Η λατρεία του Ασκληπιού στην Επίδαυρο ήταν αρχαιότερη από όσο πίστευαν μέχρι τώρα οι αρχαιολόγοι. Οι ανασκαφές του Τομέα Αρχαιολογίας και Ιστορίας της Τέχνης του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών στο ιερό του Ασκληπιού της Επιδαύρου από το 2016 έως σήμερα, έφεραν στο φως ένα άγνωστο ως τώρα, ιδιαίτερα σημαντικό για την ιστορία του ιερού και τη λατρεία του Ασκληπιού οικοδόμημα. Πρόκειται για κτήριο της αρχαϊκής εποχής, που είχε οικοδομηθεί στη θέση, όπου αργότερα, στον 4ο π.Χ. αιώνα, ανεγέρθηκε η Θόλος, το εμβληματικότερο κτήριο του Ασκληπιείου.
Το αρχαϊκό κτήριο, ορθογώνιας κάτοψης, διέθετε υπόγειο χώρο αντίστοιχο του ισογείου με ψηφιδωτό δάπεδο, και στο ισόγειο περιστύλιο. Μολονότι τμήμα του μόνο ακόμη έχει ανασκαφεί, διαφαίνεται ήδη ότι σχετίζεται με την πρώιμη, χθόνια, λατρεία του Ασκληπιού, αποτελώντας το ιερό κτήριο - πρόδρομο της Θόλου, τόπου της χθόνιας λατρείας του Ασκληπιού. Κατεδαφίστηκε λίγο πριν την έναρξη οικοδόμησης της Θόλου.
Ο υπόγειος χώρος του χρησιμοποιήθηκε ως αποθέτης για την ευλαβική κατάχωση του οικοδομικού υλικού αυτού του κτηρίου και άλλων του ιερού. Χάρη στα ιδιαίτερα αρχιτεκτονικά και λατρευτικά χαρακτηριστικά του η ανασκαφή του νέου αυτού κτηρίου, θα συμβάλει στη διεύρυνση των γνώσεών μας στην ιστορία και εξέλιξη της αρχιτεκτονικής της εποχής αυτής και κυρίως στην κατανόηση των απαρχών της λατρείας του Ασκληπιού στη συγκεκριμένη θέση, μίας άγνωστης δηλαδή έως τώρα πτυχής της ιστορίας του ιερού.
Το κτήριο, που ανακαλύφθηκε σε βάθος 3 μέτρων, έχει ορθογώνια κάτοψη και η μία του πλευρά φθάνει τα πέντε μέτρα (το υπόλοιπο δεν έχει ακόμη ανασκαφεί) ενώ το ύψος του πρέπει να έφθανε τα 2,8 μέτρα. Διέθετε επίσης υπόγειο, ύψους 2,3 μέτρων με αντίστοιχη έκταση του ισογείου και το δάπεδό του ήταν στρωμένο με μικρά, λευκά βότσαλα ενώ οι τοίχοι του ήταν από κόκκινο κονίαμα. Στο ισόγειο εξάλλου υπήρχε και περιστύλιο από ξύλινους κίονες, όπως αποδεικνύουν οι τετράγωνες πέτρινες βάσεις στις οποίες στηρίζονταν.
Όπως λέει ο κ. Βασίλης Λαμπρινουδάκης, ομότιμος καθηγητής αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και επικεφαλής της ανασκαφής, το κτήριο αυτό «κατεδαφίστηκε λίγο πριν την έναρξη οικοδόμησης της Θόλου και ο υπόγειος χώρος του χρησιμοποιήθηκε ως αποθέτης για την ευλαβική κατάχωση του οικοδομικού υλικού αυτού του κτηρίου και άλλων, που ανήκαν στο ιερό». Οδηγήθηκαν στον εντοπισμό του χάρις σε αεροφωτογραφίες της περιοχής, όπου έγινε αντιληπτό, ότι τα σχέδια του ιερού, που χρησιμοποιούνταν ήταν λανθασμένα. Συγκεκριμένα ο υπάρχων Βωμός του Απόλλωνα (ή του Ασκληπιού) της Αρχαϊκής εποχής είναι αξονικά προσανατολισμένος προς την Θόλο, έτσι θεωρήθηκε πιθανό να βρίσκεται στο σημείο εκείνο κάτι που να τα συνδέει.
«Χάρη στα ιδιαίτερα αρχιτεκτονικά και λατρευτικά χαρακτηριστικά του η ανασκαφή του νέου αυτού κτηρίου, θα συμβάλει στη διεύρυνση των γνώσεών μας στην ιστορία και εξέλιξη της αρχιτεκτονικής της εποχής αυτής και κυρίως στην κατανόηση των απαρχών της λατρείας του Ασκληπιού στη συγκεκριμένη θέση, μίας άγνωστης δηλαδή έως τώρα πτυχής της ιστορίας του ιερού», λέει ο κ. Λαμπρινουδάκης.
Λίγα μέτρα από το Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου, που σφύζει το καλοκαίρι από ζωή- θιάσους και θεατές- για τις παραστάσεις αρχαίου δράματος βρίσκεται το Ασκληπιείο με την Θόλο, που αποτελεί το πλέον μυστηριώδες μνημείο του. Στην Θόλο, που ονομάζεται και Θυμέλη κατασκευασμένη μεταξύ 365 και 335 π.Χ. εκτελείται σήμερα μεγάλο έργο αναστήλωσης. Πρόκειται για ένα εντελώς ιδιόμορφο κτίριο, το κυκλικό σχήμα της οποίας χαρακτηρίζει συνήθως ταφικά οικοδομήματα.
Το υπόγειό του ήταν ένας λαβύρινθος με σκοτεινούς διαδρόμους παραπέμποντας στον χθόνιο χαρακτήρα του Ασκληπιού. Γι? αυτό και ερμηνεύεται ως κτίριο που στέγαζε την υπόγεια κατοικία του θεού, ο οποίος κατά την παράδοση θεράπευε τους πιστούς μέσα από τη γη. Κάτω από το περίπλοκο δάπεδο υπήρχε υπόγειος χώρος χωρισμένος σε τρία μέρη. Τον αποτελούσαν κυκλικοί διάδρομοι, οι οποίοι επικοινωνούσαν μεταξύ τους με ανοίγματα, ενώ φράγματα στις κατάλληλες θέσεις ανάγκαζαν τον εισερχόμενο να ακολουθήσει μαιανδροειδή πορεία.
Η θεραπεία των ασθενών μέσω της μυστηριακής λειτουργίας της εγκοίμησης – κάτι που διήρκεσε ως τον 4 ο μ.Χ. αιώνα – ήταν το κύριο έργο των ιερέων του Ασκληπιείου της Επιδαύρου, όπου κατέφευγαν, όπως μαρτυρούν οι αρχαίες πηγές άνθρωποι από όλο τον ελλαδικό χώρο και αργότερα από όλη τη Μεσόγειο. «Ο θεραπευτής Ασκληπιός ξεπήδησε στην Επίδαυρο από την πανάρχαιη λατρεία ηρωϊκών προγόνων, που με τον καιρό περιβλήθηκαν θεία δύναμη», όπως λέει ο κ. Λαμπρινουδάκης.
Ειδικά για την εγκοίμηση μάλιστα, κατεξοχήν θρησκευτική, θεραπευτική πράξη είχε δημιουργηθεί από τον 4ο π.Χ. αιώνα μια μεγάλη στοά που την αποκαλούσαν εγκοιμητήριο ή άβατον. Δηλαδή χώρο στον οποίο δεν μπαίνει κανείς, χωρίς τη θεία άδεια. Ο ασθενής επισκεπτόταν το ναό του θεού, όπου ιέρειες έψαλλαν τον παιάνα και έμπαινε στο Αβατο, στο μονώροφο μέρος, όπου ετοιμαζόταν ψυχικά για να κοιμηθεί και να δει στο όνειρό του το θεό.
«Στην ετοιμασία βοηθούσε, με την αυθυποβολή που προκαλούσε, και η ανάγνωση των πολυπληθών θαυμάτων του θεού τα οποία ήταν γραμμένα πάνω σε μεγάλες στήλες μέσα στο Άβατο», όπως σημειώνει ο κ. Λαμπρινουδάκης. «Όταν ήταν έτοιμος ο ασθενής – ικέτη του θεού, αποκαλούσε τον εαυτό του -, αφού έκανε μια νυχτερινή θυσία, κατέβαινε στο ισόγειο – ουσιαστικά υπόγειο – του Αβάτου και κοιμόταν κατά γης, πάνω στο δέρμα του ζώου που θυσίασε αποβραδύς. Στο όνειρό του τον επισκεπτόταν ο θεός και είτε τον γιάτρευε με τα χέρια του είτε του έδινε κάποιο φάρμακο ή απλά του έλεγε τι πρέπει να κάμει για να γίνει καλά. Άλλοτε πάλι το ρόλο του τον αναλάμβανε ένα ιερό του ζώο, συνήθως το φίδι».
Η ανασκαφή χρηματοδοτήθηκε τα έτη 2016-2017 από την εταιρεία «Ασκληπιάδης» και τα έτη 2018-2019 από το Ίδρυμα «Σταύρος Νιάρχος». Πραγματοποιείται με τη σταθερή υποστήριξη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Αργολίδας.