Ιδού το δίλημμα του δημάρχου. Του κάθε δημάρχου. Που βλέπει χίλια δεκαοκτάχρονα να μαζεύονται στην παραλία του ή στην πλατεία του και να χοροπηδάνε το ένα πάνω στο άλλο στον ρυθμό μιας μουσικής που κάνει τα τζάμια των σπιτιών να τρίζουν. Βλέπει. βέβαια, ο δήμαρχος ότι δεν στριμώχνονται μόνο τα δεκαοκτάχρονα μεταξύ τους, στριμώχνεται και ο κορονοϊός ανάμεσά τους, αλλά το δίλημμά του παραμένει. Γιατί να το κλείσω εγώ το μαγαζί κι όχι κάποιος άλλος;
Διότι για να είμαστε ειλικρινείς, τα πάρτι δεν απαγορεύονται. Μια χαρά επιτρέπονται, υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται οι υγειονομικοί κανονισμοί. Άρα η λεπτή γραμμή ανάμεσα στην νομιμότητα και την παρανομία είναι εξαιρετικά λεπτή. Την μια στιγμή το παρτάκι πάει μια χαρά και την επόμενη ανεβαίνουν δυο σ’ ένα τραπέζι και η φάση κυριολεκτικά ανατινάζεται. Τι δουλειά έχει λοιπόν ο δήμαρχος να παραστήσει τον σκληρό και τον άτεγκτο, τον φύλακα της δημόσιας υγείας; Ας το κάνει το κράτος, τόσες υπηρεσίες έχει.
Εξάλλου, αυτά τα μεγάλα μαγαζιά στην επικράτεια κάθε δήμου, είναι μεν κατάρα κάποιες στιγμές, αλλά σε γενικές γραμμές είναι ευλογία. Καθότι έχουν πολλά τραπεζοκαθίσματα, πληρώνουν του κόσμου τους δημοτικούς φόρους, προσλαμβάνουν κόσμο που άνετα μπορούν να περνούν από το γραφείο του δημάρχου, τραπεζώνουν τσάμπα παρέες, κάνουν μικροεξυπηρετήσεις και στήνουν επαφές, διαθέτουν τέλος πάντων μια οικονομική και κοινωνική επιφάνεια που δεν είναι εύκολο για ένα δήμαρχο να τις απαρνηθεί.
Άλλωστε, τα μισά από τα δεκαοκτάχρονα που πάνε σ’ αυτά τα Sexmeup πάρτι, από την περιοχή τους είναι. Ψηφοφόροι τους είναι και οι μικροί με τις μικρές που διασκεδάζουν και οι γονείς τους που τα περιμένουν σπίτι. Πώς να τα βάλει τώρα ο δήμαρχος με την νεολαία του δήμου του, η οποία τους αυστηρούς και τους τυπολάτρες τους ξεσκίζει στα social media; Ας πάει η αστυνομία και ο ΕΟΔΥ να σταματήσουν το πάρτι και να ακούσουν την πιτσιρικαρία να τους γιουχάρει, ο δήμαρχος πρέπει να στέκει δίπλα στον κόσμο του ακόμα κι αν κάνει λάθος κι όχι απέναντι του, έτσι δεν είναι;
Τι περιγράφω τόση ώρα; Μα μια καθημερινή ιστοριούλα μικροδιαπλοκής, πελατειακών σχέσεων και αλληλοεξυπηρετήσεων ανάμεσα σε τοπικούς άρχοντες και μεγαλοεπιχειρηματίες της περιοχής τους. Επίσης μια καθημερινή ιστοριούλα χαϊδέματος αυτιών από τους τοπικούς αξιωματούχους στην πολιτική τους πελατεία. Κοντολογίς, περιγράφω το 95% των περιπτώσεων σε όλη την Ελλάδα.
Αν λοιπόν ένας δήμαρχος κάνει πέρα όλα αυτά και αποφασίσει -κόντρα σε κάθε μικροπολιτική λογική- να κλείσει το μαγαζί που παρανομεί, να ξέρει ο κόσμος ότι αυτός ανήκει στο 5% των τοπικών αρχόντων που διαφέρει. Που ούτε μικρο-μεγαλο-διαπλέκεται, ούτε χαϊδεύει αυτιά για λίγα ψηφαλάκια. Κι αυτός να ξέρει ότι είναι μεν καθαρός και μάγκας, αλλά ότι θα τον ξεσκίσουν. Καθότι οι μεγαλοπαράγοντες της νύχτα, αλλιώς είναι μαθημένοι…