Του Κωνσταντίνου Σαραβάκου*
Η περίοδος διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ έμεινε στην ιστορία ως η «πρώτη φορά Αριστερά». Ο συμβολισμός αυτός κυρίως προσπαθούσε να χαράξει διακριτά σύνορα ανάμεσα στο ΠΑΣΟΚ και τον ΣΥΡΙΖΑ, τόσο σε επίπεδο ιδεών όσο και σε επίπεδο ηθικού πλεονεκτήματος. Ο ΣΥΡΙΖΑ διακυβέρνησε με σκοπό να επαναπροσδιορίσει το τι σημαίνει αριστερή κυβερνητική πολιτική και να αναδείξει το φρέσκο στελεχικό του δυναμικό. Με λίγα λόγια, η περίοδος διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ θα έπρεπε να μείνει στην ιστορία ως η εποχή που η κυβέρνηση στάθηκε δίπλα στον λαό, με τον λαό, για τον λαό.
Η αποτίμηση της περιόδου 2015-2019 βάσει του παραπάνω πλαισίου δεν έφερε στην πραγματικότητα τίποτα καινούργιο. Η καλύτερη και πιο πιστή εφαρμογή του μνημονίου από κάθε άλλη κυβέρνηση και η ενσωμάτωση στελεχών του ΠΑΣΟΚ και των ΑΝΕΛ με χρόνια πολιτική σταδιοδρομία, απέτυχαν να δηλώσουν με θετικούς όρους την «πρώτη φορά Αριστερά».
Ωστόσο, η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ αντιμετώπισε κοινοβουλευτικά κάτι εντελώς πρωτόγνωρο, ρηξικέλευθο και ίσως αναπάντεχο. Σύμφωνα με μελέτη που κάναμε στο ΚΕΦίΜ-Μάρκος Δραγούμης, τα 4 από τα συνολικά 6 κόμματα της αντιπολίτευσης συναίνεσαν στη νομοθετική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ σε ποσοστό άνω του 50%. Για την ακρίβεια, το Ποτάμι υπερψήφισε το 70% των νομοσχεδίων της κυβέρνησης, η Δημοκρατική Συμπαράταξη το 69%, η Νέα Δημοκρατία το 61% και η Ένωση Κεντρώων το 56% (βλ. διάγραμμα).
Βρισκόμαστε λοιπόν μπροστά σε μία εικόνα που όμοιά της δεν έχει υπάρξει ξανά στην ελληνική Βουλή. Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο βασικός ανταγωνιστής προς την εξουσία, υπερψηφίζει πάνω από το 60% των νομοσχεδίων του κυβερνώντος κόμματος (το αντίστοιχο ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ την περίοδο 2012-2015 ήταν 21%). Η συνολική στάση των κομμάτων της αντιπολίτευσης, εκτός από το ότι υπήρξε υπεύθυνη, παρά το υψηλό πολιτικό κόστος (ειδικότερα στην ψήφιση του 3ου μνημονίου τον Αύγουστο του 2015), έφερε στο φως ένα νέο κοινοβουλευτικό πλαίσιο, αυτό της συναίνεσης.
Αναμφίβολα η κόντρα των αντιπολιτευτικών κομμάτων με τον ΣΥΡΙΖΑ ήταν μεγάλη. Ορισμένες φορές στηρίχτηκε στην ακραία ρητορική και τον φτωχό διάλογο και από τις δύο πλευρές. Όμως στο πολιτικό διακύβευμα, τη στήριξη των νομοσχεδίων μεγάλης αλλά και μικρής σημασίας, ο ΣΥΡΙΖΑ βρήκε απέναντι του μία Βουλή που, εκτός των Χ.Α. και ΚΚΕ, υπήρξε υποστηρικτική.
Μπορεί λοιπόν να θυμόμαστε και να αξιολογούμε τη διακυβέρνηση 2015-2019 για την πολιτική της με πολλούς τρόπους, αλλά ένα είναι το σίγουρο: τα κόμματα της αντιπολίτευσης δημιούργησαν τις συνθήκες μιας κοινοβουλευτικής στάσης συναινέσεων, που τόσο έλειψε την εποχή της κρίσης από την Ελλάδα. Αυτό το κλίμα συναινέσεων στην υπόλοιπη Ευρώπη έχει διαμορφωθεί εδώ και τουλάχιστον μία εικοσαετία και έχει καταφέρει να μεταρρυθμίσει τις χώρες αυτές και να τις ισχυροποιήσει θεσμικά, απέναντι ακόμα και σε μεγάλες οικονομικές κρίσεις.
Η κοινοβουλευτική περίοδος 2015-2019 υπήρξε η «Πρώτη Φορά Συναινετικά» και αυτό δεν πρέπει να το προσπερνάμε. Από τη μία πλευρά, η συναίνεση υπήρξε ένα αναγκαστικό αποτέλεσμα της κρίσης και της αποτυχημένης διαχείρισής της από όλα τα κόμματα, σε διαφορετικό βαθμό, αλλά από την άλλη δημιουργήθηκαν οι συνθήκες συνεργασιών που πολύ δύσκολα θα είχαμε δει στο ελληνικό περιβάλλον πριν από την κρίση.
Τέλος, παρ'' όλη τη διαμόρφωση των παραπάνω κοινοβουλευτικών συνθηκών, δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο το κλίμα της συναίνεσης. Το κομματικό και πολιτικό σχήμα έχει ήδη αλλάξει αρκετά με τη σύνθεση της νέας Βουλής και μένει να φανεί αν οι νέοι συσχετισμοί δυνάμεων θέλουν και μπορούν να συνεχίσουν σε ένα συναινετικό κλίμα, με τις θεμιτές διαφοροποιήσεις που επιβάλλει ο κομματικός ανταγωνισμός.
*Ο κ. Κωνσταντίνος Σαραβάκος είναι πολιτικός επιστήμονας, ερευνητής του ΚΕΦίΜ