Απαξίωση για έναν πολιτικό δεν είναι όταν δέχεται σκληρή κριτική, αλλά όταν ουδείς ασχολείται στα σοβαρά μαζί του. Όταν τον αγνοούν.
Είναι γεγονός πως τόσο η ομιλία τού τέως πρωθυπουργού όσο και η συνέντευξη του πέρασαν στα «ψιλά» των ειδήσεων. Ασχολήθηκαν, σε δεύτερο πλάνο, μόνον οι επαγγελματίες του χώρου.
Φαίνεται πως ο Αλ. Τσίπρας, πλέον, ό,τι και να πει, ό,τι και να υποσχεθεί, δεν ακούγεται. Δεν γνωρίζω αυτό πού οφείλεται.
Πιθανόν η συγκυρία να είναι δυσμενής γι΄αυτόν. Πιθανόν να έχει κουράσει και φθαρεί. Ίσως και τα δύο μαζί. Πάντως ο «Αλέξης δεν τραβά». Το δείχνουν και οι δημοσκοπήσεις.
Το αρνητικό για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι πως ο αρχηγός του, ενώ αποτελεί το καλό χαρτί εσωκομματικά, αποτελεί συγχρόνως το βαρίδι στην σχέση του κόμματος με την κοινωνία. Ενώ στον κομματικό μικρόκοσμο είναι ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης που κρατά το κόμμα ενωμένο, η απήχηση του στους πολίτες εξαντλείται στα όρια του κόμματος του. Πέρασαν τα παλιά μεγαλεία, όταν ήταν ο νέος και άφθαρτος πολιτικός, που αγωνιζόταν εναντίον του παλιού πολιτικού συστήματος.
Με την διακυβέρνηση του απέδειξε πως το νέο, ενίοτε, είναι πολύ χειρότερο από το παλιό. Και αυτό πληρώνει σήμερα.
Είναι γεγονός πως πολλές περιόδους οι ομιλίες στην ΔΕΘ προκαλούν αφόρητη πλήξη, καθώς οι πολιτικοί ηγέτες δεν έχουν να πουν κάτι το ουσιαστικό. Επί δύο, τουλάχιστον, μήνες τα επιτελεία τους προσπαθούν να επινοήσουν προτάσεις που θα τις εξαγγείλουν στην ΔΕΘ οι αρχηγοί των κομμάτων τους. Αυτή η ιστορία των εξαγγελιών έχει καταντήσει ένας παρηκμασμένος θεσμός.
Κάπως έτσι κινήθηκε και ο Α. Τσίπρας. Αυτήν την νωχελικότητα την εξέφραζε και ο τόνος της φωνής του και η διάρκεια των απαντήσεων που έδινε. Κάτι βέβαια που ταλαιπωρούσε αυτούς που ήθελαν να τον ακούσουν.
Είναι λογικό, όταν ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης ανεβαίνει στην Θεσσαλονίκη με μεγάλη δημοσκοπική διαφορά σε βάρος του κόμματος του, το ηθικό τόσο το δικό του όσο και των συνεργατών του να είναι πεσμένο. Και αυτό φάνηκε.
Το ανησυχητικό για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι πως το γερό χαρτί του, ο αρχηγός του, δεν μπορεί να προσαρμοσθεί στην νέα κατάσταση και κυρίως δεν μπορεί να αλλάξει ο ίδιος. Ο Τσίπρας του 2020 αποδείχθηκε αυτές τις ημέρες πως δεν διαφέρει από τον Τσίπρα του 2012, παρά τα δραματικά γεγονότα που συνέβησαν αυτά τα χρόνια. Δεν θέλησε να διδαχθεί ή δεν μπόρεσε.
Αυτή η αδυναμία πρόσληψης της νέας πραγματικότητας είναι η βασική αδυναμία του, γιατί τον έχει καταστήσει ανίκανο να χαράξει μια νέα τακτική απέναντι στην κυβέρνηση. Επί πλέον είναι δείγμα της αδυναμίας του να βελτιωθεί προσωπικά.
Αναμασά φθαρμένες κασέτες, που «μαγκώνουν» από την πολυχρησία. Αυτό είναι το πιο αδύνατο σημείο του Α. Τσίπρα και αναδεικνύεται σε μειονέκτημα στρατηγικού επιπέδου, καθώς είναι ορατό στην κοινωνία.
Ο Α. Τσίπρας είναι ένας πολιτικός νέος στην ηλικία, αλλά γέρος στα μυαλά.