Βελτίωση της βιωσιμότητας του χρέους, που σε συνδυασμό με την ραγδαία μείωση του κόστους δανεισμού, αποτελούν προπομπό για χαμηλότερα πλεονάσματα, καθώς ενισχύoυν το επιχείρημα της ελληνικής κυβέρνησης να ενεργοποιήσει το σχετικό αίτημα μετά τον Απρίλιο του 2020, όταν και θα έχει οριστικοποιηθεί η φετινή δημοσιονομική εικόνα, συνιστά σύμφωνα με τον Παναγιώτη Πετράκη, η πρόωρη αποπληρωμή μέρους των ακριβών δανείων του ΔΝΤ.
Σχολιάζοντας την αναβάθμιση από την S&P, ο καθηγητής Οικονομικών στο ΕΚΠΑ, τονίζει ότι τώρα αρχίζουν τα δύσκολα, εξηγώντας ότι όσο η Ελλάδα θα πλησιάζει στην επενδυτική βαθμίδα, τόσο θα ανεβαίνει και ο πήχης των απαιτούμενων μεταρρυθμίσεων, και προσθέτοντας ότι στον άγριο σημερινό παγκόσμιο στίβο, δεν αρκεί απλώς να τρέχεις, χρειάζεται να τρέχεις πιο γρήγορα από τους άλλους.
"Σε ένα κόσμο που δεν συγχωρεί την παραμικρή υστέρηση, και όπου όλες οι χώρες πασχίζουν να γίνουν πιο ελκυστικές για να προσελκύσουν ξένα κεφάλαια, μέσω μεταρρυθμίσεων, δεν αρκεί μόνο να καλυτερεύεις τις επιδόσεις σου, σημασία έχει να τις βελτιώνεις περισσότερο από τους άλλους", τονίζει, φέρνοντας ως παράδειγμα την πρόσφατη έκθεση Doing Business 2020 της Παγκόσμιας Τράπεζας.
Ενώ εμείς υποχωρούσαμε, μέναμε στάσιμοι σε επιμέρους δείκτες ή κάναμε μικρά βήματα προς τα εμπρός, οι χώρες της γειτονιάς, Ρουμανία, Βουλγαρία, Τουρκία, και Σκόπια, πατούσαν γκάζι, έκαναν τη μια μεταρρύθμιση μετά την άλλη, με συνέπεια να μας ξεπερνούν σε πάρα πολλούς δείκτες.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
- Tι σηματοδοτεί η έγκριση από τον ESM της πρόωρης αποπληρωμής μέρους των δανείων του ΔΝΤ, ύψους 2,7 δισ. ευρώ;
Η άμεση επίπτωση είναι προφανώς μια εξοικονόμηση κόστους ύψους 30-35 εκατ ευρώ, λόγω των ακριβών επιτοκίων του ΔΝΤ.
Η κυριότερη ωστόσο θετική επίπτωση είναι ότι βελτιώνεται η άσκηση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους. Πλέον έχουμε μια νέα κατάσταση που προέρχεται από δύο πηγές: Η πρώτη αφορά στην γενικότερη αποκλιμάκωση των επιτοκίων δανεισμού του Δημοσίου, και η δεύτερη στην εξοικονόμηση ετησίων δαπανών ύψους 30-35 εκατ. ευρώ, λόγω ακριβώς της πρόωρης αποπληρωμής μέρους των δανείων του ΔΝΤ.
Ενισχύεται επομένως το επιχείρημα της ελληνικής πλευράς να ενεργοποιήσει το αίτημα για χαμηλότερους στόχους πρωτογενών πλεονασμάτων, μετά τον Απρίλιο του 2020 - όταν και θα έχει οριστικοποιηθεί η δημοσιονομική εικόνα για την τρέχουσα χρονιά. Στα παραπάνω συνυπολογίστε και την συζήτηση που γίνεται για να αξιοποιηθούν τα κέρδη από τα προγράμματα αγοράς ομολόγων SNPs και ANFAs, προκειμένου να αξιοποιηθούν για αναπτυξιακές επενδύσεις.
- Πόσο ενισχύουν όλα τα παραπάνω την αξιοπιστία της Ελλάδας στο εξωτερικό, σε συνδυασμό με την προ ημερών αναβάθμιση της χώρας από την S&P κατά μία βαθμίδα, την συνεχιζόμενη βουτιά αποδόσεων στα ελληνικά ομόλογα, και ενώ όλα δείχνουν ότι έρχεται και νέα αναβάθμιση από την DBRS;
Την ενισχύουν σημαντικά, εξάλλου αυτό δείχνει και η αναφορά της S&P ότι θα μπορούσε να προχωρήσει σε περαιτέρω αναβάθμιση της Ελλάδας μέσα στο επόμενο 12μηνο - φέρνοντας την χώρα ακόμη πιο κοντά στην περίφημη "επενδυτική βαθμίδα"- εφόσον φυσικά η ελληνική κυβέρνηση συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις και εφαρμοσθεί το σχέδιο "Ηρακλής" για την μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPEs) των τραπεζών. Η επενδυτική βαθμίδα θα συμβάλει αποφασιστικά στην μείωση του κόστους δανεισμού των ελληνικών επιχειρήσεων, εκ των οποίων κάποιες μεγάλες δανείζονται ήδη αρκετά χαμηλά μέσω των εταιρικών ομολόγων που εκδίδουν.
- Τα παραπάνω σίγουρα δείχνουν ότι οι προσπάθειες για επανεκκίνηση της οικονομίας στηρίζονται, αν μη τι άλλο, σε καλή βάση. Δεδομένου ωστόσο ότι για να τελεσφορήσουν οι προσπάθειες μένει ακόμη μακρύς και ανηφορικός δρόμος δύσκολων μεταρρυθμίσεων, θα λέγατε ότι οι τόνοι πρέπει να μείνουν χαμηλοί;
Τα δύσκολα τώρα αρχίζουν για την κυβέρνηση. Διαφορετικό είναι να ξέρουμε τι θέλουμε να κάνουμε, και εντελώς διαφορετικό αυτό να γίνει πράξη. Διαφορετικό είναι να αναβαθμισθεί μια χώρα από ένα χαμηλό επίπεδο στο αμέσως επόμενο και διαφορετικό να αναβαθμισθεί από ένα υψηλό στο ακόμη υψηλότερο, κ.ο.κ.
Με άλλα λόγια, όσο θα πλησιάζει η Ελλάδα στην επενδυτική βαθμίδα, τόσο θα δυσκολεύει και ο πήχης των απαιτήσεων που θα πρέπει αυτή να υπερβεί, προκειμένου να κερδίσει το πολυπόθητο στοίχημα.
Σίγουρα η κυβέρνηση έχει κάνει ένα δυνατό ξεκίνημα. Έχει δημιουργήσει την πεποίθηση ότι ήταν καλά προετοιμασμένη. Η πραγματικότητα όμως είναι σκληρή, η διεθνής συγκυρία ιδιόμορφη και εκρηκτική.
Τώρα λοιπόν η κυβέρνηση μπαίνει στα βαθιά νερά. Τους επόμενους μήνες θα χρειαστεί να επικεντρωθεί σε μερικούς κρίσιμους τομείς, όπου και θα δώσει τις μεγάλες μάχες.
Κρατώ λοιπόν μια κάποια επιφύλαξη, για παράδειγμα στα κόκκινα δάνεια. Οι τράπεζες ελπίζουν στον… "ηρωισμό" του "Ηρακλή" προκειμένου να τις απαλλάξει μέσω τιτλοποιήσεων από κόκκινα δάνεια, ύψους 30 δισ ευρώ. Και αυτό όμως ακόμη, δεν είναι αρκετό. Σας θυμίζω ότι στα μέσα του 2019, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια ανέρχονταν σε περίπου 75 δισ. ευρώ. Αρα, μην νομίζουμε ότι επειδή εγκρίθηκε το σχέδιο, λύσαμε και το θέμα. Εξάλλου, ναι μεν είμαστε πιο κοντά απ' ότι όταν ο "Ηρακλής" ήταν ένα από τα πολλά σενάρια στο τραπέζι, ωστόσο τώρα μόλις θα ξεκινήσει να εφαρμόζεται. Έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας. Εκτιμώ επίσης ότι θα χρειαστούν και συμπληρωματικές του "Ηρακλή" λύσεις προκειμένου να εξυγιανθούν οι τράπεζες.
Σημειωτέον ότι οι γενναίες αποφάσεις που χρειάζεται να πάρει αυτή η κυβέρνηση, σε θέματα, από την παιδεία μέχρι την υγεία και τις τράπεζες, δεν έχουν πολιτικό κόστος για τον απλούστατο λόγο ότι έχει την κοινωνία με το μέρος της. Το πολιτικό κόστος είναι κάτι που θα έρθει αργότερα.
- Τα ρωτώ όλ'' αυτά γιατί η έκθεση, για παράδειγμα, "Doing Business 2020" της Παγκόσμιας Τράπεζας που δημοσιεύτηκε την Παρασκευή, ναι μεν αφορά την περίοδο Μάιος 2018 - Μάιος 2019, εντούτοις δείχνει ότι μέσα σε ένα χρόνο η Ελλάδα έχασε, επτά ολόκληρες θέσεις στην παγκόσμια κατάταξη, υποχωρώντας στην 79η θέση μεταξύ 190 χωρών…
Συντέλεσαν δύο παράγοντες για την μεγάλη βουτιά της Ελλάδας στην παγκόσμια κατάταξη. Πρώτον η γνωστή μεταρρυθμιστική άπνοια. Δεύτερο, και ακόμη πιο σημαντικό, ότι εμείς μπορεί να κάναμε κάποια βήματα, ωστόσο οι ανταγωνιστές μας, έτρεχαν ακόμη πιο γρήγορα.
Το δίδαγμα είναι προφανές : Αν ο ανταγωνισμός τρέχει με μεγαλύτερη ταχύτητα απ' ότι η Ελλάδα, τότε θα φανεί ότι υποχωρούμε, ακόμη και αν κάνουμε βήματα προς τα εμπρός. Στο σημερινό σκληρό και απαιτητικό παγκόσμιο στίβο, δεν αρκεί απλώς να τρέχεις. Χρειάζεται να τρέχεις πιο γρήγορα από τους άλλους.
Σε ένα κόσμο που δεν συγχωρεί την παραμικρή υστέρηση, και όπου όλες οι χώρες πασχίζουν να γίνουν πιο ελκυστικές για να προσελκύσουν ξένα κεφάλαια, μέσω μεταρρυθμίσεων, δεν αρκεί μόνο να καλυτερεύεις τις επιδόσεις σου. Σημασία έχει να τις βελτιώνεις περισσότερο από τους άλλους.
Δείτε τι δείχνει η έκθεση του Doing Business 2020. Ενώ εμείς υποχωρούσαμε, μέναμε στάσιμοι σε επιμέρους δείκτες ή κάναμε μικρά βήματα προς τα εμπρός, την ίδια στιγμή η Ρουμανία, η Βουλγαρία, η Τουρκία, και τα Σκόπια, πατούσαν γκάζι, έκαναν τη μια μεταρρύθμιση μετά την άλλη, με συνέπεια να μας ξεπερνούν σε πάρα πολλούς δείκτες.
Τέτοιοι είναι η ταχύτερη απονομή δικαιοσύνης, η πιο γρήγορη και φθηνότερη επίλυση εμπορικών διαφορών, το κόστος και ο χρόνος πτώχευσης μιας επιχείρησης, χωρίς να συνυπολογίζουμε την ευκολία χορήγησης δανείων, και τους πολύ χαμηλότερους φόρους.
- Σας ανησυχεί ο κίνδυνος μιας επανάπαυσης; Σας ανησυχεί μη τυχόν επιβεβαιωθούν εκείνοι που λένε ότι τελικά η κανονικότητα της Ελλάδας είναι η χαλαρότητα, ότι μόλις αρχίσει να τρέχει και ανοίξει ταχύτητα, αμέσως μετά κατεβάζει ρυθμούς ;
Το ερώτημά σας παραπέμπει στην ίδια την δομή της ελληνικής οικονομίας. Στην εκτίμηση ότι οι δομές της ελληνικής οικονομίας είναι τέτοιες, ώστε ακόμη κι αν αυτή έχει εξυγιανθεί δημοσιονομικά, εντούτοις το ελατήριο δεν έχει την δυναμική να εκτιναχθεί.
Είναι πολλοί οι λόγοι που συμβαίνει αυτό, πρέπει να μας απασχολήσουν, ωστόσο δεν νομίζω ότι περνά από το μυαλό της κυβέρνησης να υπάρξει μεταρρυθμιστική επανάπαυση, και προς το παρόν δεν ανησυχώ. Πλήρη εικόνα, και άρα αποτίμηση των πεπραγμένων θα έχουμε σε μερικούς μήνες από σήμερα, όταν θα δούμε πως αντιδρά και το ξένο κεφάλαιο στις προωθούμενες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις. Το στοίχημα για εμένα είναι να επαληθευτεί η εκτίμηση της S&P για μέσο ρυθμό ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια στην Ελλάδα, κατά 2,5% και πάνω, όταν η Ευρώπη θα τρέχει το πολύ με 1%.