Όταν ο υφυπουργός Αθλητισμού τοποθετείται δημόσια εναντίον των μέτρων που η δική του κυβέρνηση αποφάσισε για τον κορονοϊό, επειδή τα μέτρα αυτά νομίζει ότι πλήττουν τις ποδοσφαιρικές ανώνυμες εταιρείες, τότε υπάρχουν δύο δρόμοι: Ο ένας είναι αυτός της παραίτησης, επειδή έχει σφάλει. Δεν μπορεί οι αξιωματούχοι να λιποτακτούν την ώρα της μάχης. Και ο άλλος είναι να αποσύρει η κυβέρνηση τα μέτρα για τις ΠΑΕ, επειδή ο υφυπουργός της έχει δίκιο.
Καταρχήν να πούμε ότι οι ΠΑΕ κακώς διαμαρτύρονται. Εδώ πέφτουν κορμιά από τη Δέλτα και την Όμικρον και είναι πολύ σοβαρή η υπόθεση η ανακοπή του κύματος. Αν χρειαστεί θα πρέπει να κλείσουν όλα. Για να μη φτάσουμε όμως εκεί, μπορούμε να πάρουμε κάποια πρώτα μέτρα. Δε θα χαθεί ο κόσμος αν σε δύο ή τρία ποδοσφαιρικά παιγνίδια δεν υπάρχουν θεατές. Δεν εξαρτώνται τα έσοδα των ΠΑΕ από τα εισιτήρια. Οι ιδιοκτήτες των νυκτερινών κέντρων δικαιούνται να διαμαρτύρονται εντονότερα, αφού στη δική τους περίπτωση δεν υπάρχουν τηλεοπτικά δικαιώματα ή χρήματα από χορηγούς.
Αλλά ακόμη κι εκεί η απάντηση είναι η ίδια: Μεταξύ της αναστολής λειτουργίας των καταστημάτων και της δημόσιας υγείας, η πλάστιγγα γέρνει σαφώς υπέρ της δημόσιας υγείας. Στο κάτω – κάτω της γραφής δε θα καταστραφεί ο πολιτισμός μας αν αυτόν τον χειμώνα δε χορέψουν τσιφτετέλι πάνω στα τραπέζια οι νέες και οι νέοι αυτής της χώρας. Οι επιχειρήσεις ζημιώνονται. Αλλά και πάλι δεν υπάρχει κάποιο συμβόλαιο με την κοινωνία για εξασφαλισμένα κέρδη. Ούτε και οι επιχειρηματίες μοιράζονται στις καλές εποχές τα κέρδη τους με τους υπόλοιπους πολίτες.
Να επιστρέψουμε στη στάση του κ. Αυγενάκη. Δήλωσε ο υφυπουργός: «Δε συμφωνώ γιατί είναι ανεφάρμοστη. Προτιμότερο να πεις ότι είναι κλειστό το γήπεδο. Το λέω ξεκάθαρα και δυνατά, αυτό το μέτρο δεν μπορεί να εφαρμοστεί. Υπάρχουν άλλοι τρόποι, άλλα μέτρα».
Ο Λευτέρης Αυγενάκης μίλησε και για την επιτροπή των ειδικών, λέγοντας ότι «στο παρελθόν η διαχείριση που γινόταν ήταν σχετικά επιφανειακή και πρόχειρη ως προσέγγιση για τον χώρο του αθλητισμού. Δεν ήταν λίγες φορές που είχαμε συγκρουστεί. Δεν τους κακίζω γιατί βλέπω τι τραβούν».
Τους κακίζει ή δεν τους κακίζει ο κ. Αυγενάκης, ελάχιστα μας ενδιαφέρει. Συμφωνεί ή διαφωνεί μαζί τους και πάλι ελάχιστη σημασία έχει. Είναι σαν κάποιος αξιωματικός να έχει διαφορετική άποψη από τους στρατηγούς για την τακτική που ακολουθείται σε μία σημαντική μάχη. Ένας υπουργός του κ. Μητσοτάκη θα έπρεπε να γνωρίζει ότι έχουμε πόλεμο. Και ότι στον πόλεμο οι απλοί στρατιώτες, αλλά και οι αξιωματούχοι υπηρετούν μια κοινή ιδέα: Τη νίκη.
Πιθανότατα ο κ. Αυγενάκης επιχείρησε να καθησυχάσει με αυτό τον τρόπο τους προέδρους των ΠΑΕ που τάχτηκαν ανοικτά εναντίον των μέτρων. Με την ίδια λογική θα πρέπει από σήμερα ο κάθε υπουργός να τάσσεται εναντίον εκείνων των μέτρων που θίγουν επιχειρήσεις που η δραστηριότητά τους εποπτεύεται κατά κάποιο τρόπο από το υπουργείο τους. Θα μπορούσε, για παράδειγμα, ο κ. Άδωνις Γεωργιάδης να διαδηλώνει καθημερινά έξω από το Μαξίμου, επειδή τα μέτρα για την Πανδημία κτυπούν τους εμπόρους. Και τα λοιπά, και τα λοιπά, και τα λοιπά…
Αν πάλι η κυβέρνηση διάλεξε αυτό τον δρόμο για να πάρει πίσω τα μέτρα για το ποδόσφαιρο, διάλεξε λάθος τρόπο. Μία ισχυρή κυβέρνηση παραδέχεται τα λάθη της και τα διορθώνει μόνη της, χωρίς να χρειαστεί τη δημόσια παρέμβαση των αξιωματούχων της. Διαφορετικά δίνει την αίσθηση ότι παρασύρεται από τα ρεύματα και ότι οι δικοί της υπουργοί ίσως και να μην είναι τόσο δικοί της.
Ο κ. Αυγενάκης έχει το δικαίωμα να λέει την άποψή του. Είναι υποχρέωσή του να την εκφράζει στα κυβερνητικά όργανα. Όταν φτάνει στο σημείο να την εκφράζει «δυνατά» και δημόσια, τότε αυτό σημαίνει ότι έχει εξαντλήσει όλες τις άλλες επιλογές του. Και αν και πάλι δεν εισακουστεί, του μένει μόνο … μία!
Θανάσης Μαυρίδης