Του Θανάση Διαμαντόπουλου
Μεγάλος τηλεοπτικός δίαυλος, ο μεγαλύτερος ίσως της χώρας, φιλοξενεί ηγέτη κοινοβουλευτικού κόμματος σε πρωινή εκπομπή. (Δεν έχει σημασία ποιον. Αυτός ο λαός ανέδειξε σε ηγέτη κοινοβουλευτικού κόμματος τον Βασίλη Λεβέντη. Και τον Πάνο Καμμένο. Και τον Νίκο Μιχαλολιάκο. Ενώ απέκλεισε αυτού του ρόλου τον Κωστή Στεφανόπουλο. Και τον Γεράσιμο Αρσένη. Και τον Αντώνη Τρίτση. Άρα δεν έχει σημασία το πρόσωπο, μιλάμε για τον φορέα θεσμικού ρόλου).
Αίφνης διακόπτεται ή μάλλον δεν αρχίζει καν η συνέντευξη, διότι –όπως αναγγέλλει, παρουσία του αρχηγού, η παρουσιάστρια- υπάρχει «έκτακτη επικαιρότητα». Κόβεται η ανάσα μου. Ζούμε σε μια γεωπολιτικά εύφλεκτη και φλογισμένη περιοχή, που πλέον υφίσταται τις εμπρηστικές συνέπειες της δράσης και ενός παγκόσμια γνωστού –πανθομολογουμένως, αν και τυπικά μη εισέτι διαγνωσμένου- σχιζοφρενούς.
Με πολλή σοβαρότητα, λοιπόν, ο τηλεοπτικός σταθμός μάς μεταφέρει σε σιδηροδρομικό σταθμό της Θεσσαλονίκης, όπου, πολύ θυμωμένη, μια κυρία γυμνασιάρχης μάς ενημερώνει πως οι μαθητές της θα εμποδίσουν –λάιφ βέβαια, είναι πολύ του συρμού τέτοιες ενέργειες να γίνονται, κατόπιν προσυνεννόησης με τηλεοράσεις, λάιφ- τη διέλευση του συρμού. Γιατί; Επειδή το υπουργείο παιδείας -να ένας λόγος να εκτιμά κανείς την Κα Κεραμέως, θα έλεγα- δεν έχει «ακόμη» εγκρίνει στο συγκεκριμένο σχολείο τη λειτουργία ενός ειδικού τμήματος με τρεις (!!!!) μαθητές. Με αποτέλεσμα αυτοί να χρειάζεται να πηγαίνουν σε άλλο σχολικό συγκρότημα. Ουδέν σχόλιον εκ μέρους της παρουσιάστριας –πχ για την παρεμπόδιση μετάβασης ανθρώπων στις εργασίες και τους λοιπούς προορισμούς τους- πλην του χαρακτηρισμού ως «πλήθους» των εξαιρετικά ευάριθμων ή ευαρίθμητων ακτιβιστών.
Εδώ λοιπόν «παράγονται» αρκετά αντικείμενα ανυπόκριτου θαυμασμού:
Πρώτον, το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας, λειτουργοί του οποίου –αρνούμενοι ή μη αρκούμενοι στην όλως πληκτική μετάδοση τυπικών και τυποποιημένων γνώσεων- εθίζουν τους αυριανούς πρωθυπουργούς σε μεθόδους δράσης ενδιαφέρουσες, συναρπαστικές, ατομικά επωφελείς και πολιτικά λυσιτελείς.
Δεύτερον, το σύστημα ενημέρωσης. Όπως φαίνεται από την έμμεση ενθάρρυνση τέτοιων πρωτοβουλιών, καθώς και την ιεράρχηση των γεγονότων τόσο στη συγκεκριμένη εκδίπλωσή τους –μεταδόθηκε το «δρώμενο» και καθυστέρησε η έναρξη της συνέντευξης του πολιτικού αρχηγού, προσώπου οι απόψεις του οποίου κατά τεκμήριο ενδιαφέρουν την κοινωνία, έστω και αν πρόκειται για τον Βαρουφάκη- όσο όμως και γενικότερα. Διότι, στη συνέχεια, ουδέν μέσον ασχολήθηκε με τέτοιου είδους παιδαγωγικές μεθόδους (ενώ αντίθετα κυριολεκτικά μας έσπασαν τα αυτιά –«ils nous ont bassine΄s les oreilles» λένε οι Γάλλοι για τέτοιες περιπτώσεις- με τις δύο υπαλλήλους του υπουργείου πολιτισμού, που «καθ' υπέρβασιν αρμοδιότητος» κάλεσαν την αστυνομία, λόγω της παρουσίας ανηλίκων σε κάποια κινηματογραφική ταινία).
Τρίτον, το δικαιοδοτικό σύστημα της χώρας: ουδείς, εξ όσων γνωρίζω, εισαγγελικός λειτουργός της επικράτειας θεώρησε πως παραβιάστηκε ο μισός ποινικός κώδικας, από έκθεση –εν προκειμένω μάλιστα ανηλίκων- σε κίνδυνο μέχρι ενδεχομένως* παρακώλυση συγκοινωνιών, διατάραξη οικιακής ειρήνης** και παράβαση καθήκοντος. (Αν υπάρχει και ποινικό αδίκημα συνδεόμενο με τον κίνδυνο διασάλευσης της δημόσιας τάξης και τη δημιουργία προσκομμάτων στην ομαλή οικονομική ζωή της χώρας, ομολογώ πως το αγνοώ –είναι πολλές δεκαετίες που δεν καλλιεργώ πλέον τη νομική μου παιδεία). Και βέβαια, πολλώ μάλλον, ουδείς της ιστάμενης δικαιοσύνης έκρινε πως όφειλε να κινητοποιηθεί όσο διαρκεί η διαδικασία του αυτοφώρου. Έτσι, λοιπόν, περίτρανα –εξ ου και ο θαυμασμός μας σε αυτήν- η δικαιοσύνη της χώρας μας αποδεικνύει πως είναι τυφλή, κωφή και ευλόγως απραγμονούσα, δηλαδή μη επιρρεπής σε ενέργειες παρορμητικές, βιαστικές, αντανακλαστικές.
Τώρα αν στα αντικείμενα του ανυπόκριτου θαυμασμού (μας) θα προστεθεί και το υπουργείο παιδείας, αυτό φαντάζομαι πως πρέπει να κριθεί από τη στάση την οποία θα τηρήσει έναντι των καθηγητών της δευτεροβάθμιας, που αναδεικνύουν και αποδεικνύουν μια τόσο προχωρημένη αντίληψη για το εύρος της παιδαγωγικής τους λειτουργίας και, αντίστοιχα, του παιδαγωγικού τους ρόλου. (Το μακράν πιθανότερο είναι πάντως, πιστεύω, πως θα αποδείξει και αυτό τη διαχρονική ισχύ του συνθήματος «Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει»).
Γενικό συμπέρασμα: πολλαπλώς αξιοθαύμαστη χώρα.
*Το «ενδεχομένως» τίθεται γιατί με βάση τον συριζαίικο νέο ποινικό κώδικα για να υπάρχει παρακώλυση η παρεμπόδιση πρέπει να διαρκέσει επί μακρόν.
**Το έγκλημα αυτό διαπράττεται και με εισβολή στον εργασιακό χώρο άλλου.
- Ο κ. Θανάσης Διαμαντόπουλος είναι Ομότιμος Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης του Παντείου Πανεπιστημίου