Του Γιάννη Παπαδόπουλου*
Διαβάζοντας για την υπόθεση του «Βασιλιά του Χρυσού», θυμήθηκα το αμφιλεγόμενο βιβλίο του Walter Brock “Defending the Undefendable”, όπου ο συγγραφέας επιχειρεί να υπερασπιστεί περιθωριοποιημένα επαγγέλματα όπως οι ιερόδουλες και οι τοκογλύφοι, εστιάζοντας στο κατά πόσο ωφελούν τελικά την κοινωνία. Τι θα έλεγε, λοιπόν, ο Brock για την υπόθεση Ριχάρδος;
Κατ' αρχάς πιστεύω πως θα έβλεπε στο πρόσωπο του Ριχάρδου δύο ιδιότητες: αυτή του λαθρέμπορου και εκείνη του ενεχυροδανειστή. Επειδή η πρώτη δεν έχει αποδειχτεί, ας εστιάσουμε στην δεύτερη: στον ενεχυροδανειστή που, όπως είπε και ο πρωθυπουργός, «ξεζούμισε τον κοσμάκη». Τι είναι λοιπόν ο ενεχυροδανειστής;
Ο ενεχυροδανειστής βγάζει χρήματα πουλώντας μεταχειρισμένα αντικείμενα. Τα αντικείμενα αυτά τα αποκτά με δύο τρόπους: α) του τα πουλούν άτομα που χρειάζονται χρήματα, β) του μένουν όταν άτομα που έλαβαν δάνειο αθετούν την πληρωμή του και του αφήνουν το αντικείμενο… αμανάτι, όπου αμανάτι είναι μια παλαιότερη λέξη για το ενέχυρο!
Σύμφωνα με τα παραπάνω, λοιπόν, ο ενεχυροδανειστής φαίνεται να είναι ένας έμπορος μεταχειρισμένων, ο οποίος δύναται να δανείσει χρήματα νόμιμα, αλλά, σε αντίθεση με όσους δανείζουν χωρίς εγγυήσεις, δεν θα χρειαστεί να ταλαιπωρήσει τον δανειολήπτη κυνηγώντας τον για να πάρει το δάνειο πίσω. Απλώς θα κρατήσει το ενέχυρο σε περίπτωση αθέτησης πληρωμής.
Πού στραβώνει, λοιπόν, η δουλειά και φτάνει ένας πρωθυπουργός να παίρνει μια τέτοια ακραία θέση για ένα είδος εργασίας, την οποία, σημειωτέον, κατά τον Μεσοπόλεμο έκανε και το κράτος;
Ο Brock φαίνεται να προτείνει ως απάντηση την έλλειψη χρηματοοικονομικού εγγραμματισμού, δηλαδή, την αδυναμία μας να κατανοήσουμε βασικές οικονομικές αρχές. Ας επιχειρήσω μία δική μου ανάλυση που στα οικονομικά λέγεται ανάλυση κόστους-οφέλους.
Κατ' αρχάς, το επάγγελμα του ενεχυροδανειστή προκύπτει από τη ζήτηση. Υπάρχουν άτομα με έλλειψη μετρητών και ζητούν να δανειστούν από άτομα που έχουν διαθέσιμα χρήματα. Το κίνητρο που δίνεται στα άτομα για να αποχωριστούν τα χρήματά τους είναι ο τόκος.
Ο τόκος όμως δεν αρκεί. Αν τελικά ο δανειολήπτης δεν πληρώσει, ο δανειστής χάνει τα χρήματά του μαζί με τους τόκους. Το να του κάνει μήνυση και να τον κλείσει στην φυλακή αποτελεί ηθική ικανοποίηση, αλλά τα χρήματα χάθηκαν. Για να κάμψει, λοιπόν, ο δανειολήπτης αυτή την αντίσταση και για να δείξει ότι είναι άξιος εμπιστοσύνης, προσφέρει ένα αντικείμενο ως ενέχυρο. Όσο πιο μεγάλη η αξία του αντικειμένου, τόσο μεγαλύτερη εμπιστοσύνη φαίνεται να έχει στον εαυτό του. Και παίρνει το δάνειο. Εάν δεν αποπληρώσει το δάνειο, χάνει το αντικείμενο, όπως ακριβώς χάνει κάποιος και το σπίτι του όταν δεν πληρώσει το στεγαστικό δάνειο.
Διαβάζοντας τα παραπάνω, εάν κάποιος θέλει να εξαλείψει το επάγγελμα του ενεχυροδανειστή, θα πρέπει να εξαλείψει την ζήτηση, την ανάγκη δηλαδή των ανθρώπων για άμεσα μετρητά, και όχι την προσφορά, δηλαδή την προθυμία άλλων ανθρώπων να αναλάβουν να καλύψουν αυτή την ανάγκη. Το ξεζούμισμα, δηλαδή, του κοσμάκη προηγείται της ενεχυρίασης. Ο Ριχάρδος υπάρχει επειδή κάποιος ξεζούμισε τον κοσμάκη!
Και φτάνουμε στο ερώτημα για το εκατομμύριο: Ποιος είναι υπεύθυνος για το ξεζούμισμα του κοσμάκη; Για ποιο πράγμα χρειάζεται κανείς άμεσα μετρητά; Για φαγητό; Για ρούχα; Για να πληρώσουμε φόρους χρειαζόμαστε μετρητά! Με άλλα λόγια, ενεχυροδανεισμός σημαίνει ότι προτιμούμε να χάσουμε ένα δαχτυλίδι για να πάρουμε μετρητά και να πληρώσουμε τον ΕΝΦΙΑ, παρά να μας πάρει η εφορία το σπίτι.
Ανακεφαλαιώνοντας, λοιπόν, θα πρότεινα στον πρωθυπουργό να μην χρησιμοποιεί την φράση «ξεζουμίζει τον κοσμάκη» για τον Ριχάρδο για δύο λόγους: πρώτον, στο σπίτι του κρεμασμένου, ο δήμιος δεν μιλάει, πόσο μάλλον να μιλά για σκοινιά και να κατηγορεί τον κατασκευαστή του σκοινιού!
Δεύτερον, δουλειά του πρωθυπουργού είναι να βοηθήσει τους φτωχότερους να γίνουν κοινωνικά και οικονομικά ανεξάρτητοι, όπου κοινωνικά και οικονομικά ανεξάρτητος δεν σημαίνει να περιμένεις σε ουρές για να δηλώσεις σε έναν υπάλληλο πόση ανάγκη έχεις να γίνεις κλεπταποδόχος των ίδιων φόρων που σε έφεραν σε αυτή την κατάσταση άμεσα ή έμμεσα. Ανεξάρτητος σημαίνει να έχει κανείς δουλειά, και μάλιστα πραγματική δουλειά, δηλαδή δουλειά που δημιουργεί αξία για μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας, όχι μόνο για τον ίδιο τον εργαζόμενο που έχει λουφάξει σε ένα γραφείο δημόσιας υπηρεσίας σε αντάλλαγμα για μερικές ψήφους.
Ας κάνει λοιπόν ο πρωθυπουργός την δουλειά του και ας αφήσει τον Ριχάρδο στην δικαιοσύνη…
*Ο κ. Γιάννης Παπαδόπουλος είναι μέλος της Μόνιμης Γενικής Συνέλευσης της Φιλελεύθερης Συμμαχίας.