Το να ξεσπαθώνει η ΝΔ εναντίον του Τσίπρα είναι λογικό. Που θα ξαναβρεί ευκαιρία σαν τον διάλογο Παπά-Μιωνή; Το να βάζει πλάτη ο Τσίπρας στους Παπά και Παπαγγελόπουλο, κι αυτό είναι αναμενόμενο. Είτε διότι τα δυο παλικάρια τον κρατάνε, είτε γιατί στο πρόσωπο τους καθρεφτίζεται η φάτσα όλου του Σύριζα της περιόδου 2012-2019. Αλλά οι υπόλοιποι; Τι διάολο, δεν υπάρχει κανένας σοβαρός και ειλικρινής άνθρωπος εκεί μέσα, για να ρωτήσει «πως κυβερνήσαμε ρε παιδιά;»
Θα μου πείτε πως μέσα σ’ αυτό το κόμμα, όλοι είναι πολιτικά συνένοχοι. Πως η πίτα της εξουσίας τους έθρεψε χωρίς εξαίρεση, ανεξάρτητα αν λίγοι πήραν τις μερίδες του λέοντος, κάποιοι περισσότεροι τις μεγαλύτερες μπουκιές, ένας ικανός αριθμός τα κομματάκια και τα ψίχουλα που απόμειναν, ενώ η μάζα απλώς έγλυψε την άχνη ζάχαρης που είχε πέσει στο τραπέζι. Κατανοώ εν πολλοίς την προέλευση αυτού του επιχειρήματος, αλλά πάλι δεν πιστεύω ότι το σύνολο των στελεχών και των μελών του Σύριζα σκέφτεται μ’ αυτό τον σκληρά ωφελιμιστικό και κυνικό τρόπο.
Στο τέλος-τέλος, ακόμα κι αυτός που κάνοντας έκπτωση στις ιδεολογικές του αρχές καταλήγει να θεοποιεί έναν μισθό μετακλητού ή την αποζημίωση μιας θέσης στην διοίκηση ενός νοσοκομείου, δεν σημαίνει υποχρεωτικά ότι είναι αποφασισμένος να γίνει Αλ Καπόνε. Υπάρχουν διαβαθμίσεις, τις οποίες δεν πρέπει να παραβλέπουμε. Εγώ δεν πιστεύω ότι κάθε μέλος ή μικροστέλεχος του Σύριζα είναι ικανό να στείλει εν γνώσει του αθώους στην φυλακή, μόνο και μόνο επειδή είναι δεξιοί.
Ούτε πιστεύω πως όλοι όσοι εξασφάλισαν έναν μισθουλάκο από την διακυβέρνηση τους ή έστω ένα μικροαξίωμα, ήταν άπαντες διατεθειμένοι να κάνουν την μεγάλη μπάζα που θα εξασφάλιζε δια βίου αυτούς, τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους. Τι θέλω να πω, εν τέλει; Ότι προφανώς Συριζαϊκό παρακράτος υπήρχε, αλλά δεν ήταν όλος ο Σύριζα μέλος του. Το πιστεύω ακράδαντα.
Τούτου δοθέντος, έρχομαι το λοιπόν να ερωτήσω: Θα βγει κανένας απ’ όλους αυτούς τους έντιμους και ειλικρινείς, να ρωτήσει δημοσίως «τι γινόταν τέλος πάντων ρε παιδιά τότε που κυβερνούσαμε;» Διότι τέτοια κουβεντούλα δεν ακούω από Κουμουνδούρου μεριά. Πολλή κουβέντα για το σπονδυλωτό και το ασπόνδυλο κόμμα, δεκάδες κείμενα για τις ανεπαίσθητες διαφορές ριζοσπαστισμού και σοσιαλδημοκρατίας, αλλά όταν πέφτουν πάνω σε «μαγαζιά», «ατζέντες» και «πολλά λεφτά» κάνουν όλοι μαζί την κορόιδα
Θα μου πείτε ότι έχουν εθιστεί στην μέθοδο του ψησίματος του βατράχου. Αν τον πετάξεις σε βραστό νερό πηδάει και φεύγει, αν τον βάλεις σε κρύο νερό με φωτιά από κάτω, κάθεται και ψήνεται γιατί η θερμοκρασία ανεβαίνει λίγο-λίγο. Έτσι κι αυτοί. Ξεκίνησαν για να κάνουν επανάσταση και ν’ αλλάξουν την Ευρώπη και μετά σιγά-σιγά αποδέχτηκαν μνημόνια, Καμένους, περικοπές, φορολογίες και εξαγορές ψηφαλακίων με πεντακοσάρικα. Ένα κάθε μήνα. Και δηλαδή, τώρα θα δεχτούν κι αυτό; Ότι είχαν και μερικούς Ντίλινγκερ για υπαρχηγούς τους; Και ο ηγέτης τους, τι διάολο έκανε;
Μπορεί να τα πουν εσωτερικά στις διαδικασίες τους, θα αντιτείνει κάποιος. Εκεί θα θέσουν την ερώτηση «πως κυβερνήσαμε ρε παιδιά;» Μπορεί, αλλά να θυμούνται ότι σ’ αυτή την περίπτωση θα μοιάζουν με τον φονιά που ενώ φωνάζει στην γειτονιά ότι είναι αθώος, το βράδυ γονατίζει μπροστά στην εικόνα της Παναγιάς και ζητά συγχώρεση. Ενδέχεται να την πάρει άνωθεν, όμως οι γείτονες που ξέρουν ότι αυτός έκανε το έγκλημα, ποτέ δεν θα τον θεωρήσουν ειλικρινώς μεταμελημένο. Μια ζωή θα τον κοιτάζουν με μισό μάτι, ουδέποτε θα τον ξαναβάλουν σπίτι τους.