλο στόχο από τον να μας βγάλει στην λεωφόρο όσο πιο γρήγορα γίνεται;
Η ευθυκρισία είναι πολύ δυσκολότερη όταν δεν υπάρχει κάποιο απόλυτο, σταθερό, ευκρινές και αντικειμενικό μέτρο. Ένα κράτος δικαίου διαθέτει τέτοιο μέτρο. Αυτό είναι ένα από τα πολλά πλεονεκτήματα που έχουν τα κράτη δικαίου. Ένα κράτος όπου η επικρατούσα κουλτούρα είναι αυτή της ανομίας και της ευνοιοκρατίας, δεν το διαθέτει.
Οι κοινωνίες, όμως, που έχουμε σήμερα ως πρότυπο και σ’ αυτόν τον τομέα, κι αυτές δεν το πέτυχαν “εν μία νυχτί” (ούτε και απολύτως αλλά αυτό είναι άλλο θέμα). Οι απόλυτες ελέω θεού μοναρχίες δεν έγιναν κράτη δικαίου ξαφνικά. Πέρασαν από διαδικασία. Διαδικασία μάλιστα που είναι αναπόφευκτα χαοτική, με οπισθοδρομήσεις, ασυνέπειες, αντιφάσεις κι εσωτερικές συγκρούσεις. Επομένως, η ιδεαλιστική στάση "οποιαδήποτε ενέργεια απέχει από την αρχή του κράτους δικαίου είναι καταδικαστέα ασυζητητί!" είναι σχεδόν το ίδιο βλαπτική με την κυνική στάση "η κατάσταση δεν αλλάζει, έτσι ήταν και έτσι θα είναι πάντα!".
Απορρίψτε τις και τις δύο.
Κι αυτό πάλι δεν είναι λόγος για να απαλλάσσουμε τον έναν οδηγό και να καταδικάζουμε τον άλλον με βάση τις προκαταλήψεις μας και μόνο. Αυτός είναι εύκολος τρόπος που επίσης διαιωνίζει το πρόβλημα. Τρόπος εύκολος δεν υπάρχει. Τουλάχιστον να έχουμε στο μυαλό μας την αρχή. Κι η αρχή είναι ότι θέλουμε να γίνουμε κράτος δικαίου, αυτήν όμως την στιγμή δεν είμαστε. Κι αυτό συνιστά μια πολύ σημαντική περιπλοκή όταν κρίνουμε τους πολιτικούς. Περιπλοκή που επιβαρύνει όλους μας, πολιτικούς και πολίτες, με δυσκολότερο έργο.
Μεγάλες οι απαιτήσεις από την κρίση μας λοιπόν. Είναι μια αντίφαση αυτή στις κοινωνίες ότι, όσο πιο δυσλειτουργούσα η κοινωνία τόσο μεγαλύτερες οι απαιτήσεις από την κρίση τόσο των πολιτικών όσο και των πολιτών. Όσο λιγότερα εφόδια διαθέτει η κοινωνία στα μέλη της, τόσο περισσότερα τους ζητάει, αν είναι να κάνει την υπέρβαση και να βρεθεί σε θέση να τους … προσφέρει περισσότερα στο μέλλον. Δεν είναι λοιπόν να παραξενευόμαστε που είναι δύσκολο. Παράξενο θα ήταν αν ... δεν ήταν. Είναι απολύτως φυσικό το προβληματικό λεωφορείο στον προβληματικό δρόμο να κινείται αργά και με πολλά τραντάγματα και πολλές στάσεις για να κρυώσει η μηχανή. Δεν είναι καθόλου τυχαίο που η επιτυχία και η αποτυχία των κοινωνιών είναι πολύ ευσταθής κατάσταση. Δεν συμβαίνει μια πετυχημένη κοινωνία να αποτυγχάνει ξαφνικά, ούτε και μια προβληματική να επιτυγχάνει με την μία. Οφείλεται στο ότι, μέρος της επιτυχίας στο παρόν είναι ακριβώς πως δημιουργεί τις προϋποθέσεις ώστε η επιτυχία να είναι ευκολότερη και στο μέλλον.
Αυτά είναι τα άσχημα νέα για μας στην Ελλάδα που θέλουμε να φτάσουμε κοινωνίες πιο πετυχημένες από την δική μας. Όσο πιο μακριά από το κράτος δικαίου βρίσκεται μια κοινωνία τόσο πιο δύσκολο είναι να ... το πλησιάσει. Δεν υπάρχει εύκολος τρόπος αλλαγής κουλτούρας. Χρειάζεται υπέρβαση.
Τα καλά νέα είναι ότι γίνεται. Ότι το έχουν πετύχει άλλοι πριν από μας που, κι αυτοί, δεν ξεκίνησαν από κει. Ότι η ανθρωπότητα στο σύνολό της ξεκίνησε από πολύ πιο πίσω από’ δω που είμαστε τώρα εμείς, κι όμως έχει μεγάλες υπερβάσεις να επιδείξει. Κάποιοι, κάπως, τα κατάφεραν. Μπορούμε κι εμείς. Κι η καθυστέρησή μας μάλιστα, συνιστά και πλεονέκτημα σε κάποιο σημείο, πως μπορούμε να μάθουμε από κείνους κι ότι, κάποιοι απ’ αυτούς, κάποιες φορές, μας δίνουν βοήθεια που οι ίδιοι δεν είχαν.
Επίσης είναι πολύ καλό νέο ότι κι εμείς φαίνεται να τα καταφέρνουμε.
Αργά μεν, εμφανώς δε, αν το δει κανείς σε διάρκεια χρόνου, αυτό το ρημάδι το λεωφορείο, σ’ αυτόν τον ρημάδι τον δρόμο που βρέθηκε, έχει όμως διανύσει κουτσά-στραβά μεγάλη απόσταση προς τον στόχο. Και, σ’ αυτό το ίδιο διάστημα, η κατάσταση της ανάρτησης βελτιώνεται με τις συχνές επισκευές, κι η κατάσταση του δρόμου κι αυτή δεν είναι τόσο κακή όσο σε προηγούμενα σημεία της πορείας.
Χωρίς κυνισμό λοιπόν αλλά και χωρίς ιδεαλισμό. Με ρεαλισμό και όραμα. Θέλουμε να γίνουμε κράτος δικαίου και ταυτόχρονα δεν είμαστε ακόμα. Κι αυτό μεγαλώνει τις απαιτήσεις απ' όλους, πολίτες και πολιτικούς, την ίδια στιγμή που μειώνει τις δυνατότητες.
Στην ανταπόκριση σ’ αυτή την βαριά ευθύνη, καλή επιτυχία σε όλους μας.
*Ο Χρήστος Γεωργιάδης είναι μαθηματικός, πληροφορικός κι επιχειρηματίας, με μεγάλο ενδιαφέρον για την επιστήμη και την πολιτική.