Του Κυριάκου Αθανασιάδη
Η εικόνα που έχουμε για τον κόσμο δεν είναι η εικόνα του κόσμου. Η εικόνα που έχουμε για τον κόσμο είναι μερική, αποσπασματική, σύμφυρμα θραυσμάτων, και περασμένη από χίλια δυο πρίσματα, και από κρησάρες. Μοιάζει κάπως σαν να κοιτάμε μέσα από μία κλειδαρότρυπα έναν κυλιόμενο διάδρομο δύο οριζόντιων κατευθύνσεων, όπου πάνω του περπατούν οι γνωστοί μας, οι ιδέες μας, οι αναμνήσεις μας, τα συναισθήματά μας, οι εικόνες της τηλεόρασης, και όλο το διαδίκτυο — για να αναφέρω τα πιο προφανή. Αυτή την κλειδαρότρυπα την έχουμε ανοίξει μόνοι μας, στο σημείο που μας βολεύει: ανάλογα με το ύψος μας. Και στ' αυτιά μας, την ώρα που κρυφοκοιτάζουμε, φοράμε ακουστικά? και όχι για να μην ακούμε: ενόσω κοιτάζουμε, ακούμε ταυτόχρονα τη μουσική και τις λέξεις και τον θόρυβο των άλλων, μία φούγκα αλληλοεπικαλυπτόμενων ήχων.
Για να το πούμε αλλιώς: η εικόνα που έχουμε για τον κόσμο είναι απατηλή — δεν είναι η σωστή — και, όχι, δεν υπάρχει μία σωστή εικόνα του κόσμου. Ο κόσμος είναι το σύνολο των εικόνων που έχουν όλοι οι άνθρωποι, οι άπειρες τομές τους, και η αυτοεικόνα του μαζί. (Και η αυτοσυντριβή του μέσα του — αλλά ας μην το πάω τόσο μακριά, σε μέρη που δεν μπορώ να τα περπατήσω).
Μέσα σε όλη τη βοή των εικόνων που υπάρχουν για τον κόσμο, πρέπει κανείς να σταθεί σε μιαν άκρη, και να κάτσει να σκεφτεί πώς θα μπορέσει να πορευτεί χωρίς να τρελαθεί και να βγει γυμνός στους δρόμους αλαλάζοντας. Συνήθως βέβαια δεν είναι τόσο δύσκολο όλο ακούγεται: όλοι μας, πάνω-κάτω, βλέπουμε τι μας συμφέρει και τι μας κάνει να νιώθουμε πιο ασφαλείς. Και, μόλις τα μάθουμε αυτά και τα καλοζυγίσουμε, μόλις είμαστε σίγουροι και εφησυχάσουμε, κλείνουμε όλες τις άλλες εικόνες που μας βομβαρδίζουν, και πορευόμαστε με αυτή τη μία, τη δική μας, που την παγώνουμε κιόλας για να μη μας ζαλίζει (και κυρίως: για να μη μας παγώνει, για να μη μας ανατριχιάζει τα βράδια, όταν είμαστε μόνοι). Θέλουμε μια ήσυχη κατά το δυνατόν ζωή, θέλουμε ειρήνη, χρήματα, σεξ, ένα καλό αμάξι, διακοπές στο νησί, ένα χτύπημα στην πλάτη, δυο δράμια θαυμασμό, τέτοια. Φυσικά, θέλουμε και κάτι να πολεμάμε — ή έστω να μας πολεμάει: εάν δεν υπάρχει κάτι τέτοιο, δεν μπορούμε να προσδώσουμε αξία στον εαυτό μας, νιώθουμε κενοί, μέτριοι και χλιαροί: ασήμαντοι, σαν κάτι πουλιά που δεν μπαίνει στον κόπο να τα κυνηγήσει ο κροκόδειλος και κάθονται κοντά του λιάζονται όλη μέρα. Έτσι, παίρνουμε τον αγαπημένο μας εχθρό και τον βάζουμε στο εικονοστάσι, δίκην αγίου. Και προχωράμε στη ζωή εμείς κι εκείνος, όσο καλύτερα μπορούμε.
Τα λέω όλα αυτά για να πω ότι ένα μέρος της δικής μου εικόνας του κόσμου (και θα κάνω ένα κάποιο άλμα εδώ, πηγαίνοντας σε κάτι πιο συγκεκριμένο: τις ειδήσεις που προσλαμβάνω, τον τρόπο που ενημερώνομαι), ένα μέρος της δικής μου εικόνας του κόσμου λοιπόν είναι οι timeline μου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης: είναι ισχνές και μονόπαντες: έχω κλείσει τις πολλές φωνές, τις πολλές εικόνες που με βομβαρδίζουν, και πορεύομαι με αυτή τη μία, τη δική μου, την ισχνή και μονόπαντη. Παρακολουθώ ελάχιστους λογαριασμούς, εκ των οποίων οι μισοί είναι εφημερίδες και διεθνή ενημερωτικά σάιτ. Οι άλλοι μισοί (μια χούφτα δεκάδες) είναι ανθρώπων που εκτιμώ — άρα, και γιατί αλλιώς δεν θα τους εκτιμούσα, άνθρωποι με τους οποίους πιστεύουμε πάνω-κάτω τα ίδια πράγματα για τα βασικά της ζωής. Δεν έχω απολύτως καμία όρεξη να διαβάζω πράγματα που δεν τα πιστεύω, που τα σιχαίνομαι, που τα εχθρεύομαι, που με κάνουν να γελώ από εκνευρισμό, ή να κλαίω από εκνευρισμό, ή να τρέμω από εκνευρισμό, ή που τέλος πάντων έρχονται σε αντίθεση με τα πιστεύω μου. Είμαι πενήντα πέντε χρονών, δεν έχω χρόνο για ξόδεμα. Θέλω μια ήσυχη ζωή και λίγους, καλά επιλεγμένους καλεσμένους.
Παρ' όλα αυτά, η ενημέρωσή μου για όσα είναι διαφορετικά ή και άκρως αντίθετα από όσα πιστεύω εγώ (μιας και μιλάμε για το Facebook εδώ, δεν μιλάμε για το CERN) είναι πέρα για πέρα ικανοποιητική: είναι πλήρης. Δεν θέλει πολύ μυαλό για να ξέρεις τι κυκλοφορεί στον κόσμο. Και εγώ ξέρω. Τα έχω δει και ξαναδεί από κοντά και επί μακρόν. Οπότε προσπαθώ (με unfollow και άλλα τέτοια κόλπα) να είμαι και ταυτόχρονα να μην είμαι συνδεδεμένος με πολύ κόσμο — θα έλεγε κανείς, υπερβάλλοντας, πως εντέλει, και μ' όλες τις προφυλάξεις μου, είμαι συνδεδεμένος με ένα αρκετά χοντρό κομμάτι από την πίτα του κόσμου.
Αλλά πού και πού παρεισφρέουν σε λογαριασμούς και δημοσιεύσεις ανθρώπων που παρακολουθώ, σχόλια του τύπου που, όπως προείπα, αποφεύγω σαν τον διάβολο το λιβάνι να διαβάζω. Όπως αυτό, που είδα εχθές. Το παραθέτω με απλό copy-paste:
«Οπως τελικα και να εξηγείται το θεμα της ομοφυλοφιλίας, οι ομοφυλόφιλοι εκπροσωπουν ενα σχετικα μικρό ποσοστό του πληθυσμου. Δεν βλεπω τον λογο γιατι πέραν της ανθρώπινης αποδοχής , νομικής διευκολυνσης ( σύμφωνο συμβίωσης κλπ) κοινωνικής αποδοχής , να πρεπει να θεωρηθεί η ομοφυλοφιλια και ως κατι το φυσιολογικό. Έγκριτες προσωπικότητες υπηρξαν ομοφυλόφιλοι ( Τιούριν, Κεϋνς κ.α) και σαφώς πρεπει να γινονται αποδεκτοί σαν να μην συμβαίνει τιποτα ,αλλα μεχρι του να το θεωρήσουμε και φυσιολογικό η να το προβάλουμε και ως πρότυπο ,οπως επιχειρείται ,εχει μια αδικαιολόγητη διαφορα. Ας το αντιληφθούν και οι ιδιοι και ας το μαζέψουν λιγο. (Το λόμπυ δε των ομοφυλοφίλων ειναι το ισχυρότερο ολων. Εχει ξεπεράσει μασόνους κατα πολυ. Συννενοούνται με οπτικές ίνες )».
Δεν είναι το χειρότερο σχόλιο που γράφτηκε για το θέμα (ένα από τα θέματα) των ημερών. Ούτε κατά διάνοια. Έχουν γραφτεί απείρως χειρότερα, πολύ χυδαία, ακόμη πιο ανορθόγραφα, σχεδόν προγλωσσικά, και αρκούντως φασιστικά. (Όπως επίσης έχουν γραφτεί και πολλά πολύ σοβαρά και δημοκρατικότατα επί του θέματος). Είναι απλώς ένα από τα ελάχιστα τέτοιου τύπου σχόλια που έτυχε να υποπέσει στην αντίληψή μου, διαπερνώντας την ισχυρή και χοντρή σήτα που με περιβάλλει. Και δεν το παραθέτω καν για να πω (ή για να θυμίσω) ότι εγώ είμαι υπέρ της αναδοχής, και συνεκδοχικά της υιοθεσίας, παιδιών από ομόφυλα ζευγάρια: δεν έχει σημασία η δική μου θέση, είναι μία θέση —απλώς— κάποιου. Μάλιστα, το συγκεκριμένο είναι ένα θέμα λήξαν προσώρας. Και δόξα τω Θεώ που έληξε. Θα επανέλθει, με ακόμη πιο φιλελεύθερη μορφή, όταν τα πράγματα στην πατρίδα θα έχουν πάρει έναν σωστό πολιτικά και οικονομικά δρόμο. Πάντως: δεν έχει σημασία η θέση μου.
Μάλιστα, να πω εδώ ότι δεν ξέρω καν η δική μου θέση είναι σωστή. Ή αν ήταν ανέκαθεν σωστή. Γιατί απέβη σωστή μόνο όταν διάβασα με τα μάτια μου τι απεφάνθησαν ειδικοί επιστήμονες επί του θέματος, και τι πιστεύει η Ευρώπη, της οποίας τυχαίνει και δηλώνω υπερήφανος πολίτης. Αλλά και πάλι: μολονότι όσα υιοθετημένα από ομόφυλα ζευγάρια παιδιά δεν θα… πάθουν τίποτε εκ του γεγονότος ότι θα μεγαλώσουν με δύο μαμάδες ή δύο μπαμπάδες, όπως απέδειξαν οι επιστήμονες και όπως απεδέχθη η φιλελεύθερη Ευρώπη, δεν μπαίνει έτσι απλά τελεία στην υπόθεση. Αν θέλετε, ένα τέτοιο παιδί, μπορεί να ζούσε τέλεια στο σπίτι του, αλλά δεν θα καλοπερνούσε έξω από αυτό έτσι και μεγάλωνε, ας πούμε, στο Αφγανιστάν, ή φέρ' ειπείν στο Ιράν. Θα το κοιτούσαν κάπως στραβά. Όπως επίσης θα το κοιτούν (ίσως: δεν ξέρω) κάπως στραβά και στην Ελλάδα, που σε πολλά —και όχι μόνο στο κλίμα— δεν διαφέρει δα και τόσο πολύ από το Αφγανιστάν και το Ιράν. (Για να βγάλω την ουρά μου από έξω: δεν προβάλλω εγώ αυτόν τον φόβο, αλλά πολλοί άλλοι — αρκετοί από τους οποίους πολύ πιο φιλελεύθεροι από εμένα).
Αλλά για να επανέλθω: παραθέτω το παραπάνω σχόλιο που έτυχε και, από μία μακρά σειρά συμπτώσεις, πήρε το μάτι μου, όχι για να δούμε την αναστάτωση του γράφοντος, ή για να γελάσουμε μαζί της, ούτε για την πλημμελή σχέση του με τα ελληνικά στη γραπτή μορφή τους, ούτε για όλα τα κλισέ που αραδιάζει, που άλλωστε όλοι μας τα έχουμε δει να αναπτύσσονται πολύ καλύτερα και πολύ πιο ευφάνταστα και λεπτομερειακά από άλλους χρήστες του διαδικτύου — το παραθέτω για τις οπτικές ίνες.
Δεν θα πω περισσότερα: ήδη ξεπέρασα κατά… 200% το ανώτατο όριο των λέξεων που είναι γενικά καλό να έχουν αυτά τα σημειώματα (και σας ευχαριστώ από την καρδιά μου που βρίσκεστε ακόμη εδώ: σας ευχαριστώ για την υπομονή σας). Απλώς να θυμίσω για μία ακόμη φορά ότι η εικόνα που έχουμε για τον κόσμο δεν είναι κατ' ανάγκην η εικόνα του κόσμου. Η εικόνα που έχουμε για τον κόσμο είναι —με τα πολλά— η δική μας εικόνα. Ο εαυτός μας. Και, καμιά φορά —όπως συμβαίνει με τους καημένους οπαδούς της Επίπεδης Γης, που έχασαν, όχι έναν, όχι δύο, αλλά τέσσερις ολάκερους αιώνες επιστήμης και τεχνολογίας—, καμιά φορά, λέω, δεν κάνει κακό να μην έχουμε άποψη. Δεν είναι απαραίτητο (ούτε άλλωστε είναι δυνατόν) να έχουμε άποψη για τα πάντα. Δεν είμαστε όλοι σαν εκείνους τους ταξιτζήδες που ξέρουν ποιος σκότωσε τον Κένεντι, πότε ήρθαν οι εξωγήινοι, πότε θα βγούμε από το ευρώ και πότε θα σηκωθεί ο Μαρμαρωμένος Βασιλιάς.
Γιατί κανένα λόμπι, καμία ομάδα, καμία φράξια, κανένα τμήμα του παγκόσμιου πληθυσμού δεν συνεννοείται με οπτικές ίνες. Όλοι τις χρησιμοποιούμε. Όλοι μας. Ακόμη και αυτός ο κύριος που, μέσα στη μοναξιά του, το καταγγέλλει.