Τις τελευταίες ημέρες με αφορμή όσα συμβαίνουν στην Ιταλία, ακούγονται τα ξαναζεσταμένα γνωστά επιχειρήματα, για τους διορισμένους τεχνοκράτες που καταδυναστεύουν την πολιτική και για τους δοτούς πρωθυπουργούς που δεν έχουν βαπτιστεί από τις ψήφους των πολιτών. Στη χώρα μας τα είχαμε ξανακούσει όλα αυτά, επί κυβερνήσεως Λουκά Παπαδήμου, την περίοδο 2011-12.
Το γεγονός που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, είναι ότι σήμερα τα βέλη δεν εξακοντίζονται κατά του Μάριο Ντράγκι που κλήθηκε τον Φεβρουάριο του 2021 να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά μετά από μια βαφιά πολιτική κρίση στην Ιταλία. Διότι όπως αποδείχθηκε οι Ιταλοί πολίτες είχε επιλέξει να τους κυβερνήσουν πολιτικοί που αφ’ ενός αδυνατούσαν να συνεννοηθούν μεταξύ τους και αφ’ ετέρου δεν διέθεταν το ειδικό βάρος για να χειριστούν σημαντικές ευθύνες, πέραν του να υπόσχονται στους πάντες στα πάντα, στα πλαίσια ενός καλπάζοντος λαϊκισμού, που έχει κατακυριεύσει την Ιταλία.
Τα βέλη στρέφονται κατά των τεχνοκρατών και κυρίως των εκπροσώπων των κεντρικών τραπεζών, που κατηγορούνται πως έχουν «νομισματοποιήσει» την πολιτική. Ταυτόχρονα στοχοποιούνται οι τεχνοκράτες που διοικούν τους οργανισμούς διαχείρισης ενέργειας και σχεδιάζουν τον ενεργειακό σχεδιασμό της Ευρώπης, υλοποιώντας στην ουσία τις αποφάσεις των πολιτικών.
Η ανορθολογιστική αυτή προσέγγιση έχει βαθιές λαϊκίστικες ρίζες, που επωφελείται και καλλιεργεί το πολιτικό προσωπικό σε όλη την Ευρώπη. Διότι όλα όσα βιώνει η Ευρώπη σήμερα σχετικά με την ανατροπή του ενεργειακού ισοζυγίου, με την αναβολή της πράσινης μετάβασης και όλα τα υπόλοιπα, αποτελούν προϊόντα πολιτικών επιλογών.
Έτσι η οργή των πολιτών κατευθύνεται στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα που θα αυξήσει τα επιτόκια, που θα περιορίσει τη νομισματική ρευστότητα και που δεν έχει παρουσιάσει το σωσίβιο για τα ομόλογα του Νότου.
Η οργή των πολιτών κατευθύνεται επίσης προς τους παράγοντες του Χρηματιστηρίου Ενέργειας, προς τον τρόπο που σχεδιάστηκε να υπολογίζεται η τιμή της χονδρικής τιμής ηλεκτρικού ρεύματος, προς τις ενεργειακές επιχειρήσεις που κατηγορούνται για βρώμικα υπερκέρδη και προς τους τεχνοκράτες που εκτίμησαν ότι ο East Med δεν είναι οικονομικά βιώσιμος. Λησμονώντας, ότι ο Εast Med, δεν ήταν οικονομικά βιώσιμος διότι το φυσικό αέριο είχε μπει στη μαύρη λίστα στα πλαίσια της πράσινης μετάβασης και διότι η Ευρώπη ήταν επαναπαυμένη στο Ρωσικό φυσικό αέριο. Λησμονώντας, ότι οι ενεργειακές εταιρείες έχουν και «υπερέξοδα» από την αγορά φυσικού αερίου. Λησμονώντας, ότι ο τρόπος προσδιορισμού της χονδρικής τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος, έχει αποφασιστεί από τις κυβερνήσεις. Λησμονώντας τέλος, ότι το Χρηματιστήριο του TTF για το φυσικό αέριο, που οπωσδήποτε παρουσιάζει στρεβλώσεις, λειτουργούσε τόσα χρόνια χωρίς προβλήματα λόγω της «ενεργειακής ηρεμίας» ΕΕ – Ρωσίας.
Και το ερώτημα, «ποιος μας κυβερνά, οι πολιτικοί που εκλέξαμε ή οι τεχνοκράτες που διορίσαμε» καλά κρατεί. Οι πολιτικοί, πολύ θα ήθελαν σε όλα τα πλάτη και μήκη της Ευρώπης να μοιράζουν χρήμα, υπό τη μορφή επιδομάτων και ενισχύσεων, άτοκων δάνειων και αυξήσεων των μισθών, πακέτων στηρίξεων και κοινωνικών προγραμμάτων. Όπως έκαναν καθ’ όλη τη διάρκεια της πανδημίας και κατά τη διάρκεια των πρώτων μηνών της έξαρσης του πληθωρισμού. Και δυστυχώς όταν έφτασε η στιγμή να πληρωθεί ο λογαριασμός, ο οποίος είχε ξεπεράσει κάθε προηγούμενο, ήρθε η ενεργειακή κρίση, ο πόλεμος και ο πληθωρισμός.
Οπότε οι πολιτικοί σήκωσαν τα χέρια και έφτασε η στιγμή να πάρουν οι κεντρικοί τραπεζίτες τα όπλα τους, που δεν είναι άλλα, από τα επιτόκια και τις βαλβίδες της ρευστότητας. Δυο όπλα, που δεν δρουν σε ένα ερμητικά κλειστό και απομονωμένο περιβάλλον, αλλά στο ανοικτό περιβάλλον των αγορών. Και οποιαδήποτε απόφαση της ECB, θα επηρεάσει τις αγορές που με τη σειρά τους θα ανταπαντήσουν, επιστρέφοντας τη δική τους ανάδραση.
Οι αποφάσεις των κεντρικών τραπεζών θα είναι επώδυνες. Θα ακριβύνει το κόστος του χρήματος και θα περιοριστεί η ρευστότητα στο σύστημα. Αποφάσεις απόλυτα αντιλαϊκές, για τους πολίτες που έχουν εθιστεί στο πολύ και φθηνό χρήμα. Με την εξής διαφορά. Ότι το πολύ και φθηνό χρήμα το πιστώνονταν μέχρι τώρα οι πολιτικοί, ενώ το απαραίτητο φάρμακο του συμμαζέματος το χρεώνονται οι τεχνοκράτες.
Οι πολιτικοί έχουν συνηθίσει να κυβερνούν με τα λεφτά των άλλων. Και όταν αυτά στερεύουν, τότε επιστρατεύονται οι δύστροποι και απάνθρωποι τεχνοκράτες, που προσπαθούν να μαζέψουν τα αμάζευτα και να συγκεντρώσουν κεφάλαια από τις αγορές. Διότι ως γνωστόν οι πολιτικοί διαχειρίζονται είτε τα κεφάλαια των φορολογουμένων, είτε των δανειστών.