Αυτό φέρεται να είπε η Α. Μέρκελ στον Ντ. Ερντογάν, κατά την συνομιλία τους, πριν από λίγες ημέρες. Για να το μεταφέρει αυτό η Γερμανίδα Καγκελάριος στον Τούρκο Πρόεδρο, σημαίνει πως πείστηκε από τον Έλληνα πρωθυπουργό για τις προθέσεις της πολιτικής ηγεσίας της πατρίδας μας.
Όταν συναντήθηκε ο Κυριάκος Μητσοτάκης με τον Πρόεδρο Ντ. Τραμπ, σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, του μετέφερε την αποφασιστικότητα της Ελληνικής κυβέρνησης απέναντι στις τουρκικές προκλήσεις.
Τι σημαίνουν όλα αυτά;
Όλοι οι ενδιαφερόμενοι γνωρίζουν πλέον πως η Ελλάδα θα αντιδράσει δυναμικά, αν διαπιστώσει πως θίγονται τα συμφέροντα της. Και για να μην φοβούμαστε να χρησιμοποιούμε τις σωστές λέξεις, καταστήσαμε σαφές πως τον λόγο θα έχουν οι Ένοπλες Δυνάμεις της πατρίδας μας.
Είναι γνωστό πως η Τουρκία εδώ και 25 χρόνια περίπου παίρνει αυτό που θέλει με την απειλή χρήσης βίας. Ανέξοδα και αναίμακτα, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Όλες οι κυβερνήσεις, πριν από τα μνημόνια, είχαν προτάξει τις επιδόσεις της Εθνικής Οικονομίας, ακολουθώντας τις πολιτικές των σεισμών και των κουμπάρων απέναντι στους γείτονες μας.
Και οι μνημονιακές κυβερνήσεις, εκ των πραγμάτων, δεν είχαν περιθώρια για αύξηση των αμυντικών δαπανών.
Μέσα σε αυτό το πολιτικό πλαίσιο ο Ντ. Έρντογάν ξεδίπλωσε σταδιακά, από το 2010, το νέο-οθωμανικό σχέδιο του. Την ανασύσταση του Χαλιφάτου.
Σήμερα αντιλήφθηκε πως σε αυτόν τον σχεδιασμό υπάρχει ένα εμπόδιο που λέγεται Ελλάδα. Η Τουρκία έχει απέναντι της μιαν Ελληνική κυβέρνηση και μιαν Ελληνική στρατιωτική ηγεσία που είναι αποφασισμένες να τηρήσουν τις εθνικές κόκκινες γραμμές, με κάθε τρόπο.
Αυτό σημαίνει το επιγραμματικό « οι Έλληνες δεν αστειεύονται».
Η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων—πλην των εξ επαγγέλματος πασιφιστών και των εθνομηδενιστών—αυτό ήθελε και να ακούσει και να δει.
Ένας λαός που αισθάνεται ταπεινωμένος από τις εξελίξεις που ορίζουν τις Ελληνοτουρκικές σχέσεις, ψάχνει μια σταγόνα εθνικής υπερηφάνειας. Αναζητεί κάτι που θα του τονώσει το ηθικό.
Μερικές φορές παρηγοριόμαστε με εθνικές επιτυχίες σε άλλους τομείς. Φαίνεται πως το έχουμε ανάγκη.
Μας λείπει η εθνική αυτοπεποίθηση και ο αυτοσεβασμός.
Έτσι, σχεδόν όλοι οι Έλληνες αισθάνθηκαν ικανοποιημένοι από τον τρόπο που αντιμετώπισε η κυβέρνηση την απόπειρα της εισβολής μεταναστών στον Έβρο. Συστρατεύθηκε, γιατί βίωσε την νικηφόρα αναμέτρηση ως Ελληνοτουρκικό επεισόδιο, και έτσι ήταν.
Νιώσαμε πως κάτι κάναμε, όταν εισπράξαμε τα εύσημα από την παγκόσμια κοινή γνώμη για τον αποτελεσματικό τρόπο με τον οποίον αντιμετωπίσαμε την πανδημία. Φουσκώσαμε και πάλι.
Και σήμερα αισθανόμαστε πως στείλαμε ένα μήνυμα όχι μόνον προς την Τουρκία, αλλά και προς εταίρους και συμμάχους, πως το «τζάμπα πέθανε». Όποιος διεκδικεί κάτι που θεωρούμε πως μας ανήκει, θα πληρώσει.
Η ελληνική κυβέρνηση αποδεικνύει πως δεν υποκύπτει σε απειλές. Και γι΄αυτό έχει δίπλα της την συντριπτική πλειοψηφία του Ελληνικού λαού.
Πραγματικά αυτό το «οι Έλληνες δεν αστειεύονται» ακούγεται θαυμάσια.