Tης Κυριακής Στυλιανού*
Η σιωπή είναι τέχνη στις τοπικές κλειστές κοινωνίες. Είναι παράδοση που πάει χέρι με χέρι, όπως τα μυστικά μαγειρέματος των συνταγών της γιαγιάς. Όταν, μάλιστα, πρόκειται για τις σκοτεινές και άρρωστες ατασθαλίες ενός ιερέα, τότε η σιωπή -εκτός από χρυσή- είναι και ιερή. Ακόμα κι αν το θύμα των σκοτεινών κι άρρωστων ατασθαλιών του ιερέα ήταν ένα εννιάχρονο κοριτσάκι, ακόμα κι αν το μαρτύριο του βιασμού του κοριτσιού κράτησε χρόνια, η τοπική κοινωνία προτίμησε να κλείσει μάτια, αυτιά και στόμα και να τιμήσει την πατρογονική παράδοση της σιωπής.
Η μικρή κοινωνία, επιλέγοντας τη σιωπή, εγκατέλειψε το μικρό κορίτσι στην κακή του μοίρα και στην αστοχία των επιλογών της μητέρας της, που έκρινε τον χήρο ιερέα κατάλληλο σύντροφο για την ίδια και πατριό για το κορίτσι της που απέκτησε από προηγούμενό της γάμο. Ο άρρωστος ιερέας απολάμβανε τα προνόμια της διαβίωσης σε μια συντηρητική και άλαλη -μπροστά στο έγκλημα- τοπική κοινωνία που δεν αγνοούσε την ανίερη δράση του “θείου λειτουργού”. Η τοπική κοινωνία γνώριζε και συνενοχούσε βυθισμένη σε άκρα του τάφου σιγή. Νήστευαν και κοινωνούσαν από το ιερό δισκοπότηρο στα χέρια του ιερέα, εξασφαλίζοντας τη μύηση σε ένα εξωφρενικό ιερό μυστήριο εγκληματικής αδράνειας και σιωπής.
Στις μικρές κλειστές τοπικές κοινωνίες βασιλεύει το κουτσομπολιό και το άγριο ενδιαφέρον για όλα τα μικρά, τα κιτρινοπικάντικα και τα ασήμαντα. Για όλα τα μικρά και τα ασήμαντα ακόμα και οι τοίχοι έχουν αυτιά και τα στόματα είναι άκρως πρόθυμα να μαρτυρήσουν φωναχτά όσα έχουν καταγραφεί και ψιθυροδιαδοθεί.
Μα στο μαρτύριο του μικρού κοριτσιού οι τοίχοι των αρχοντικών πύργων της Μάνης ηχομονώθηκαν, για να συντηρήσουν την κλειστοκοινωνική παραδοσιακή τέχνη της σιωπής στο μαρτύριο, στο δράμα και στο έγκλημα που συντελείται στο διπλανό σπίτι. Οι τοίχοι της Μάνης στάθηκαν αναίσχυντα “περήφανοι” θεματοφύλακες της παραδοσιακής ανοχής σε ανίερα εγκλήματα, ειδικά όταν αυτά διενεργούνται από λειτουργούς θείων, ιερών και οσίων.
Η παιδοφιλική διαστροφή του ιερέα βρήκε γόνιμο έδαφος και συγκάλυψη στη συντηρητική κοινωνία της Μάνης. Το κοριτσάκι, του οποίου το φυσικό δικαίωμα της περιόδου αθωότητας και αγνότητας αλώθηκε και θυσιάστηκε στον βωμό των σκοτεινών ενστίκτων και ορέξεων του ιερέα, ενηλικιώθηκε πρόωρα
Δεν ξέρω ποια σύγχρονη Παπαδιαμάντινη φώκια θα βρεθεί να μοιρολογήσει τη σκοτωμένη αθωότητα του μικρού κοριτσιού της Μάνης, όταν η κοινωνία της πόλης γνώριζε τον συνεχιζόμενο εφιάλτη του παιδιού, μα εξακολουθούσε να καμώνεται πως δεν άκουγε τις κραυγές.
Δεν ξέρω ποιος ήρωας διηγημάτων του Δημήτρη Χατζή θα ξυπνήσει να εξαγγείλει το τέλος της απάνθρωπης απάθειας και συνένοχης σιγής της μικρής πόλης.
Δεν ξέρω ποιο ιερό βιβλίο θρησκευτικής ιδεολογίας θα αποτελέσει μελλοντική διαθήκη, διασφαλίζοντας το τέλος των ανθρωποθυσιών στον βωμό ενστίκτων μερικών αποκτηνωμένων ανθρώπινων οργανισμών.
Δεν ξέρω ποιος ποταμός θα ξεπλύνει τους ανθρώπινους λεκέδες προφητεύοντας σωτήριες λύσεις.
Δεν ξέρω ποιο γλυκό θρησκευτικό σύμβολο θα πρέπει να γεννηθεί για να λυτρώσει εκείνες τις αθώες παιδικές ψυχές που μαρτύρησαν σε χέρια ανθρωπόμορφων τερατοειδών.
Σε κοινωνιολογική ανάγνωση, το ότι ήταν ιερέας, βοήθησε στο να εξασφαλιστεί στα σίγουρα η σιωπή των υπολοίπων. Ιστορικά ομιλούντες, αποτελεί ακόμα έναν λεκέ στον χώρο των λειτουργών της εκκλησίας.
* Η Κυριακή Στυλιανού είναι φιλόλογος και εκπαιδευτικός σε σχολείο της Κύπρου.