Του Θάνου Τζήμερου
Απλή αναλογική υπάρχει μόνο σε μία περίπτωση: όταν όλη η Επικράτεια είναι ενιαία περιφέρεια. Φυσικά, τότε δεν μιλάμε για σταυρό προτίμησης. Όλοι οι βουλευτές είναι Επικρατείας. Τα κόμματα ορίζουν λίστα υποψηφίων με σειρά εκλογιμότητας, κι αν πάρεις π.χ. 35%, εκλέγεις τους πρώτους 105 βουλευτές. Αν πάρεις 10%, τους πρώτους 30. Αυτό το σύστημα εφαρμόζεται στην Ολλανδία (και στο Ισραήλ) και λειτουργεί δίνοντας μόνιμα κυβερνήσεις συνασπισμού. Στην σημερινή Ολλανδική Βουλή (των 150 βουλευτών) εκπροσωπούνται 11 κόμματα.
Σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση, η απλή αναλογική δεν είναι ούτε απλή ούτε αναλογική. Διότι όταν τα πανελλήνια ποσοστά πας να τα κατανείμεις σε μονοεδρικές ή πολυεδρικές περιφέρειες, στις οποίες το 35% μπορεί να είναι αλλού 55% κι αλλού 15%, δημιουργούνται στρεβλώσεις - τέρατα. Να μην ξεχνάμε ότι το εκλογικό σύστημα καλείται να απαντήσει όχι μόνο στο «πόσοι» θα εκλεγούν αλλά και στο «ποιοι».
Ας δούμε τι θα συνέβαινε, αν ίσχυε στην Ελλάδα το σύστημα της Ολλανδίας. Η διαμάχη για το ποιος θα εκλεγεί θα μεταφερόταν στο εσωτερικό των κομμάτων. Αυτό δεν στερεί από τον πολίτη τη δυνατότητα να προτιμήσει τον εκπρόσωπο της επιλογής του. Απλώς αλλάζει τον χώρο έκφρασης αυτής της προτίμησης. Θα ωθούσε τους ψηφοφόρους να συμμετέχουν ουσιαστικά στην κομματική ζωή, καθώς θα καλούνταν να ψηφίσουν για τους υποψηφίους βουλευτές σε προκριματικές ενδοκομματικές εκλογές, όπως στις ΗΠΑ.
Το ότι υπάρχει έντονο ενδιαφέρον της κοινωνίας για τέτοιου είδους συμμετοχή, αποδεικνύεται από τον μεγάλο αριθμό όσων ψήφισαν στις εσωτερικές εκλογές της ΝΔ ή παλιότερα στις εκλογές του ΠΑΣΟΚ, όταν ο Γ. Παπανδρέου είχε δώσει την, σφαλερή δυστυχώς, εντύπωση του εκσυγχρονιστή. Έτσι οι εθνικές εκλογές θα ήταν απαλλαγμένες από εσωκομματικά μαχαιρώματα, και η αντιπαράθεση θα γινόταν σε επίπεδο ιδεών και όχι προσώπων. Θα ανάγκαζε τα κόμματα να δείξουν το πραγματικό τους πρόσωπο, πώς εφαρμόζουν δηλαδή τη δημοκρατία στο εσωτερικό τους, πιέζοντάς τα να εκσυγχρονισθούν. Τα κόμματα θα επέλεγαν πρόσωπα κύρους ενδεχομένως άγνωστα στο ευρύ κοινό, αλλά με γνώσεις και ικανότητες, κι όχι αθλητές, ηθοποιούς, τραγουδιστές κ.λπ. για να έχουν αναγνωρισιμότητα και να μαζέψουν ψήφους. Επιπλέον θα καταργούνταν το πελατειακό πλαίσιο των σχέσεων του υποψήφιου με τους υποστηρικτές του (ψηφοφόρους, ΜΜΕ, χρηματοδότες) με όλη την μετεκλογική του τοξικότητα και θα φαινόταν η ανιδιοτέλεια ή μη των υποψηφίων. Αν ήξερες ότι είσαι σε μη εκλόγιμη θέση, πόσο θα «έτρεχες» προεκλογικά; Το ίδιο ακριβώς ερώτημα ισχύει κι αν ήξερες ότι θα εκλεγείς οπωσδήποτε.
Ένα ακόμα πλεονέκτημα είναι το ότι η τελική κατάταξη των υποψηφίων μετά τις ενδοκομματικές διεργασίες θα έδειχνε πριν τις εθνικές εκλογές και το πού βρίσκεται το ιδεολογικό κέντρο βάρους του κόμματος. Ένα κόμμα που επιλέγει τον Τραμπ για εκπρόσωπό του, δεν βρίσκεται και πολύ κοντά στις αρχές του Λίνκολν και του Ρούσβελτ, έτσι δεν είναι; Αν, ας πούμε, έμπαινε σ΄αυτή τη διαδικασία η ΝΔ, ποιοι θα ήταν ψηλά στη λίστα; Λαϊκοδεξιοί ή φιλελεύθεροι; Για να μην αναφερθώ στο κέρδος για το περιβάλλον και για την αισθητική του αστικού προεκλογικού τοπίου: θα εξέλιπε ο χαρτοπόλεμος και η (σχεδόν πάντα παράνομη) αφισοκόλληση με το βαθυστόχαστο βλέμμα των υποψηφίων εθνοπατέρων και εθνομητέρων σε τοίχους, στύλους, δέντρα κι όπου αλλού υπάρχει ελεύθερη επιφάνεια.
Φυσικά, στο εσωτερικό των κομμάτων θα γινόταν ο κακός χαμός. Αλλά γιατί να μην γίνει; Όταν θα ερχόταν η ώρα για να αποφασισθεί η σειρά των υποψηφίων, και οι ποσοστώσεις ανάλογα με το φύλο, τη γεωγραφική, επαγγελματική, ιδεολογική, ηλικιακή κ.λπ. ταυτότητα, θα βγαίναν μαχαίρια. Αλλά γιατί να μην βγουν; Επί δεκαετίες, τα κόμματα κρύβουν κάτω από το χαλί την ιδεολογική τους γύμνια και πετούν το μπαλάκι στον, κατά κανόνα ελλιπώς ενημερωμένο, ψηφοφόρο των εθνικών εκλογών.
Έτσι καταλήγουν μουχλιασμένες αποικίες κομματοβακτηριδίων και εργαστήρια αναπαραγωγής παιδιών του κομματικού σωλήνα, όλο και μακρύτερα από την κοινωνία, την οικονομία, τη ζωή. Μα έτσι θα διασπασθούν, θα πει κάποιος, τα «πολυσυλλεκτικά» κόμματα εξουσίας. Και γιατί να μην διασπασθούν; Τώρα που εμφανίζουν μια επίπλαστη συνοχή γιατί δήθεν «κανένας δεν περισσεύει» είναι καλύτερα; Ακούς όμως τα γρυλίσματα και τα τριξίματα των δοντιών κάτω από τα υποκριτικά χαμόγελα και ξέρεις ότι η ισορροπία του τρόμου θα είναι μόνιμο χαρακτηριστικό της κυβέρνησης πλέον όταν το τάχα μου πολυσυλλεκτικό κόμμα θα έχει στην ίδια κοινοβουλευτική ομάδα κάθε καρυδιάς καρύδι - και τους καραμανλικούς και τους ανανεωτές για παράδειγμα. Κυβερνήσεις συνασπισμού είχαμε πάντα: από συνασπισμένους κατά τύχη κάτω την ίδια κομματική σημαία, ασύμβατους πολιτικά και αισθητικά γραφικούς και σοβαρούς, απατεώνες και τίμιους, λαϊκιστές και ορθολογιστές. Αν έρθει, λόγω εκλογικού συστήματος, η στιγμή ν' αποφασίσουν με ποιον θα παν και ποιον θα αφήσουν, αυτό θα ήταν ένα τεράστιο ποιοτικό άλμα για τη χώρα συνολικά.
Η κατάργηση, λοιπόν, του σταυρού προτίμησης και της μόνιμης παθογένειας που προκαλεί στο πολιτικό σύστημα είναι το σημαντικότερο πλεονέκτημα του μοναδικού συστήματος που δικαιούται να ονομάζεται απλή αναλογική. Φυσικά, το αριστεροακροδεξιό κυβερνητικό μόρφωμα δεν τη θέλησε. Αναμενόμενο: διαχρονικά η αριστερά από τη μία εκθείαζε τον λαό κι από την άλλη έτρεμε μην τυχόν ο λαός, δηλαδή πολίτες που δεν επιδιώκουν να εξελιχθούν σε κομματικά στελέχη, συμμετείχε ενεργά στην κομματική ζωή και απειλούσε την μονοκρατορία των κομματικών καρεκλοκένταυρων. Στις χώρες του σοβιετικού μπλοκ, η απόσταση ανάμεσα στον «απλό» λαό και στην κομματική νεομενκλατούρα ήταν μεγαλύτερη από την απόσταση ανάμεσα στον φεουδάρχη και στον κολλήγο.
Ακόμα όμως κι αν εφαρμοζόταν η απλή αναλογική, ένα μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων δεν θα είχε εκπροσώπηση. Είναι όσοι ψηφίζουν μικρά κόμματα που δεν ξεπερνούν το 3%, και επίσης όσοι θα ψήφιζαν μικρά κόμματα αλλά αναγκάζονται υπό την απειλή της χαμένης ψήφου, να ψηφίσουν κάποιο μεγάλο, αυτό που απεχθάνονται λιγότερο! Στις εκλογές του Μαΐου του 2012, το ποσοστό των ψήφων που δεν εκπροσωπήθηκαν στο κοινοβούλιο ήταν 19,02%, χωρίς να μπορούμε να υπολογίσουμε αυτούς που ψήφισαν εκβιαστικά, λόγω πόλωσης, μεγάλα κόμματα. Πόσο αναλογικό (και άδολο;) είναι ένα σύστημα που αφήνει τον 1 τουλάχιστον στους 5 ψηφοφόρους χωρίς εκπροσώπηση;
Όμως το όριο του 3% είναι απαραίτητο να υπάρχει. Αν δεν υπήρχε, θα αρκούσε ένα 0,33% για να βγάλεις βουλευτή. Η Βουλή θα γέμιζε από κομματίδια των 1-3 βουλευτών με τοπικιστικό, συντεχνιακό, θρησκευτικό, οπαδικό, ηλικιακό κ.λπ. χαρακτήρα. Θα γινόταν τέτοιο τσίρκο, που το σημερινό τσίρκο θα μας φαινόταν Ακαδημία. Στην Ολλανδική Βουλή, με το πολύ πιο ώριμο εκλογικό σώμα, υπάρχει κόμμα για την προστασία των ζώων και κόμμα συνταξιούχων. Άντε να σχηματίσεις κυβέρνηση με τέτοια πανσπερμία, κι ακόμα χειρότερα, άντε να διατηρηθεί αυτή, όταν ο κάθε πυροβολημένος συνασπιζόμενος θα απειλούσε να την ρίξει αν δεν «περνούσε το δικό του».
Κι όμως, υπάρχει τρόπος, και το 3% να υφίσταται και να μην απειλεί τον ψηφοφόρο ο εκβιασμός της χαμένης ψήφου: να μπορείς να ρίξεις στην κάλπη, στον ίδιο φάκελο 3 ψηφοδέλτια, διαφορετικών κομμάτων, κατά σειρά προτίμησης. Το σύστημα λειτουργεί και με σταυροδοσία και χωρίς. Κάθε ψηφοφόρος δηλαδή θα μπορεί, αν θέλει, να ψηφίσει μέχρι 3 κόμματα, αναγράφοντας (ή τσεκάροντας) σε ειδικό προβλεπόμενο χώρο των ψηφοδελτίων, τη σειρά προτίμησής του: το 1 θα ήταν το «κόμμα της καρδιάς του», το 2 θα ήταν η πιο κοντινή επιλογή, και το 3 θα ήταν το «μη χείρον». Εγώ, ας πούμε, θα ψήφιζα 1 – Δημιουργία, ξανά!, 2 – Ποτάμι, 3 – Ν. Δημοκρατία.
Σε περίπτωση που το 1ο κόμμα δεν περνούσε το 3%, η ψήφος θα προσμετρούνταν στο 2ο. Κι αν και εκείνο δεν περνούσε το 3%, θα την έπαιρνε το 3ο. Έτσι, τα κόμματα θα ήξεραν την πραγματική τους απήχηση και θα μπορούσαν στο κοινοβούλιο να μπουν νέα κόμματα, που δεν θα είχαν μπροστά τους το τείχος του φόβου του ψηφοφόρου, το οποίο μπορεί να γίνει ανυπέρβλητο, αν το σύστημα σε αισθανθεί ως απειλή και οι δημοσκοπήσεις – όλες παραγγελία συγκεκριμένων συμφερόντων – δεν σε εμφανίζουν. (Θυμίζω ότι η «Δημιουργία, ξανά!» δεν εμφανίστηκε ΠΟΤΕ σε δημοσκόπηση, ούτε πριν το 2,2%, ούτε μετά. Το ίδιο συνέβη και στις εκλογές για την Περιφέρεια Αττικής. Ο συνδυασμός «Δημιουργούμε μαζί» που υποστηρίχτηκε από την «Δημιουργία, ξανά!» και τη «Δράση» πήρε 3% και εξέλεξε δύο Συμβούλους, χωρίς να έχει εμφανιστεί ΠΟΤΕ στις δημοσκοπήσεις, πλην μίας που μας έδειξε στο 2% με πτωτική τάση!)
Η δυσκολία αυτού του συστήματος είναι ότι ο υπολογισμός των ποσοστών πρέπει να γίνει σε τρεις φάσεις, άρα παίρνει χρόνο. Αν όμως το σημερινό «χειροκίνητο» σύστημα αντικατασταθεί από ένα πρόγραμμα πληροφορικής, ή ακόμα καλύτερα, από ηλεκτρονική ψηφοφορία, θα ξέρουμε τα πλήρη αποτελέσματα, μερικά λεπτά αφού κλείσουν οι κάλπες. Δεν θα χρειαζόμαστε ούτε καν exit – poll. Ακόμα κι έτσι όμως, με τη σημερινή “τεχνολογία”, το κόστος τού να ανακοινωθούν τα τελικά αποτελέσματα μερικές ώρες αργότερα από το σύνηθες, είναι αμελητέο, μπροστά στην ανανέωση που θα έφερνε αυτό το σύστημα στο πολιτικό σκηνικό.
Ας πούμε λοιπόν ότι εφαρμόζεται η απλή αναλογική της μίας περιφέρειας και η δυνατότητα πολλαπλής ψήφου, αλλά δεν υπάρχει μπόνους εδρών. Θα μπορούσαν να σχηματιστούν ισχυρές και βιώσιμες κυβερνήσεις συνασπισμού; Επειδή το θέμα δεν απαντιέται με “ναι” ή “όχι”, επειδή δεν υπάρχει ιδανικό εκλογικό σύστημα, κι επειδή χρειάζεται κι εδώ να σκεφτούμε καινοτόμα, το θέμα του μπόνους θα το αναλύσουμε στο επόμενο σημείωμα.