«Είπα ότι θα πάω, και θα πάω». Η πρόεδρος της Δημοκρατίας ήταν αποφασισμένη να φτάσει στη Γαύδο για την εορτή των Θεοφανείων, με κάθε τρόπο. Η δικαιολογία ότι το στρατιωτικό ελικόπτερο δεν μπορούσε - εξαιτίας της χαμηλής νέφωσης και των αυστηρών κανόνων ασφαλείας - να τη μεταφέρει στο ακριτικό νησί, δεν θα έβγαινε ποτέ από τα χείλη της. Ο τρόπος να φτάσει οποιοσδήποτε, Γενάρη μήνα στη Γαύδο είναι ένας: με την «παντόφλα».
Το μικρό οχηματαγωγό πλοίο που κάνει αραιά δρομολόγια μεταφέροντας αυτοκίνητα και ανθρώπους από τη χώρα Σφακίων έως το μικρό λιμάνι της Γαύδου.
Αεροπορικώς στα Χανιά, σχεδόν μιάμιση ώρα δρόμος ανέβα, κατέβα τα Λευκά Όρη μέχρι τη Χώρα Σφακίων, επιβίβαση στην «παντόφλα» δυο ώρες στο Λυβικό πέλαγος, με το σουέλ να κάνει το ταξίδι εξαιρετικά δυσάρεστο.
Μια ολόκληρη εικοσαετία κύλησε χωρίς, στο χώμα του νησιού - κυριολεκτικά και μεταφορικά – να πατήσει Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας. Ασυνεχής και ασυνεπής ήταν ο ανώτατος πολιτειακός άρχων, από το 2001 έως το 2022 στην υποχρέωση παρουσίας σε όλες τις εσχατιές της επικράτειας.
Η κυρία Πρόεδρος είπε θα πάει, και πήγε.
Ανήμερα των Θεοφανείων, στη Γαύδο.
Σε μια εκπληκτική σκηνογραφία.
Ο εθνικός ύμνος ακούγεται με βροντερό πάθος από το στρατιωτικό άγημα. Η ΠτΔ δέχεται και αποδίδει τιμές. Την πρώτη γυναίκα Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας που φτάνει στην ελληνική κουκίδα, υποδέχεται η Λίλιαν Στεφανάκη, πρώτη γυναίκα δήμαρχος του νησιού, ο πιτσιρίκος που γρατσούνισε το μάγουλο και το μάτι του παίζοντας στο λιμάνι περιμένοντας επιτέλους να φτάσει το πλοίο, η μικρή Νικολέτα φορώντας παπούτσια με στρας, ο σεμνός παππάς που επί πέντε δεκαετίες διακονεί το λιγοστό ποίμνιο, η μάνα που του χρόνου θα πρέπει να φύγει από το νησί, αν δεν βρεθεί λύση για τα παιδιά που πρέπει να πάνε Γυμνάσιο.
Όλοι αυτοί υπαγόρευσαν το προεδρικό: «είπα θα πάω και θα πάω».
Δεν ήταν το τυπικό καθήκον, το οποίο θέλησε να επιτελέσει η ΠτΔ μεταβαίνοντας στη Γαύδο αυθημερόν, με τη μέγιστη ταλαιπωρία. Ήταν δείγμα της εξαιρετικής συμβατότητας της, με τους απλούς ανθρώπους της χώρας, στην οποία έχει την τιμή να είναι η Πρώτη Πολίτης. Η Κατερίνα Σακελλαροπούλου δεν υποδύεται κάτι που δεν είναι. Δεν εκβιάζει πατριωτικές εξάρσεις. Φέρνει στην επιφάνεια τη φιλοπατρία με σεβασμό και τρυφερότητα. Ο χαμηλός τόνος της φωνής της, επιβάλει να προσέξεις διπλά, το λόγο και τα νοήματά του.
«Κάθε φορά που επισκέπτομαι ένα ακριτικό νησί μας, νιώθω πως η καρδιά του ελληνισμού χτυπάει πιο δυνατά· πως κάθε πράξη και κάθε λέξη μετρούν διπλά. Κι αυτό γιατί η απόφαση των νησιωτών μας να ζήσουν στη μεθόριο της πατρίδας μας, υπογραμμίζοντας την ελληνικότητά της με τη ζωντανή και δραστήρια παρουσία τους, ενέχει αναμφισβήτητα ηρωισμό. Δεν παραμένουν στον τόπο της καταγωγής τους, επειδή έτυχε να γεννηθούν εκεί… Μένουν στα νησιά τους από επιλογή. Η απόφασή τους είναι μια εκδήλωση γνήσιου πατριωτισμού. Μια πράξη με εξαιρετική εθνική σημασία.» Με αυτά τα λόγια ευχαριστεί για την τιμή ανακήρυξης της, σε δημότη της Γαύδου.
Η συγκίνηση γίνεται κόμπος στο λαιμό. Σπάει η φωνή της. Ακούγεται σαν ένας μικρός ανεπαίσθητος λυγμός όταν μιλάει για τον ουσιαστικό πατριωτισμό, και το σύγχρονο ηρωισμό με τον οποίο έρχεται σε επαφή πότε στην Κίναρο και πότε στη Γαύδο.
Κρύβει αυτός ο κόμπος υπερηφάνεια για τη μικρή -μεγάλη πατρίδα και τις μικρές και μεγάλες μάχες των καθημερινών ανθρώπων να κερδίσουν τη ζωή, διατηρώντας ζωντανές «τις διάσπαρτες στα πελάγη μας, κοιτίδες ελληνισμού» όπως είπε.
Όλα πάνω της προδίδουν μια βαθιά, σεμνή, φιλοπατρία. Κι ας την αμφισβητούν με δόλο και αστείες αφορμές, ορισμένοι.
Η Πρόεδρος, ίσως δεν ικανοποιεί επαρκώς τους «οπαδούς» του βαρύτονου πατριωτισμού και τους πατριώτες της… οικιακής παντόφλας. Αγγίζει όμως με μοναδικό τρόπο την καρδιά και το μυαλό των ανθρώπων που λογίζουν την Ελλάδα, ακόμη και χωρίς να το γνωρίζουν, με τον τρόπο που την όριζε ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος στο «Ημερολόγιο Κατοχής».
«Η Ελλάς είναι ένα μεγάλο γεγονός, είτε σαν ελπίδα την πάρεις, είτε σαν πραγματικότητα».