Του Δημήτρη Σκάλκου*
Η δημόσια συζήτηση για την οικονομία φαίνεται, έστω δειλά, να απεμπλέκεται από τις αυταπάτες που κυριάρχησαν μαζί με την ενίσχυση των δυνάμεων του εθνικολαϊκισμού στα προηγούμενα χρόνια και εγκλώβισαν τη χώρα στην εσωστρέφεια, το διχαστικό λόγο και την αναζήτηση ανεδαφικών απαντήσεων στα πιεστικά ζητήματα της χώρας. Γίνεται πλέον ολοένα περισσότερο αντιληπτό ότι, προτεραιότητα πρέπει να είναι η επίτευξη υψηλών και διατηρήσιμων ρυθμών ανάπτυξης προκειμένου να ενισχυθεί η απασχόληση και να διαμορφώσουμε επαρκή δημοσιονομικό χώρο ώστε να χρηματοδοτήσουμε στοχευμένες δημόσιες επενδύσεις και αποτελεσματικές πολιτικές κοινωνικής προστασίας.
Ωστόσο, η οικονομία παραμένει σήμερα καθηλωμένη υπό το βάρος της ανεπαρκούς χρηματοδότησης, της μεταρρυθμιστικής άπνοιας και της διάχυτης αβεβαιότητας που τροφοδοτείται από την πρόδηλη αναξιοπιστία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Οι δε προοπτικές της ελληνικής οικονομίας κάθε άλλο παρά ευοίωνες παρουσιάζονται καθώς σταδιακά κλείνει το παραγωγικό κενό. Οι εκτιμήσεις των διεθνών οργανισμών προσγειώνουν την ανάπτυξη το 2020 στα επίπεδα του 2%, του ΑΕΠ, ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προδιαγράφει μία πολυετή οριακή στασιμότητα της τάξης μόλις του 1% για την περίοδο μετά το 2022.
Είναι προφανές ότι οι παραπάνω ρυθμοί ανάπτυξης δεν επαρκούν προκειμένου να αναπληρώσουν την καταστροφή του σημαντικού μέρους του παραγωγικού δυναμικού που συντελέστηκε στα χρόνια της κρίσης και βέβαια να επουλώσουν τα τραύματα στο σώμα της κοινωνίας, πρώτιστα την υψηλή ανεργία και την ακραία φτώχεια. Απαιτείται ένα μικρό αναπτυξιακό θαύμα, με συνεχείς ετήσιους ρυθμούς ανάπτυξης σημαντικά μεγαλύτερους από τους σημερινούς. Πρόκειται για έναν εξαιρετικά φιλόδοξο στόχο, όχι όμως και ανέφικτο. Η διεθνής εμπειρία, όπου καταγράφηκαν ογδόντα περιπτώσεις «αναπτυξιακών επιταχύνσεων» (ρυθμοί μεγαλύτεροι του 3,5% του ΑΕΠ επί τουλάχιστον οκτώ έτη) την περίοδο 1957-1992, είναι ενθαρρυντική (R. Hausmann, L. Pritchett and D. Rodrik, “Growth Accelerations”, NBER, June 2004). Πρέπει όμως να σημειώσουμε ότι, η αναπτυξιακή δυναμική είναι εξαιρετικά ασταθής και η διατήρησή της είναι συνάρτηση πλήθους εξωτερικών και εσωτερικών επιδράσεων.
Σε ότι αφορά στους ελληνικούς αναπτυξιακούς περιορισμούς, η επίτευξη μακροχρόνιας ισχυρής ανάπτυξης εξαρτάται από τους παρακάτω παράγοντες:
Πρώτον, απαιτείται η διασφάλιση της δημοσιονομικής υπευθυνότητας. Η κατάσταση των δημόσιων οικονομικών και οι υπέρμετρες υποχρεώσεις στις οποίες πρόθυμα δέσμευσε τη χώρα η κυβέρνηση, δεν επιτρέπουν την παραμικρή υποχώρηση στις σειρήνες του πελατειακού λαϊκισμού ώστε να μην οδηγηθούμε σε ένα νέο δημοσιονομικό εκτροχιασμό. Δυστυχώς, τα πρόσφατα κυβερνητικά δείγματα γραφής, με την ακατάσχετη επιδοματική παροχολογία, κινούνται σε λανθασμένη κατεύθυνση.
Δεύτερον, η αναπτυξιακή διαδικασία είναι μια μακρά πορεία με ποικίλες διακυμάνσεις, ενίοτε και πισωγυρίσματα. Είναι λοιπόν σημαντικό να διατηρηθεί η δυναμική των αλλαγών με τρόπο που δεν θα ανακόπτεται από τη «μεταρρυθμιστική κόπωση» ή τις διακυμάνσεις του εκλογικού κύκλου. Αυτό επιβάλει την ξεκάθαρη στόχευση, τη διαρκή προσαρμογή στις νέες συνθήκες και την επίμονη αναζήτηση κοινωνικών συναινέσεων.
Τρίτον, είναι αναγκαίο να εφαρμόσουμε μία ολοκληρωμένη στρατηγική που θα πυροδοτήσει μία διαδικασία ενδογενούς ανάπτυξης. Οι εξαγωγές δεν θα έχουν την προσδοκώμενη αύξηση χωρίς προηγούμενα τον αναπροσανατολισμό της εγχώριας παραγωγικής βάσης. Και οι άμεσες ξένες επενδύσεις θα πρέπει να ενσωματωθούν σε ένα εξωστρεφές παραγωγικό μοντέλο προκειμένου να προσδώσουν προστιθέμενη αξία στην οικονομία. Είναι λοιπόν σημαντικό να κινητοποιήσουμε τους εγχώριους πόρους που σήμερα λιμνάζουν αναξιοποίητοι υπό το βάρος των στρεβλών κινήτρων στην επιχειρηματικότητα. Να εφαρμόσουμε στοχευμένες πολιτικές που να ενισχύουν την καινοτομία. Και να αναβαθμίσουμε τις δεξιότητες των εργαζομένων προκειμένου να ενσωματώσουμε αποτελεσματικά το ανθρώπινο δυναμικό στην αναπτυξιακή διαδικασία, ώστε να δημιουργηθούν πολλές και καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας.
Εύλογα βέβαια αντιλαμβάνεται κάποιος ότι, η επίτευξη των παραπάνω προϋποθέσεων στις σημερινές συνθήκες της αναπτυξιακής υστέρησης δείχνει ακατόρθωτη και συνεπώς είναι αναγκαία η πολιτική αλλαγή.
* Ο Δημήτρης Σκάλκος είναι σύμβουλος του Προέδρου της Νέας Δημοκρατίας σε ζητήματα οικονομικών της ανάπτυξης.