Τα τελευταία χρόνια η βραδιά των Όσκαρ έχει προσθέσει στην ιεροτελεστία της πολιτικές δηλώσεις. Εκατομμυριούχοι, στη συντριπτική τους πλειονότητα αριστερών αντιλήψεων, εκμεταλλεύονται το παγκόσμιο ενδιαφέρον για τον κινηματογράφο προκειμένου να προβάλλουν την πολιτική τους ατζέντα, να ευχηθούν παγκόσμια ειρήνη, και την κατάργηση του κάθε κακού. Βεβαίως, στον ρόλο αυτού του κακού τις περισσότερες φορές πρωταγωνιστεί ο καπιταλισμός και η ελεύθερη αγορά - που συχνά βαφτίζεται απληστία.
Είναι γνωστό πως οι τέχνες συνήθως δεν συντάσσονται με τον φιλελευθερισμό. Ειδικά όσοι παρακολουθούν τα τεκταινόμενα στο Χόλιγουντ τις τελευταίες δεκαετίες δεν θα εκπλαγούν καθόλου με το Όσκαρ καλύτερης ταινίας να πηγαίνει σε μία (κατά πολλούς ειδικούς - δεν την έχω δει) αντικαπιταλιστική ταινία, ή με την ομιλία του Χοακίν Φίνιξ που λίγο πολύ τα έβαλε με την ανθρωπότητα επειδή καταπατά τα δικαιώματα των ζώων και του πλανήτη. Η ομιλία αυτή ήταν αυτή που συζητήθηκε και περισσότερο από όλες όσες εκφωνήθηκαν στην τελετή απονομής των βραβείων, όμως πέρα από το ρομαντικό καταγγελτικό της στιλ, δύσκολα θα υποστήριζε κανείς πως προσέφερε κάτι το αξιόλογο στον δημόσιο διάλογο.
Βλέπετε, όπως και με την πλειονότητα των διανοουμένων, το όραμα μίας κεντρικά σχεδιασμένης κοινωνίας είναι ελκυστικό για τους ηθοποιούς, τους σκηνοθέτες και τα επαγγέλματα που δραστηριοποιούνται γύρω από τον κινηματογράφο. Ο Ρόμπερτ Νόζικ πίστευε ότι ο κύριος λόγος που οι διανοούμενοι εχθρεύονται τον καπιταλισμό έχει να κάνει με τα σχολικά τους χρόνια. Εκεί διδάσκονται πόσο άδικος και σκληρός είναι ο έξω κόσμος και έχουν ένα πρότυπο κοινωνικής οργάνωσης - το σχολείο - που φαινομενικά είναι δικαιότερο, κεντρικά σχεδιασμένο και ιεραρχικό. Ένας άλλος σπουδαίος φιλελεύθερος, ο Φρίντριχ Χάγιεκ, θεωρούσε ότι οι διανοούμενοι έλκονται από την ιδέα του κεντρικού σχεδιασμού για άλλους λόγους. Ως άνθρωποι με γνώσεις, επιρροή και άποψη για το κοινό καλό, αρκετοί από αυτούς υιοθετούν την άποψη ότι τα διάφορα προβλήματα που παρατηρούν στην κοινωνία μπορούν να λυθούν από μία κεντρική εξουσία, αρκεί αυτή να λειτουργεί με σωστές αρχές και προτεραιότητες. Φυσικά ο κεντρικός σχεδιασμός δεν δούλεψε ποτέ προς όφελος των πολλών, όμως όπως πολύ εύκολα μπορεί να φανταστεί κανείς, οι ίδιοι οι διανοούμενοι μάλλον προσωπικά ωφελήθηκαν στα καθεστώτα που τον εφάρμοσαν.
Πέρα όμως από τους διάσημους αντιπάλους του καπιταλισμού, υπάρχουν και οι άσημοι. Ποιοι είναι αυτοί; οι μεγάλοι επιχειρηματίες. Μπορεί αυτό να ακούγεται περίεργο από έναν φιλελεύθερο, όμως από την εποχή του Άνταμ Σμιθ μέχρι και τις μέρες μας, έχει καταδειχθεί με ενέργεια το πώς οι δήθεν υπέρμαχοι του καπιταλισμού μπορεί να είναι και οι πρώτοι που θέλουν ενεργά να τον διαλύσουν. Πιο συγκεκριμένα, ο Σμιθ γνώριζε καλά ότι αρκετά συχνά οι ανεξέλεγκτοι έμποροι και βιομήχανοι μπορούν να συνωμοτήσουν για να φτιάξουν καρτέλ ή να χρησιμοποιήσουν την επιρροή τους στην εκάστοτε κυβέρνηση ώστε αυτή να περνά ευνοϊκούς νόμους που θα την προστατεύουν από τον ανταγωνισμό (εγχώριο ή μη). Δύο αιώνες μετά τον Σμιθ, ο Μίλτον Φρίντμαν έλεγε ότι “οι δύο μεγαλύτεροι εχθροί της ελεύθερης αγοράς είναι οι διανοούμενοι και οι μεγαλοεπιχειρηματίες”. Εξηγούσε ότι το να είναι κανείς υπέρ της αγοράς (pro-market) είναι τελείως διαφορετικό από το να είναι υπέρ των επιχειρήσεων (pro-business). Αρκετοί επιχειρηματίες ζητούν διαρκώς, ακόμα και σήμερα, την προστασία του κράτους από τον ανταγωνισμό, είτε με δασμούς, είτε με κοστοβόρες ρυθμίσεις που αυξάνουν τα εμπόδια εισόδου σε μία αγορά, είτε απαιτώντας γενναιόδωρες επιδοτήσεις.
Δυστυχώς, σπανίως γίνεται κουβέντα για το πως αρκετοί μεγάλοι και σπουδαίοι επιχειρηματίες εχθρεύονται την ελεύθερη αγορά και κερδίζουν εις βάρος των υπολοίπων χάρη στην προστασία που τους παρέχει το κράτος. Αντίθετα, οι απανταχού Χοακίν Φίνιξ λαμβάνουν τη μέγιστη δυνατή δημοσιότητα και κριτική.