«Δεν κατηγορώ εκείνους που επιζητούν να επεκτείνουν την εξουσία τους.
Κατηγορώ εκείνους που είναι πρόθυμοι να υποταχθούν.»
Ερμοκράτης, Θουκυδίδου Ιστορία, Δ61
Εάν το να υπηρετείς την πατρίδα σου αποτελεί τιμή, το να την υπερασπίζεσαι εφ’ όρου ζωής είναι πατριωτισμός.
Το αξίωμα αυτό τυγχάνει γενικής εφαρμογής.
Οι Έλληνες έχουμε το πλεονέκτημα να τασσόμαστε υπέρ μιας πατρίδος η οποία δεν εκμεταλλεύτηκε κανέναν, δεν καταγγέλλεται για το αποικιακό παρελθόν της, δεν προκαλεί τους γείτονές της.
Εν τούτοις, η γεωγραφία τής έχει προξενέψει για γείτονα την Τουρκία, η οποία είναι προκλητική, επιθετική και αναθεωρητική.
Η Ελλάδα σχοινοβατεί από το 1974 και μετά, ανάμεσα σε τρεις επιλογές: πόλεμος, διαπραγμάτευση, υποχώρηση (η σειρά είναι τυχαία).
Γράφαμε στις 27 Απριλίου 2020: «…είναι γνωστό, ότι δεν είναι όλοι οι πόλεμοι κεκηρυγμένοι. Υπάρχουν και οι ακήρυχτοι. Στους τελευταίους ο αριθμός των θυμάτων δεν δημοσιοποιείται και οι πολεμικές επιχειρήσεις δεν γίνονται πάντα αντιληπτές από το ευρύ κοινό. Η νίκη και η ήττα δεν προδιαγράφονται σαφώς και το τέλος των ακήρυχτων πολέμων δεν επισφραγίζεται από πανηγυρικές συνθήκες ειρήνης. Οι πράξεις ηρωισμού και οι αυτουργοί τους, όπως επίσης και τα μοιραία πρόσωπα, αποκαλύπτονται μετά από πολλά χρόνια – αν ποτέ αποκαλυφθούν».
Και παρακάτω: «…δεν είναι όλοι οι πόλεμοι θερμοί. Αρκετοί είναι ψυχροί, ίσως οι περισσότεροι. Στους τελευταίους οι επιχειρήσεις δεν περιλαμβάνουν ενεργό εμπλοκή πολεμικών πλοίων, μαχητικών αεροσκαφών, αρμάτων μάχης, πυροβολικού και δυνάμεων του πεζικού. Οι ένοπλες δυνάμεις, σε αυτό το ενδεχόμενο, παίζουν ρόλο εκατέρωθεν φοβήτρου. Οι πιέσεις που ασκούνται από τους αντιμαχόμενους δεν φτάνουν στην εκτόνωση, αλλά παραμένουν σε κλιμάκωση για πολύ καιρό. Ενίοτε για πάρα πολύ καιρό.».
Από τις 10 Αυγούστου ζούμε σε περιβάλλον από εκείνα που περιγράφηκαν στο προηγούμενο κείμενό μας. Ελλάδα και Τουρκία βρίσκονται στα πρόθυρα στρατιωτικής σύγκρουσης η οποία αναμφίβολα θα προσλάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις.
Η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να προστατεύσει την εθνική της κυριαρχία και τα κυριαρχικά της δικαιώματα. Η παραμικρή υποχώρηση σε αυτά θα επιφέρει ακρωτηριασμό.
Η Τουρκία, από την άλλη, διατείνεται ότι δεν θα δεχτεί να εγκλωβιστεί στις ακτές της, στην ανατολική Μεσόγειο και στο Αιγαίο. Αδιαφορεί πλήρως δηλαδή για τις πρόνοιες του διεθνούς δικαίου και προτάσσει την διακηρυγμένη ετσιθελική πρόθεσή της. Απόδειξη αυτού είναι ότι όλα τα κράτη της περιοχής στέκονται απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα.
Αφορμή για την απροκάλυπτη εκδήλωση του τουρκικού ιμπεριαλισμού αποτέλεσε η Συμφωνία τμηματικής οριοθέτησης ΑΟΖ Ελλάδος – Αιγύπτου. Όπως ορθώς έχει επισημανθεί, από εκεί που η Ελλάδα έτρεχε πίσω από την Τουρκία, τώρα η Τουρκία τρέχει κάθιδρη πίσω από την Ελλάδα.
Ο τουρκικός επεκτατισμός προηγείται της διεθνούς νομιμότητας. Η αναζήτηση ζωτικού χώρου από το τουρκικό καθεστώς γίνεται και εις βάρος της Ελλάδος κατά τρόπο εξόχως παράνομο.
Η τουρκική μεγαλομανία είναι θρυαλλίδα αρνητικών εξελίξεων και αποσταθεροποιεί την ανατολική Μεσόγειο, την Μέση Ανατολή και την βόρεια Αφρική. Στρέφεται πλέον ευθέως εναντίον των συμφερόντων του δυτικού παράγοντα, εξυπηρετώντας - εξ αντικειμένου στην Μεσόγειο – αντίπαλα συμφέροντα.
Η Τουρκία επιδιώκει να κυριαρχήσει μέσω της κλιμάκωσης (αρχή που έθεσε ο Martin Van Creveld). Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα πρέπει να ελέγξει την κλιμάκωση για να κυριαρχήσει.
Ενώ μαίνεται αυτός ο ιδιότυπος ψυχρός πόλεμος και η Ελλάδα έχει ανάγκη την συστράτευση όλων μας, παρατηρούνται ορισμένες παραφωνίες. Έλληνες ακαδημαϊκοί, πολιτικοί και αναλυτές, ψέγουν την Ελλάδα για διάφορες αιτίες. Κάποιοι άλλοι την κατηγορούν, επειδή έχει περιορίσει τις ελληνοτουρκικές διαφορές στην εξής μία: υφαλοκρηπίδα – ΑΟΖ.
Η ελληνική πολιτική είναι σαφής. «Η Ελλάδα επιδιώκει, στο πλαίσιο αυτό, να επιλύσει τη μόνη διαφορά που υφίσταται μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, δηλαδή την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, σύμφωνα με τους κανόνες του διεθνούς δικαίου και, ειδικότερα, το δίκαιο της θάλασσας», αναφέρεται στην ιστοσελίδα του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών.
Όμως, διατυπώνεται η άποψη ότι είναι «εθνικισμός» ο περιορισμός της ελληνοτουρκικής διαφοράς μόνο στην υφαλοκρηπίδα. Επίσης η θέση ότι «οι Ευρωπαίοι δεν έχουν τόσο καλή εικόνα για την Ελλάδα» για τον ίδιο λόγο. Τα ανωτέρω διατυπώνουν ένας συνεργάτης της Κ.Ο. του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, καθώς και ένας Έλληνας διπλωμάτης και ακαδημαϊκός.
Οι θέσεις αυτές είναι προφανώς εσφαλμένες, διότι η οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης, αλλά η επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης είναι μονομερές δικαίωμα εκάστου παράκτιου κράτους. Ασκείται χωρίς να ερωτηθεί οποιοδήποτε άλλο κράτος.
Ωστόσο, πέραν της αδιαμφισβήτητης αβασιμότητας τέτοιων απόψεων, εντύπωση προκαλεί ο χρόνος που αυτές προβάλλονται. Εν τω μέσω ελληνοτουρκικής κρίσης, προκληθείσας από την λαίμαργη τουρκική επιθετικότητα.
Σε τι εξυπηρετούν την ελληνική τακτική; Πως ενισχύουν το ηθικό των ενόπλων δυνάμεων; Εν τέλει, ωφελούν ή ζημιώνουν την Ελλάδα;
Κατά την διάρκεια μιας άμεσης και υπαρκτής τουρκικής απειλής σε Ελλάδα και Κύπρο, η διάσπαση του διαμορφωμένου ελληνικού μετώπου (κυβέρνηση, κόμματα αντιπολίτευσης και πολίτες) εκ του αποτελέσματος επικουρεί τον αντίπαλο.
Το να δεχτείς επίθεση και συγχρόνως να πλανάται η αβεβαιότητα ότι η επίθεση ίσως και να έχει βάσεις εξασθενεί όσους υπερασπίζονται νυχθημερόν την Ελλάδα και είναι ικανή να οδηγήσει σε κάμψη του ηθικού των πολιτών. Ουδόλως βοηθάει στην αντιμετώπιση της απειλής.
Σε κάθε περίπτωση, τέτοιες απόψεις προβληματίζουν την ελληνική πλευρά και δίνουν δυνατότητα αξιοποίησής τους στην τουρκική.
Η Τουρκία διεξάγει έναν ιδιότυπο ψυχρό πόλεμο εναντίον της Ελλάδος. Το μέτωπό της είναι ενιαίο. Όλα τα κόμματα συμπαρατάσσονται με τον επεκτατισμό του καθεστώτος και κάποια το πιέζουν για περισσότερες διεκδικήσεις.
Στην Ελλάδα δεν είναι ακριβώς έτσι.
Υποδορίως διεξάγεται την ίδια ώρα και ένας παράλληλος πόλεμος. Στο δεσπόζον πεδίο της νομιμοποίησης και της επικοινωνίας. Οι νίκες σε αυτόν τον πόλεμο προηγούνται της νίκης στο πεδίο της μάχης.
Η Ελλάδα πρέπει οπωσδήποτε να επικρατήσει στον παράλληλο πόλεμο. Πρώτα και πάνω από όλα.
*Ο κ. Παναγιώτης Μπαλακτάρης είναι Δικηγόρος Αθηνών