Του Αντώνη Πανούτσου
Πριν την ψηφοφορία ο Ευκλείδης Τσακαλώτος είχε θέσει θέμα ιδεολογίας. Την ιδεολογίας της καρέκλας. Όταν είχε προειδοποιήσει του βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ ότι η κυβέρνηση θα πέσει αν οι τροπολογίες δεν ψηφιστούν. Αντίθετα με τον ισπανικό εμφύλιο οι ιδεολόγοι της καρέκλας του ΣΥΡΙΖΑ φώναξαν passaran.
Ψηφίζοντας ότι είχε κατατεθεί. Έτσι όλοι έχουν καταλάβει ότι όταν ο ΣΥΡΙΖΑ στην αντιπολίτευση έλεγε «κανένα σπίτι σε χέρια τραπεζίτη» εννοούσε τα σπίτια που δεν μπαίνουν σε ηλεκτρονικό πλειστηριασμό, ότι ότι όταν ο Τσίπρας έλεγε στον Λουράντο ότι δεν υπάρχει ούτε μία στο εκατομμύριο περίπτωση να πάει φαρμακείο σε ιδιώτες δεν περιλάμβανε τις πιθανότητες μεγαλύτερες του ενός στο εκατομμύριο και ότι η ΔΕΗ δεν κατάργησε την νυκτερινή χρέωση στο ρεύμα, αλλά την έκανε την ίδια με το ημερήσιο. Το πείραμα στην δημιουργική λογική συνεχίζεται. Μαζί με την μάχη της καρέκλας.
Άλλωστε το αντικείμενο της χθεσινής ψηφοφορίας ήταν strictly οι καρέκλες. Η υπενθύμιση του Τσακαλώτου ότι αν δεν ψηφιστούν οι τροπολογίες η κυβέρνηση μπορεί να πέσει και μαζί οι ορδές των μετακλητών και γραμματέων να καούν στην πυρά σαν τις μαχαρανές ήταν πιο πειστική από κάθε τσιτάτο του Γκράμσι. Ο Σταύρος Κοντονής έβαζε το λιθαράκι του με μια περίτεχνη kolotoumba καταργώντας το άρθρο 2 που είχε καταθέσει και η κυβέρνηση είχε σωθεί χωρίς απώλειες. Εκτός αν σαν απώλεια θεωρηθεί Μιχελογιαννάκης που δεν ψήφισε. Για κάθε όμως καρέκλα υπάρχει και ένας κώλος και για κάθε Μιχελογιαννάκη, μια Μεγαλοοικονόμου που ψήφισε τον προϋπολογισμό. Άλλωστε όπως τα χρήματα από δημόσιες τουαλέτες για τον αυτοκράτορα Βεσπασιανή οι ψήφοι για τον Τσίπρα που κρατάνε τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία δεν έχουν οσμή.
Για τις kolotoumbes φταίει όμως η πίεση των θεσμών. Όταν δεν τον πιέζουν ο ΣΥΡΙΖΑ γίνεται ιδεολογικός βράχος. Όπως στην περίπτωση της χθεσινής επίθεσης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας. Ήταν η δεύτερη επίθεση αντιεξουσιαστών μέσα σε μια εβδομάδα. Την οποία ο πρύτανης του ΠΑΜ Αχιλλέας Ζαπράνης στωικά αποκάλεσε «άλλη μία συνηθισμένη μέρα στο ελληνικό πανεπιστήμιο». Σε μια τέτοια πρόκληση το υπουργείο Παιδείας του νουνεχή Γαβρόγλου δεν μπορούσε παρά να απαντήσει. Αφού συνοπτικά καταδίκασε την επίθεση σαν «…μια πράξη αντιδημοκρατική που δεν έχει καμία σχέση με το ακαδημαϊκό πνεύμα και φυσικά με το ακαδημαϊκό άσυλο» πήγε στον πραγματικό φταίχτη. Τον πρύτανη που «…αντί να δυσφημεί συστηματικά τα δημόσια Πανεπιστήμια, θα πρέπει να κάνει την αυτοκριτική του και να αναρωτηθεί γιατί επί των ημερών του -και για δεύτερη φορά μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα- το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας γίνεται στόχος αντιδημοκρατικών και βίαιων επιθέσεων». Κάτι σαν μια γυναίκα που έχει πέσει θύμα βιασμού να πηγαίνει στον εισαγγελέα και αυτός να την ρωτάει μήπως έφταιγε επειδή ντυνόταν προκλητικά.
Ο Κώστας Γαβρόγλου καλό είναι να κάνει την δική του αυτοκριτική. Και να σκεφτεί πόσο πιο ασφαλείς νοιώθουν οι κουκουλοφόροι όταν μετά από μια επίθεση ο υπουργός επιτίθεται στο θύμα τους. Επίσης να σκεφτεί πόσες φορές μεταπολιτευτικά το κράτος παρεμπόδισε τον ελεύθερο λόγο και πόσες φορές οι αντιεξουσιαστές στα πανεπιστήμια αρνήθηκαν σε άλλους να τον εκφράσουν. Ότι στο προηγούμενο ντου στο ΠΑΜ που έσπασαν τα τραπεζάκια της ΔΑΠ, οι κουκουλοφόροι προστατευόντουσαν από τον νόμο Γαβρόγλου που επιτρέπει στους πρύτανεις να καλούν την αστυνομία μόνο για κακουργηματικές πράξεις. Και να δεχθεί ότι το κράτος δεν υπάρχει για να καταδικάζει τους κουκουλοφόρους με ανακοινώσεις να τους πηγαίνει στα δικαστήρια για τις πράξεις τους. Κάτι που ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόκειται να κάνει. Εκτός αν το διατάξουν οι θεσμοί.