Της Βάσως Κόλλια*
Ο γυναικολόγος Ντένις Μουκουέγκε από το Κονγκό και η γιαζίντι Νάντια Μουράντ τιμήθηκαν με το Νόμπελ Ειρήνης 2018 για τις προσπάθειές τους κατά της χρήσης της σεξουαλικής βίας ως πολεμικού όπλου. Η Νάντια Μουράντ είναι ακτιβίστρια για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αφού υπήρξε σεξουαλική σκλάβα του Ισλαμικού Κράτους. Ο Ντένις Μουκουέγκε είναι γυναικολόγος από τη Δημοκρατία του Κονγκό που περιθάλπει θύματα σεξουαλικής βίας.
Στο άρθρο αυτό όμως θα μείνω στην περίπτωση της Νάντια Μουράντ καθώς αναδεικνύεται η μάστιγα της σεξουαλικής βίας ως πολεμικό όπλο.
Στις ένοπλες συγκρούσεις υπάρχουν απώλειες που εξακολουθούμε να θεωρούμε «φυσικές» ή και «αναπόφευκτες» σε αυτή την ακραία αντικοινωνική κατάσταση. Μία από αυτές είναι η σεξουαλική βία απέναντι στον άμαχο πληθυσμό, κατά κύριο λόγο σε γυναίκες και κορίτσια. Θεωρείται μάλιστα τόσο «αυτονόητο» επακόλουθο της σύγκρουσης που πιθανότατα αποδίδεται σε κάποιο αόριστο, άγραφο κώδικα του πολέμου που ακολουθεί την ανθρωπότητα από την δημιουργία της.
Ακόμη και όσοι έχουμε την τύχη να απολαμβάνουμε την πολυτέλεια της νηφαλιότητας και τα αγαθά της ειρήνης, αποδεχόμενοι το καθημερινό δράμα της σεξουαλικής βίας, δίνουμε χωρίς να το συνειδητοποιούμε ψήφο εμπιστοσύνης σε πολεμικές παραδόσεις της εποχής των σπηλαίων. Δυστυχώς, η ισχύς των διεθνών κανόνων είναι ιδιαίτερα ευάλωτη στην άγνοια, ιδίως όταν συνδυάζεται με ηθική νωθρότητα.
Σήμερα, διαθέτουμε ένα σαφές κανονιστικό πλαίσιο που δεσμεύει τη διεθνή κοινότητα απαγορεύοντας τη σεξουαλική βία στις ένοπλες συγκρούσεις. Οι βάσεις του πλαισίου αυτού τέθηκαν ήδη από τον περασμένο αιώνα με τις Συμβάσεις της Γενεύης και τα συμπληρωματικά πρωτόκολλα και εξειδικεύθηκαν αργότερα με ψηφίσματα και διακηρύξεις των Ηνωμένων Εθνών.
Η Ελλάδα ήταν από τις πρώτες χώρες που υπέγραψαν τη Διακήρυξη Δέσμευσης για τον Τερματισμό της Σεξουαλικής Βίας στις Ένοπλες Συγκρούσεις. Βεβαίως, τα ψηφίσματα και οι δηλώσεις δέσμευσης της διεθνούς κοινότητας, δεν επαρκούν για να επιλύσουν το πρόβλημα. Αποτελούν όμως απολύτως απαραίτητα βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση. Η Κροάτισσα συγγραφέας και δημοσιογράφος Σλαβένκα Ντρακούλιτς, που κατήγγειλε μέσα από τη δουλειά της τη φρίκη των εγκλημάτων πολέμου στα Βαλκάνια του '90, χαρακτηρίζει το Ψήφισμα 1820 του Συμβουλίου Ασφαλείας «ιστορικό». Γιατί, «επιτέλους, η σεξουαλική βία αναγνωρίζεται ως όπλο και μπορεί να τιμωρηθεί». Με το ψήφισμα αυτό, η χρήση της σεξουαλικής βίας ως τακτικής πολέμου, αναγνωρίζεται πλέον ως ζήτημα διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας.
Όπως καταγγέλλουν τα Ηνωμένα Έθνη, σήμερα, η σεξουαλική βία σε γυναίκες και κορίτσια χρησιμοποιείται συνειδητά, ολοένα και περισσότερο, ως τακτική πολέμου. Χρησιμοποιείται από τους ένοπλους για «να ταπεινώσουν, να κυριαρχήσουν, να ενσπείρουν το φόβο, να διαλύσουν ή και να προκαλέσουν βίαιη μετεγκατάσταση πολιτών που ανήκουν σε μία κοινότητα ή εθνοτική ομάδα». (Ψήφισμα 1820 του 2008 του Συμβουλίου Ασφαλείας).
Οι κοινωνίες μας αποστρέφουν σταθερά το βλέμμα από τις υποχρεωτικές ανθρωποθυσίες γυναικών και κοριτσιών, σε έναν ακήρυχτο πόλεμο, χωρίς καμία μεγαλοπρέπεια, χωρίς ηθική δικαίωση για κανέναν. Είναι τα ανώνυμα θύματα σε μια απρόκλητη και ασύμμετρη σύγκρουση δύναμης και εξουσίας με βάση το φύλο, στην πιο βάρβαρη έκφρασή του. Οι επιπτώσεις της σεξουαλικής βίας στις ένοπλες συγκρούσεις είναι δραματικές: καταστρέφονται άτομα, οικογένειες, ολόκληρες κοινότητες. Εμποδίζονται οι προσπάθειες να επιτευχθεί ειρήνη, διαιωνίζεται η διαμάχη και η δυστυχία, ταλαιπωρώντας και τις επόμενες γενεές.
Όμως δεν είναι μόνον το μέγεθος του εγκλήματος που θα πρέπει να μας ανησυχεί. Είναι η ίδια η έκταση της ανοχής, που το περιβάλλει. Συντηρείται μια πραγματική κουλτούρα ατιμωρησίας μέσα από ένα σύνθετο πλέγμα ενόχων και συνενόχων, που πέραν από τους δράστες, περιλαμβάνει όλους όσους είτε συναινούν σε αυτά τα απεχθή εγκλήματα, είτε απλώς τα ανέχονται.
Η σεξουαλική βία ασκείται από κάθε πλευρά, από κυβερνητικές και από αντικαθεστωτικές δυνάμεις. Συχνά οι δράστες μένουν ατιμώρητοι, ειδικά αν εργάζονται στην αστυνομία ή το στρατό. Πίσω από την επίκληση ενός άγραφου «κώδικα του πολέμου» και του «στρες του μαχητή», βρίσκουν διέξοδο μερικά από τα πιο ταπεινά ανθρώπινα ένστικτα. Η πρωτόγονη πίστη ότι η σεξουαλική βία είναι η «φυσική» έκφραση ενός επιθετικού «ανδρισμού» συμβιώνει με την πεποίθηση ότι η σεξουαλική βία αποτελεί την, επίσης, αναμενόμενη συμπεριφορά για άνδρες που για παρατεταμένο διάστημα στερούνται τη γυναικεία συντροφιά. Όμως, στον βιασμό δεν υπάρχει τίποτε αυτονόητο, φαιδρό, ή παιγνιώδες. «Ο βιασμός είναι πάντα βασανιστήριο», αναφέρει ο ειδικός εισηγητής του ΟΗΕ για τα Βασανιστήρια, Μάνφρεντ Νόβακ.
Υπάρχουν πολλοί λόγοι που μας υποχρεώνουν να κοιτάξουμε κατάματα το δύσκολο πρόβλημα της σεξουαλικής βίας στις συγκρούσεις. Οι κοινωνίες που δεν είναι ασφαλείς για τις γυναίκες, δεν είναι ασφαλείς για κανέναν. Η γενικευμένη αίσθηση έλλειψης σεβασμού σε βασικά οικουμενικά ανθρώπινα δικαιώματα οδηγεί μαθηματικά στην ανομία και στο γενικευμένο έγκλημα, υποσκάπτοντας κάθε ελπίδα για έξοδο από τη βαρβαρότητα.
Η σεξουαλική βία στις ένοπλες συγκρούσεις αποτελεί ένα συνειδητό ειδεχθές έγκλημα όχι μόνον απέναντι στο γυναικείο φύλο, αλλά στην ανθρωπότητα. Και όπως κάθε έγκλημα μπορεί και αυτό να αντιμετωπισθεί, να τιμωρηθεί, να προληφθεί. Η εφαρμογή του νομικού πλαισίου είναι το πρώτο βήμα, ώστε οι δράστες να πάψουν να αισθάνονται ασφαλείς. Ένα ακόμη απαραίτητο βήμα είναι η ειδική εκπαίδευση των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας, ειδικά σε περιοχές που υποφέρουν από ένοπλες συγκρούσεις.
Όμως καμία παρέμβαση δεν θα πείσει αν η γυναίκα δεν πάψει να αντιμετωπίζεται από την κοινωνία ως υποψήφιο θύμα διακρίσεων και κακοποίησης. Σε πολλά μέρη του κόσμου, οι γυναίκες δεν προσφεύγουν στα δικαστήρια καθώς ο βιασμός εξακολουθεί να αποτελεί ένα σοβαρό κοινωνικό στίγμα. Θα πρέπει συστηματικά να καταπολεμηθούν τα υποτιμητικά στερεότυπα που προβάλλουν ως «φυσικό» καθήκον της γυναίκας να υφίσταται οποιαδήποτε ταλαιπωρία και εξευτελισμό.
Τα αρνητικά υποτιμητικά στερεότυπα αναπαράγονται με διαφορετικούς τρόπους και ένταση, σε όλο τον κόσμο: από τη γλώσσα της διαφήμισης, έως το θρησκευτικό φονταμενταλισμό που συντηρεί μια φοβική και εκδικητική στάση απέναντι στο γυναικείο φύλο.
Η ενίσχυση της θέσης των γυναικών στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή δημιουργεί ισχυρά αναχώματα αντιστάσεων στην κοινωνία. Οι νέες συνθήκες αποκατάστασης της τάξης και της ασφάλειας που οικοδομούνται σε κοινωνίες συγκρούσεων, θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις ανάγκες των γυναικών και των παιδιών τους και να δημιουργούν συμμαχίες με τους άνδρες και τα αγόρια.
Γιατί για να έρθει η ειρήνη πιο κοντά, πιο νωρίς, ο σεβασμός στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια πρέπει να βρει τη θέση του και στο πεδίο της ένοπλης σύγκρουσης. Να αποτελέσει απαράβατη συνθήκη, ακόμη και στον παραλογισμό του πολέμου.
*Η κ. Βάσω Κόλλια είναι πολιτικός επιστήμων, πρώην Γενική Γραμματέας Ισότητας των Φύλων του Υπουργείου Εσωτερικών.
Φωτογραφία: APImages