Είναι στερεότυπη πλέον η έκφραση «να μην υπολογίσει το πολιτικό κόστος», στο λόγο των κομμάτων της εκάστοτε αντιπολίτευσης, όταν ασκούν κριτική ή κάνουν υποδείξεις προς την εκάστοτε κυβέρνηση. Σε αυτήν την περίπτωση προφανώς τα κόμματα της αντιπολίτευσης επιδιώκουν, σε τελική ανάλυση, να φθείρουν την κυβέρνηση. Γιατί όταν την καλούν να λάβει αποφάσεις που θα έχουν πολιτικό κόστος γι' αυτήν, αυτό ακριβώς κάνουν. Βέβαια, όταν γίνουν κυβέρνηση και αυτά θα βρεθούν μπροστά στον αμείλικτο κόφτη του πολιτικού κόστους.
Έχουμε συνδέσει αυτήν την έννοια με τη λήψη σκληρών, αλλά αναγκαίων μέτρων. Εδώ όμως ανακύπτει ένα σοβαρό πρόβλημα. Η μεν σκληρότητα των μέτρων φαίνεται αμέσως, η αναγκαιότητα τους όμως αποδεικνύεται αναδρομικά. Δηλαδή το πολιτικό κόστος πληρώνεται άμεσα, η πολιτική δικαίωση έρχεται μετά από πολλά χρόνια, αν έρθει. Παράδειγμα το ασφαλιστικό του κ. Γιαννίτση.
Αυτό που θα πρέπει να αντιληφθούμε είναι ότι το πολιτικό κόστος αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του δημοκρατικού πολιτεύματος, στον βαθμό που το εκάστοτε κυβερνών κόμμα επιθυμεί να κερδίσει και τις επόμενες εκλογές. Ο συνυπολογισμός των αντιδράσεων της κοινής γνώμης είναι ένα από τα βασικά κριτήρια της λήψης των αποφάσεων όλων, μα όλων ανεξαιρέτως των δημοκρατικών κυβερνήσεων.
Όσοι απαιτούν σκληρά μέτρα ανεξαρτήτως πολιτικού κόστους έχουν μιαν αποστειρωμένη αντίληψη για την πολιτική. Βρίσκονται αυτοί εντός κλωβού και όντες παρατηρητές των εξελίξεων, αδιαφορούν για το πώς θα επηρεάσουν τις ζωές των πολιτών αυτά τα σκληρά μέτρα που προτείνουν.
«Μα πώς θα γίνουν οι τομές; Πώς θα επιτευχθούν οι δομικές αλλαγές; Αυτά δε γίνονται χωρίς συγκρούσεις και αντιπαραθέσεις;», είναι ο αντίλογος. Φυσικά οι μεγάλες τομές γίνονται με συγκρούσεις γιατί θίγουν κατεστημένα συμφέροντα, όμως για να επιτύχουν θα πρέπει να έχουν τη στήριξη της πλειοψηφίας των πολιτών. Το κοινωνικό consensus είναι απαραίτητο. Τη στιγμή της σύγκρουσης θα πρέπει ο ηγέτης να έχει διαμορφώσει έναν ευνοϊκό συσχετισμό δυνάμεων υπέρ των μεταρρυθμίσεων του.
Από την άλλη μεριά, κανένα μέτρο και καμιά μεταρρύθμιση δεν μπορεί να πετύχει, αν έχει απέναντι της όλη την κοινωνία. Καμιά κυβέρνηση δεν αντέχει ένα τέτοιου μεγέθους πολιτικό κόστος. Καταρρέει. Εισέρχεται στο σημείο μηδέν από το οποίο δεν υπάρχει επιστροφή, παρά μόνον - στην καλύτερη περίπτωση - μια οδυνηρή έξοδος με όλα τα χαρακτηριστικά της πτώσης.
Συνεπώς, μια κυβέρνηση που λογοδοτεί στους πολίτες, είναι υποχρεωμένη πριν λάβει αποφάσεις σε σημαντικά ζητήματα να ζυγίσει καλά τις αντιδράσεις των πολιτών. Και κυρίως να εκτιμήσει με ψυχρή ματιά, αν με αυτά τα μέτρα διαρρηγνύεται η κοινωνική συμμαχία που την έφερε στην εξουσία.
Αυτές τις σκέψεις κάνω με αφορμή τις προτάσεις προς την κυβέρνηση για λήψη αυστηρότατων μέτρων για την πανδημία. Εκτιμώ πως ένα γενικευμένο lockdown θα είναι η αρχή του τέλους της, για έναν απλό λόγο. Γιατί θα ακυρώσει το κεντρικό της αφήγημα - που κατά τη γνώμη μου είναι σωστό - πως οι εμβολιασμένοι δεν μπορούν να πληρώνουν κι άλλο τις εμμονές των ανεμβολίαστων. Η αλλαγή μιας επιτυχημένης τακτικής, ενώ μαίνεται η μάχη, είναι καταστροφική.