Είμαι βέβαιος ότι το μόνο που δεν επιθύμησε ποτέ ο Σωτήρης Τσιόδρας, είναι να γίνει έμμεσος πρωταγωνιστής πολιτικών αντιπαραθέσεων και ιδεολογικών γρονθοκοπημάτων. Σοβαρός άνθρωπος με καίρια αποστολή και υψηλό κύρος, δεν έχει ούτε καιρό ούτε ανάγκη ν’ ασχοληθεί με σαχλαμάρες. Αλλά –φευ- δεν είναι στο χέρι του. Διότι άθελα του, γίνεται το κορυφαίο αντιπαράδειγμα κάθε λαϊκιστή, ψεκασμένου, ξερόλα και συνωμοσιολόγου αυτού του τόπου.
Χίλια κακά και τραγικά έφερε ο κορονοϊός, αλλά έφερε κι ένα καλό. Κάναμε πέρα τους τσαρλατάνους και τρέξαμε όλοι μας κάτω από την σκέπη των ειδικών. Οι «ελίτ» που μέχρι πριν δυο χρόνια ήταν στο στόχαστρο κάθε ημιμαθούς κοινωνού της υπεραπλούστευσης, μεταβλήθηκαν ξάφνου σε φύλακες αγγέλους μας. Μπροστά στην σοβαρότητα της κατάστασης, ο Βελόπουλος με το «Βυζαντινόν» του έγινε αντικείμενο χλευασμού και λοιδορίας ακόμα κι από τους ίδιους τους ψηφοφορίσκους του.
Αυτό έγινε διότι σφίξανε τα γάλατα, διότι μέσα στην οικονομική κρίση αγοράσαμε τόνους «Βυζαντινόν» από λογής-λογής πολιτικολογούντες και οικονομολογούντες τσαρλατάνους. Το ίδιο έκαναν οι Βρετανοί με το Brexit ή οι Αμερικανοί με τον Ντόναλντ τους. Παχιά λόγια, αγωνιστικοί θεατρινισμοί, θεωρίες για άδυτα που ελέγχουν τις ζωές μας, σαχλαμάρες για κέντρα φαιάς ουσίας που μας καταστρέφουν για να μας κατακλέψουν, υπεραπλουστευμένες λύσεις για πολύπλοκα και πολυεπίπεδα προβλήματα, συνταγές «εδώ και τώρα» για ζητήματα που απαιτούσαν υπομονή και σοφές επιλογές, διαχωριστικές γραμμές και εχθροπάθεια δίχως όρια. Δέκα χρόνια ζούσαμε έτσι.
Και να που ξαφνικά έρχεται ένας Τσιόδρας και τα διαλύει όλα αυτά. Άθελα του, καθώς άλλη είναι η δική του αποστολή. Πολεμώντας έναν αόρατο ιό, ο λοιμωξιολόγος τοποθετεί ξανά μέσα στην ελληνική κοινωνία την κλίμακα των πραγματικών αξιών. Ο ορθολογισμός, η επιστήμη, η σε βάθος γνώση του αντικειμένου, η σοβαρότητα, η αλήθεια των επιστημονικών ευρημάτων και των αδυσώπητων αριθμών, η επιμονή στο βήμα-βήμα, ξαναβρίσκουν τον θρόνο τους. Για αναλογιστείτε πόσες φορές τα είχαμε κουρελιάσει όλα αυτά την προηγούμενη δεκαετία.
Τώρα ο φόβος μας επαναφέρει στα συγκαλά μας. Ξαναβρίσκουμε τον διαφωτισμό που είχαμε διδαχθεί στο σχολείο, αφήνοντας στην άκρη όσα μας έβαλε στο μυαλό η σκοτεινή πλευρά του internet. Οι θεωρίες των φαφλατάδων είναι καλές για να τσακωνόμαστε στο καφενείο, όμως την ζωή του παιδιού μας ή του γέροντα πατέρα μας μόνο στον Τσιόδρα την εμπιστευόμαστε. Ο οποίος δεν έχει την όψη του τεχνοκρατικού ρομπότ δίχως αισθήματα (όπως περιγράφουν τις ελίτ κάποιοι δήθεν προοδευτικοί), αλλά την όψη του πιο συμπαθητικού γείτονα μας που χαιρόμαστε να βλέπουμε στο απέναντι μπαλκόνι.
Τον Τσιόδρα τον διάλεξη ο Κυριάκος. Έτσι κι αλλιώς ήταν ο καλύτερος, το λένε όλοι. Άκουσα και τον κ. Ξανθό που προς τιμήν του είπε ότι και μια κυβέρνηση Σύριζα αυτόν θα έβαζε επικεφαλής. Κι όμως, κι αυτό είναι μια μεγάλη νίκη. Ξέρετε πόσα χρόνια οι καλύτεροι λοιδωρούνταν και διαπομπεύονταν, ενώ οι καραγκιόζηδες κορδώνονταν στις καρέκλες που δεν τους άξιζαν;