Αν ένας αστυνομικός δεν είναι οπαδός του «περάστε αύριο από το τμήμα να υποβάλετε μήνυση και θα επιληφθούμε», τότε αργά ή γρήγορα θα βρεθεί μπροστά στο δευτερολεπτικό δίλημμα «πατάω την σκανδάλη ή όχι;». Αν δεν την πατήσει αυτός, ενδέχεται να την πατήσει ο απέναντι κι ο «μπάτσος» να βρεθεί σε φέρετρο ή σε αναπηρική καρέκλα. Αν πάλι την πατήσει, υπάρχουν ικανές πιθανότητες να έχει κάνει λάθος εκτίμηση και βρεθεί πίσω απ’ τα σίδερα. Πιο δύσκολο δεν γίνεται.
Κάθε πυροβολισμός αστυνομικού επίσης, διοχετεύει αυτομάτως ρεύμα στην ηλεκτρική καρέκλα του υπουργού προστασίας του πολίτη ή (ανάλογα με την σοβαρότητα του επεισοδίου) και του ίδιου του πρωθυπουργού. Άλλο μπάχαλο από κει. Η πολιτική εξουσία πλέει ανάμεσα στις συμπληγάδες μιας κοινής γνώμης που κρίνει με απολυτότητα και κατηγορηματικότητα. Για τους μεν η αστυνομική δράση ισούται με εκφασισμό, για τους δε η ελαστικότητα ισούται με αναρχία και ανασφάλεια. Μέσος όρος και συνθέσεις δεν υφίστανται σ’ αυτό.
Οπότε η πολιτική εξουσία πιέζεται, η πίεση αυτή διοχετεύεται στην αστυνομία διπλά και τρίδιπλα, με αποτέλεσμα το πράγμα να χειροτερεύει. Θα μου πείτε, υπάρχουν πρωτόκολλα. Ναι, παντού υπάρχουν πρωτόκολλα, σε όλες τις αστυνομίες και τους στρατούς της υφηλίου. Και στους πυρηνικούς σταθμούς, και στις πτήσεις των αεροπλάνων και στη ναυσιπλοΐα, αλλά δεν περνά μέρα να μη δούμε στα δελτία ειδήσεων ατυχήματα και συγκρούσεις και σφαίρες να φεύγουν και πολιτικές κρίσεις για όλα αυτά.
Ποτέ δεν θα λυθεί αυτό, ας το συνειδητοποιήσουμε. Το εκκρεμές θα πηγαίνει μονίμως από τη μια άκρη στην άλλη. Θα υπάρχουν κυβερνήσεις που δεν θα αντέχουν την πιθανότητα ατυχήματος ή αυθαιρεσίας λόγω ζήλου, οπότε θα διατάζουν την αστυνομία να κάθεται στ’ αυγά της. Αυτές θα γονατίζουν από την κριτική των ανασφαλών νοικοκύρηδων. Και θα υπάρχουν κυβερνήσεις που θα δίνουν έμφαση στην εφαρμογή του νόμου και θα απαιτούν να μην κλείνουν οι αστυνομικοί τα μάτια σε αυτοκίνητα με σπασμένα φινιστρίνια που περνούν από μπροστά τους, αλλά να τα παίρνουν κυνήγι. Όμως αυτές θα διακινδυνεύουν καθημερινά την πιθανότητα ενός ξεσηκωμού των Εξαρχείων, της ευαίσθητης νεολαίας και των διανοούμενων δικαιωματιστών.
Πάντα και όλοι θα επικαλούνται τα πρωτόκολλα που δεν εφαρμόζονται στην εντέλεια. Όμως σε τελευταία ανάλυση και στην κατάληξη της συζήτησης, πάντα θα γίνεται εμφανής ο κοινωνικός διαχωρισμός ανάμεσα σ’ αυτούς που θα λένε «δεν ξεκινά το πρωί ο αστυνομικός για να σκοτώσει, ενώ ο ληστής ξεκινά για να κλέψει» και σ’ αυτούς που θα λένε «πυροβολούν όχι διότι κινδυνεύουν, αλλά διότι είναι όργανα κρατικής τρομοκρατίας». Και πάντα, μα πάντα, το επιχειρησιακό θα γίνεται πολιτικό, ανεξαρτήτως αν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για τέτοιες ερμηνείες.
Και πάντα οι υπουργοί και οι πρωθυπουργοί θα απαιτούν την πιστή τήρηση των πρωτοκόλλων ια να αποφύγουν την πολιτικοποίηση, αλλά ενδομύχως απλώς θα παρακαλούν να μην τους κάτσει η στραβή στη βάρδια τους.