Θα αφηγηθώ τρεις πραγματικές ιστορίες έχοντας απλώς ανωνυμοποιήσει πρόσωπα και καταστάσεις.
Τη Μαρία (22) την πρόσεξα στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης γιατί είχε φτιάξει ένα δικό της σάιτ και ένα podcast και συμμετείχε σε ανεξάρτητες πρωτοβουλίες φοιτητών. Όμως την ύπαρξή της την είχαν παρατηρήσει και άλλοι γι' αυτό και συνάδελφός μου της πρότεινε να γίνει μετακλητή σε υπουργείο που ο πελάτης του είχε γίνει υπουργός. Μόνη της το κανόνισε.
Όταν συναντηθήκαμε από κοντά, μια συνάντηση που επιδίωξα εγώ για να διαπιστώσω «τι σόι φρούτο είναι αυτό» και γιατί διαφέρει από άλλες νέες της ηλικίας της, μου είπε ότι έχει αποφοιτήσει από ιδιωτικό σχολείο και ότι είναι η κόρη ενός γνωστού ποινικολόγου (τον γνώριζα αλλά δεν είχα κάνει τη σύνδεση μαζί της), με πολύ σημαντική δράση στα Δικαιώματα του Ανθρώπου σε πολύ υψηλό επίπεδο, πολύ σοβαρή περίπτωση.
Τη ρώτησα εάν ο πατέρας της χάρηκε που εργάζεται ως μετακλητή και μου απάντησε πως όταν το έμαθε προσπάθησε να την αποτρέψει θυμίζοντάς της πως ακόμα και σε περιβάλλον δημοκρατίας, τα συμφέροντα των πολιτών δεν ταυτίζονται πάντα με αυτά της εξουσίας.
Η Μαρία είναι προνομιούχος όχι γιατί έχει το επίθετο του πατέρα της αλλά γιατί έχει αποφοιτήσει από ιδιωτικό σχολείο και μεγάλωσε σε μια οικογένεια μορφωμένων και επαγγελματικά επιτυχημένων ανθρώπων, με αξίες, από αυτούς μάλιστα που με τη δράση τους κάνουν την Ελλάδα μια καλύτερη χώρα.
Η Ελένη (22) σε λίγους μήνες παίρνει πτυχίο Αρχαιολογίας. Αυτή την εποχή κάνει ένα stage σε ένα εμβληματικό αρχαιολογικό ινστιτούτο στη Γερμανία, είναι και απόφοιτη της Γερμανικής Σχολής. Με τον πατέρα της είμαστε πολλά χρόνια φίλοι. Εκείνος είναι απόφοιτος του Πολυτεχνείου, πολύ επιτυχημένος επιχειρηματίας, πριν από λίγα χρόνια μάλιστα αποφάσισε να κάνει ένα μεταπτυχιακό στην Ιστορία, έτσι, για την πλάκα του. Η μητέρα της είναι νομικός με ακαδημαϊκή δραστηριότητα. Το γραφείο του είναι γεμάτο βιβλία και ξένα περιοδικά κάθε λογής, όπως και το σπίτι του βέβαια.
Τον τελευταίο καιρό μου λέει όλο υπερηφάνεια ότι η Ελένη τα πάει πολύ καλά στις σπουδές της και ζει όπως και οι υπόλοιποι νέοι της ηλικίας της, βγαίνει έξω, διασκεδάζει, πηγαίνει εκδρομές. Μόνη της βρήκε το γερμανικό αρχαιολογικό ινστιτούτο που την έκαναν δεκτή και μόνη της κανόνισε τα πάντα, από τη μετάβαση εκεί μέχρι τη διαμονή της. Πολύ γρήγορα οι παροιμιωδώς αυστηροί Γερμανοί αρχαιολόγοι την άφησαν να παρουσιάσει σε όλα τα μέλη του Ινστιτούτο την πρώτη εργασία που της ανέθεσαν.
Η Ελένη είναι ένα προνομιούχο παιδί της μεσαίας τάξης. Όχι βέβαια γιατί έχει το επίθετο του πατέρα της αλλά γιατί μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον που θεωρεί σημαντική τη μόρφωση και το διάβασμα και γιατί αποφοίτησε από ένα καλό ιδιωτικό σχολείο.
Η Νίκη (13) είναι το πρώτο παιδί γειτόνων μου με τους οποίους κάνω παρέα. Πέρυσι το Νοέμβριο, το πρωί που έκλεισε τα 12, με το που σηκώθηκε από το κρεβάτι πήγε κατευθείαν στον πατέρα της για να του θυμίσει να της κλείσει ραντεβού για να εμβολιαστεί για τον κορονοϊό. Τον παρακάλεσε μάλιστα να την αφήσει να κλείσει εκείνη το ραντεβού «για να τσεκάρει την ψηφιακή πλατφόρμα για την οποία συζητάνε όλοι», όπως του είπε.
Η Νίκη μου είχε πει ότι αδημονούσε να κάνει το εμβόλιο και ότι θα το έκανε όλη η παρέα της από το δημόσιο σχολείο που φοιτά ενώ κάποιοι συμμαθητές της δεν θα το έκαναν. Οι γονείς της Νίκης και της παρέας της είναι απόφοιτοι ΑΕΙ, κάποιοι με μεταπτυχιακές σπουδές, κάνουν δουλειές υψηλής εξειδίκευσης, έχουν στο σπίτι βιβλία και τα παιδιά τους έχουν τάμπλετ με ελεγχόμενη πρόσβαση στο ίντερνετ.
Η Νίκη είναι ένα προνομιούχο παιδί της μεσαίας τάξης, όχι γιατί έχει το επίθετο του πατέρα της αλλά γιατί μεγαλώνει σε μια οικογένεια που οι γονείς θεωρούν πολύ σημαντικές την τεχνολογία και την επιστήμη και της έχουν μάθει τη σημασία της εξειδίκευσης και το ρόλο των ειδικών στην κοινωνία, τις συστάσεις των οποίων πρέπει να ακολουθούμε, όπως της επαναλαμβάνουν σε κάθε ευκαιρία.
Όλα αυτά τα γράφω βέβαια με αφορμή το θέμα που δημιουργήθηκε με τον γιό του Πρωθυπουργού, ένα θέμα που έχει πολλές όψεις αλλά έχουμε σταθεί, εμμονικά, στη λιγότερο σημαντική.
Μάλιστα, αντί των ανεκδοτολογικών αυτών αφηγήσεων θα μπορούσα να αναφέρω τις έρευνες γνωστών Ελλήνων καθηγητών Οικονομικών που έχουν αποδείξει ότι πλέον, οι απόφοιτοι των ιδιωτικών σχολείων που έχουν μεγαλώσει σε σπίτι που υπάρχουν βιβλία και οι γονείς είναι μορφωμένοι, έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να εισαχθούν στο Πανεπιστήμιο και να διακριθούν στις σπουδές τους.
Σε αυτή τη χώρα δεν είναι μόνο τα παιδιά των επώνυμων πολιτικών και επιχειρηματιών προνομιούχα.
Ένα από τα τρία κριτήριά μου για το εάν θα ξαναψηφίσω Νέα Δημοκρατία είναι το κατά πόσο η κυβέρνηση θα έχει προχωρήσει τις μεταρρυθμίσεις στην Παιδεία έτσι ώστε όταν αυτές αρχίσουν να καρποφορούν (αυτό δεν θα συμβεί εν μία νυκτί) τα παιδιά του ελληνικού λαού που δεν έχουν μεγαλώσει σε οικογένειες όπως της Μαρίας, της Ελένης και της Νίκης και φοιτούν στο δημόσιο σχολείο, θα μπορούν να αναπτύξουν τις δεξιότητές τους και θα έχουν την ευκαιρία με αυτές να ανέλθουν κοινωνικά και να κάνουν κάτι αξιόλογο στη ζωή τους.
Γιατί προνόμιο δεν είναι μόνο να είσαι γιος πολιτικού και να κάνεις ένα stage στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Σε αυτή τη χώρα προνόμιο είναι και το να αποφοιτάς από ιδιωτικό σχολείο μεγαλώνοντας σε ένα σπίτι με βιβλία, Τύπο, ελεγχόμενη πρόσβαση στο διαδίκτυο και μορφωμένους γονείς. Όσοι έχουν αυτά τα προνόμια, ξεκινούν τη ζωή τους από εντελώς διαφορετική βάση και έχουν πολύ μεγαλύτερες πιθανότητες από τους υπόλοιπους να επιτύχουν τους στόχους τους.
Και αυτό είναι μια αδικία που μπορεί να υποκαταστήσει η καλή δημόσια Παιδεία για τον λαό. Μια Παιδεία που θα αναπληρώνει την έλλειψη βιβλίων στο σπίτι, μια Παιδεία που θα επιτρέπει και στους Έλληνες που δεν έχουν μορφωμένους γονείς να προκόβουν.
Η Νέα Δημοκρατία εξελέγη με πολλές υποσχέσεις για την αξιοκρατία, την αριστεία και τις ίσες ευκαιρίες και είναι αναμενόμενο τα παιδιά των βουλευτών και των στελεχών της και φυσικά του ιδίου του προέδρου της να μπαίνουν στο μικροσκόπιο ώστε να διαπιστωθεί εάν απολαμβάνουν κάποιων ιδιαίτερων προνομίων. Η συζήτηση αυτή δεν πρέπει να δυσαρεστεί τους κρινόμενους ακόμα και εάν γίνεται κακοπροαίρετα και από κάποιους υποκριτικά σε βαθμό γελοιότητας.
Όταν όμως η συζήτηση αυτή θα κοπάσει, όσοι σχολιάζουμε τον γιο του πρωθυπουργού σήμερα ή κάποιου άλλου πρωθυπουργού αύριο, ας βρούμε το χρόνο να μετρήσουμε τα βιβλία που έχουμε στο σπίτι μας, ας αναλογιστούμε πόσο συχνά μας βλέπουν τα παιδιά μας να διαβάζουμε βιβλία και εφημερίδες και αν μας βλέπουν να δραστηριοποιούμαστε στην Κοινωνία των Πολιτών για να προσφέρουμε κοινωνικό έργο.
Ας σκεφτούμε δηλαδή πόσες ευκαιρίες μπορούμε να προσφέρουμε οι ίδιοι στα παιδιά μας ιεραρχώντας απλώς τη μόρφωση υψηλότερα από το χρήμα και τη δημοσιότητα. Πάνω απ'όλα όμως έχουμε το ηθικό χρέος να πιέζουμε καθημερινά την κυβέρνηση να βελτιώσει τη δημόσια Παιδεία.
Η Παιδεία δεν μπορεί να είναι προνόμιο. Είναι δικαίωμα του ελληνικού λαού.