Του Αριστοτέλη Αϊβαλιώτη
Καθώς τα σύννεφα στο διεθνές περιβάλλον πολλαπλασιάζονται, θέτοντας σε αμφισβήτηση τον παγκόσμιο ενάρετο κύκλο ανάπτυξης που ήδη διαρκεί δέκα χρόνια, εμείς εξακολουθούμε μονότονα να περιμένουμε τις επενδύσεις. Που δεν έρχονται.
Οι επενδύσεις, αυτές που όλοι μηρυκάζουμε ευχές να έλθουν για να ενεργοποιήσουν και για εμάς έναν σωτήριο κύκλο ανάπτυξης, δεν έρχονται καθώς έχουμε στήσει, ηθελημένα ή αθέλητα, ένα πραγματικό ναρκοπέδιο εμποδίων. Πολλοί ελπίζουν ότι το πρόβλημα είναι κυρίως πολιτικό, αρκεί να αλλάξει αυτή η ουσιαστικά αδιάφορη ή και εχθρική για τις επενδύσεις κυβέρνηση. Και όλα θα διορθωθούν, ως διά μαγείας.
Μακάρι να ήταν έτσι. Αλλά στην πραγματικότητα το ναρκοπέδιο συνίσταται από πάρα πολλές νάρκες, που η εκκαθάρισή τους θέλει ταυτόχρονες δράσεις σε πολλά μέτωπα, ενώ η ύπαρξή τους είναι αποτέλεσμα εδραιωμένων συμφερόντων και νοοτροπιών, που έχουν εγκατασταθεί στο θεσμικό μας περιβάλλον εδώ και δεκαετίες.
Το φορολογικό περιβάλλον είναι σημαντικό, αλλά αφορά κυρίως τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Οι μεγάλες επενδύσεις αποτρέπονται κυρίως από την ύπαρξη της ανασφάλειας που προκαλεί η γραφειοκρατική εμπλοκή, με τις μυριάδες αρμοδιότητες και τη διάχυση των εξουσιών που μπορούν να αποφασίζουν για αυτές. Με την προσθήκη του κόστους, που αυτό το θεσμικό περιβάλλον δημιουργεί. Κόστος που η Διεθνής διαφάνεια είχε υπολογίσει στο 6% του ΑΕΠ, αν συνυπολογιστεί και η συνδεδεμένη διαφθορά. Για να αντιμετωπιστεί αυτό το θεσμικό δίχτυ της αράχνης θα χρειαζόταν να συγκεντρωθούν όλες οι αδειοδοτικές και γραφειοκρατικές αρμοδιότητες σε μία Αρχή, που θα είχε την εξουσία να υπερβαίνει κάθε άλλη διάσπαρτη εξουσία. Υπάρχει αμφιβολία ότι το σύνολο του πολιτικού συστήματος θα πολεμούσε κάτι τέτοιο; Στο όνομα της δημοκρατίας, βεβαίως...
Μετά υπάρχει πλήθος δραστηριοτήτων που έχουν τόσες προϋποθέσεις για να συμβούν, που στην ουσία απαγορεύεται η όποια επένδυση. Στην κατηγορία αυτή εμπίπτουν όλες σχεδόν οι εξορυκτικές δραστηριότητες, αλλά και οι νέες μεγάλες επενδύσεις στον τουρισμό και την εκμετάλλευση ακινήτων. Είναι ενδεικτικό ότι όλες σχεδόν οι νέες επενδύσεις σε ξενοδοχεία αφορούν ανακαίνιση παλαιών υπαρχουσών μονάδων, ενώ οι κατά καιρούς αναγγελθείσες εντελώς νέες καρκινοβατούν επί χρόνια, δεκαετίες.
Αλλά και στις νέες καινοτόμες δραστηριότητες της υψηλής τεχνολογίας τα πράγματα είναι υπονομευμένα. Καθώς ο συνδυασμός φόρων και ασφαλιστικών εισφορών στην εργασία αναγκάζει τις ενδεχόμενες ελληνικές επιχειρήσεις να πληρώνουν διπλάσιο κόστος στους εργαζομένους υψηλών δεξιοτήτων για να τους κρατήσουν στην Ελλάδα και να μην πάνε σε αντίστοιχες εταιρείες στο εξωτερικό. Για να αντιμετωπιστεί αυτό, που έχει μεγάλη σχέση με το brain drain, θα χρειαζόταν τόσο δραστική μεταρρύθμιση που μόνο η πρόταση του Στέφανου Μάνου για πλήρη κατάργηση των ασφαλιστικών εισφορών μπορεί να εξασφαλίσει. Βλέπει κανείς τέτοιες πιθανότητες στο άμεσο μέλλον;
Η επιχειρηματική καχεξία και το παρεπόμενο επίμονο έλλειμμα επενδύσεων στην Ελλάδα έχει επίσης σχέση με το μικρό μέγεθος της εσωτερικής αγοράς, τον κατακερματισμό σε μικρές μονάδες, που σε μεγάλο βαθμό διαμορφώνει τελικά μικρά ποσοστά κέρδους στο επενδυμένο κεφάλαιο. Για να αντιμετωπιστεί αυτή η δομική αδυναμία θα πρέπει να ελαφρυνθεί πάρα πολύ το θεσμικό και ρυθμιστικό βάρος που επιβάλλει το κράτος προκειμένου να αναπνεύσει η επιχειρηματική κοινότητα και να δημιουργήσει, ή να υποδεχθεί, νέες επενδύσεις.
Είτε θα πρέπει να δράσουμε γρήγορα και αποφασιστικά σε πολλά ταυτόχρονα μέτωπα.
Είτε θα πρέπει να προσαρμόσουμε τις προσδοκίες μας σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα. Και να πάψουμε να ονειρευόμαστε «επενδυτικό σοκ»...
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στον Φιλελεύθερο στις 23 Οκτωβρίου