Με ώθηση από τους πόρους που θα εισρεύσουν από το Ταμείο Ανάκαμψης, την προσέλκυση επενδύσεων και την πορεία του τουρισμού η ελληνική οικονομία αναμένεται καταγράψει σημαντική ανάκαμψη της τάξεως του 4,8% το 2021, και αξιόλογη ανάπτυξη το 2022 και το 2023. Η ανάπτυξη αυτή πρόκειται να είναι μακρά, ωστόσο υπάρχουν ορισμένα στοιχεία που δείχνουν συρρίκνωση της ανάπτυξης, κυρίως το δ’ τρίμηνο του έτους.
Η ανάκαμψη είναι πιθανό να έχει χάσει μέρος της δυναμικής της κατά τις τελευταίες εβδομάδες, καθώς τόσο οι δείκτες της κατανάλωσης και της κινητικότητα είχαν αυξηθεί σημαντικά μέχρι τα τέλη Ιουλίου. Αυτό υποδηλώνει ότι οι καταναλωτές παραμένουν ενεργοί ακόμη και σε συνθήκες πανδημίας. Μέχρι στιγμής η διαρκής ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας στηριζόταν στην βελτίωση της υγείας, δηλαδή στην υποχώρηση των κρουσμάτων.
Τώρα όμως αντιμετωπίζουμε την απειλή της μετάλλαξης Δέλτα αν και ευτυχώς δεν έχουν αυξηθεί ακόμα οι θάνατοι. Επίσης, η επιβράδυνση της ανάκαμψης δείχνει ότι η προσέγγιση των πριν την κρίση επιπέδων δραστηριότητας, μπορεί να αποδειχθεί πιο δύσκολη, ειδικά εάν παραμείνουν ορισμένοι περιορισμοί στις κοινωνίες και τις οικονομίες. Ενδεχομένως η αβεβαιότητα που συνδέεται με τη μετάλλαξη Δέλτα έχει αρχίσει να δείχνει τις συνέπειές της.
Στην προσπάθεια επίτευξης σταθερής και βιώσιμης ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας «σύμμαχός» μας είναι η ισχυρότερη παγκόσμια ανάκαμψη που φαίνεται πως θα επιτευχθεί, η βελτίωση των επιδόσεων του τουρισμού και η διατήρηση της κατανάλωσης σε ικανοποιητικά επίπεδα. Παράλληλα παρατηρείται μια βελτίωση των επιδόσεων των επενδύσεων ακινήτων, ενώ διατηρείται ένα καλό επενδυτικό κλίμα που πυροδοτείται από το νέο επενδυτικό νόμο (που έρχεται τον Σεπτέμβριο) και εμβληματικές επενδύσεις που αρχίζουν να πραγματοποιούνται.
Υπάρχουν ωστόσο και αρκετές αναπροσαρμογές στον δρόμο για την ανάκαμψη. Το 2022 μειώνεται ο προβλεπόμενος ρυθμός ανάπτυξης, λόγω των υψηλότερων ρυθμών ανάπτυξης το 2021, επίσης υπάρχει αβεβαιότητα στην αγορά εξαιτίας της μετάλλαξης Δέλτα, η οποία αναμένεται να «χτυπήσει» το τέταρτο τρίμηνο του τρέχοντος έτος. Σημαντικός παράγοντας είναι και οι δυσκαμψίες που παρατηρούνται στην αγορά εργασίας, καθώς καταγράφεται περιέργως έλλειψη ειδικοτήτων και διαθεσιμότητας για εργασία.
Αξίζει να επισημανθούν ορισμένοι πρόσφατοι πρόδρομοι δείκτες. Ειδικότερα, την εβδομάδα έως την 8η Αυγούστου ο δείκτης ανάκαμψης ,που παρακολουθούμε ,παρουσίασε μείωση καθώς έφτασε στις 104,6 μονάδες από τις 105,3 μονάδες της προηγούμενης εβδομάδας. Κατά την εβδομάδα αυτή βελτίωση παρουσίασαν η κινητικότητα και πολύ μικρή βελτίωση η ζήτηση/κατανάλωση. Σημαντική ήταν η μείωση στο υποδείκτη της αγοράς εργασίας, ενώ σταθερότητα παρουσίασαν ο χρηματοοικονομικός κλάδος, η υγεία και η παραγωγή βιομηχανία.
Στην Ευρωζώνη (της οποία τα στοιχεία από την Oxford Economics και παρουσιάζουν μια μικρή καθυστέρηση), ο δείκτης μειώθηκε περεταίρω την εβδομάδα έως τις 25 Ιουλίου, καθώς ο έφτασε στις 85 μονάδες, ενώ την προηγούμενη εβδομάδα ήταν στις 85,5 μονάδες. Η πτώση προήλθε από μείωση στο χρηματοοικονομικό κλάδο, στην αγορά εργασίας και στην υγεία. Ο χρηματοοικονομικός κλάδος και η αγορά εργασίας παραμένουν σε ανθεκτικό επίπεδο, κοντά σε επίπεδα πριν από την πανδημία. Τα τελευταία στοιχεία δείχνουν επίσης ότι η υγεία φαίνεται να σταθεροποιείται, καθώς τα ποσοστά μόλυνσης στην Ευρωζώνη φαίνεται να έχουν μειωθεί και η σχετικά υψηλή κάλυψη εμβολίων περιορίζει τον αντίκτυπο των νέων λοιμώξεων στη νοσηλεία και τους θανάτους.
Συνοψίζοντας αναμένουμε σημαντική βελτίωση των οικονομικών δεικτών της οικονομίας και επιτάχυνση της ανάπτυξης την επόμενη τριετία. Ωστόσο, ο δρόμος για αυτή την ανάκαμψη κυριαρχείται, εκτός από τις επενδύσεις και το Ταμείο Ανάκαμψης, και από την πανδημική κρίση που συνεχίζεται .Όλοι πάντως ελπίζουμε να βρισκόμαστε στο τελευταίο μεγάλο κύμα του Covid-19.
*O Παναγιώτης Πετράκης είναι καθηγητής Οικονομικών στο ΕΚΠΑ.