Κανένας δεν μπορεί να αμφιβάλει πως η κυβέρνηση περνά την πιο δύσκολη φάση από τότε που ανέλαβε την διακυβέρνηση της χώρας. Η πολυαναμενόμενη λήξη του υγειονομικού συναγερμού είναι μέλλουσα και αβέβαιη.
Ουδείς γνωρίζει πότε θα λήξει και υπό ποιες μορφές θα λήξει. Ως εκ τούτου η κυβέρνηση, με διαρκείς ενέσεις αισιοδοξίας, προσπαθεί να τονώσει το ηθικό των πολιτών, αλλά μάλλον επιδεινώνει την κατάσταση, καθώς οι προσδοκίες διαψεύδονται.
Λογικά θα περιμέναμε αυτή η δυσαρέσκεια, η κούραση, η ανασφάλεια, να έπλητταν πολιτικά την κυβέρνηση. Και όχι μόνον αυτό. Να έδιναν πόντους στον ΣΥΡΙΖΑ που έκανε και κάνει τα πάντα για να μην βελτιωθεί η κατάσταση. Πριν από λίγες ημέρες η εταιρεία Prorata είχε μια δημοσκόπηση για την ΕΦ-ΣΥΝ, μια εφημερίδα που πρόσκειται αναφανδόν στον ΣΥΡΙΖΑ. Υπήρξε ένα ερώτημα που η απάντηση του πέρασε απαρατήρητη. « Μεταξύ της Νέας Δημοκρατίας και του ΣΥΡΙΖΑ ποιο κόμμα θα σας ενοχλούσε περισσότερο να κερδίσει τις εκλογές αν αυτές διεξάγονταν αύριο;»
Το 49% δηλώνει πως θα ενοχλούνταν αν κέρδιζε ο ΣΥΡΙΖΑ και το 40% η Νέα Δημοκρατία. Συμπέρασμα: Ισχύει αυτό που είχε πει η Μελίνα το 1990, μετά από τρεις αλλεπάλληλες εκλογικές ήττες, στον Ανδρέα Παπανδρέου, επί λέξει. «Δεν αρέσουμε πια. Πάρτο απόφαση». Αν ο ΣΥΡΙΖΑ είχε την δική του Μελίνα, αυτό θα άκουγε ο Τσίπρας.
Αυτό το κλίμα της απαξίας φαίνεται πως έχει πολύ ισχυρές βάσεις μέσα στην κοινωνία. Και αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να ερμηνευθεί μονοδιάστατα. Μια από τις βασικότερες αιτίες είναι η πλήρης αποδόμηση του ηθικού πλεονεκτήματος της Αριστεράς, ενός μύθου που λειτουργούσε κοντά στα 50 χρόνια μέσα στην ελληνική κοινωνία. Τα γεγονότα που συνέτριψαν αυτόν τον μύθο ήταν συγκεκριμένα και δεν έχουν εξαντληθεί. Προστίθενται και άλλα.
Έτσι, χθες, ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης Σταύρος Κοντονής άφησε να εννοηθεί ότι η μετατροπή της δωροδοκίας από κακούργημα σε πλημμέλημα, με τον νέο Ποινικό Κώδικα, έγινε για να ευνοηθεί ένας συγκεκριμένος επιχειρηματίας. Τόνισε μάλιστα -και αυτό αποδεικνύει την σοβαρότητα της καταγγελίας του- ότι «μεταφέρθηκε η διενέργεια των εκλογών μια εβδομάδα μετά την αρχική εξαγγελία, ακριβώς για να πραγματοποιηθεί η συνεδρίαση της βουλής και να ψηφιστεί ο Ποινικός Κώδικας».
Τόσο η καταγγελία αυτή καθ΄εαυτή, όσο και η συγκυρία στην οποία έγινε, τραυμάτισαν κι άλλο τον ΣΥΡΙΖΑ. Με την καταγγελία επικαλύφθηκαν οι εξαγγελίες Τσίπρα για το κούρεμα των χρεών που δημιουργήθηκαν κατά την πανδημία, ενώ προφανώς τα όσα κατήγγειλε ο πρώην υπουργός θα αξιοποιηθούν από τη Νέα Δημοκρατία, συμπληρωματικά, στην υπόθεση Καλογρίτσα—Παππά.
Το κακό για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι πως το μαρτύριο της αποδόμησης, αυτού που απέμεινε από το «ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς», δεν έχει τέλος. Δεν γνωρίζουν το επόμενο κτύπημα από πού θα τους έρθει, καθώς είναι εκτεθειμένοι και σε άλλες «περίεργες» καταστάσεις.
Κάποιοι ανόητοι πίστευαν ότι ένα κόμμα του 36% που κυβερνά, έχει τις ίδιες ηθικές αντοχές με ένα κόμμα του 4% που καταγγέλλει. Στο περιθώριο όλοι είναι «άγγελοι». Τα σκληρά μέταλλα δοκιμάζονται στο καμίνι της εξουσίας.